2015… Οι πρώτες εικόνες με τους πρόσφυγες στοιβαγμένους σε βάρκες κάνουν το γύρο του κόσμου. Μανάδες κρατάνε σφιχτά στην αγκαλιά τα παιδιά τους. Με βλέμμα απόγνωσης, αγανάκτησης και συνάμα ανακούφισης που κατάφεραν να βγουν στη στεριά σώες καταφτάνουν στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, δίχως να γνωρίζουν το μέλλον τους αφήνοντας -όσο μπορούν- πίσω το παρελθόν τους.
Η ιστορία γράφτηκε -πολλές φορές με τραγικό απολογισμό το ξεκλήρισμα οικογενειών- και το χρονικό μιας προαναγγελθείσας κρίσης έχει μόλις ξεκινήσει την αφήγησή του.
Το 2015 αποτέλεσε έτος ορόσημο για το μεταναστευτικό στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με τη μαζική εισροή προσφύγων που έρχονταν είτε μέσω της θαλάσσιας οδού είτε μέσω της ξηράς. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ ο πόλεμος στη Συρία και οι γεωπολιτικές εξελίξεις στις γύρω περιοχές αποτέλεσαν και αποτελούν τη χειρότερη προσφυγική κρίση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμφωνα με στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας τον Μάιο του 2018 ο πληθυσμός των αναγκαστικά εκτοπισμένων έφτασε τα υψηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί ποτέ. Σε όλον τον κόσμο, 68,5 εκατομμύρια άνθρωποι, ένας αριθμός άνευ προηγουμένου, έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Στον αριθμό αυτό περιλαμβάνονται περίπου 25,4 εκατομμύρια πρόσφυγες και ανάμεσά τους πάνω από τα μισά είναι παιδιά.
Όπως αναφέρει η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ από τον Ιανουάριο του 2015 μέχρι τις 5 Μαΐου του 2018 έχουν φτάσει στην Ελλάδα 1.080.656 πρόσφυγες . Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρη Βίτσα, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα βρίσκονται περίπου 73.000 πρόσφυγες και μετανάστες. Από αυτούς περίπου 25.000 μένουν και φιλοξενούνται σε διαμερίσματα και κατοικίες, ενώ περίπου 20.000 σε 26 κέντρα φιλοξενίας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Αναλυτικότερα, το 2015 οι αφίξεις ξεπέρασαν τους 860.000 πρόσφυγες, το 2016 πάνω από 170.000, το 2017 περισσότεροι από 30.000, το 2018 καταγράφηκε αύξηση με τις αφίξεις να ανέρχονται σε 49.158 άτομα. Όσον αφορά το έτος που διανύουμε, μέχρι και 31 Μαΐου 2019, σύμφωνα με στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, οι αφίξεις ανέρχονται στα 14.313 άτομα.
Οι ανοιχτές δομές φιλοξενίας αιτούντων άσυλο στην ηπειρωτική Ελλάδα
Το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεν με έρευνά του παρουσιάζει μία αναλυτική καταγραφή των ανοιχτών δομών φιλοξενίας αιτούντων άσυλο στην Αττική, τη Θήβα και τη Ριτσώνα καθώς επίσης και στοιχεία από την υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα.
Μια συνοπτική αποτύπωση της τρέχουσας κατάστασης στην ηπειρωτική Ελλάδα έχει ως εξής:
Συνολικά υπάρχουν 26 Δομές Φιλοξενίας. Αναλυτικότερα: Στην Αττική λειτουργούν οι παρακάτω: Ελαιώνας, Σχιστό, Σκαραμαγκάς, Μαλακάσα, Λαύριο, Ελευσίνα, στην Στερεά Ελλάδα: Οινόφυτα, Θήβα, Θερμοπύλες, Ριτσώνα. Στη δυτική Ελλάδα: Ανδραβίδα. Στη Θεσσαλία: Κουτσόχερο, Βόλος. Στην Ανατολική Μακεδονία: Καβάλα, Δράμα. Στην Κεντρική Μακεδονία: Σέρρες, Αλεξάνδρεια, Βέροια, Διαβατά, Κάτω Μηλιά, Λαγκαδίκια, Νέα Καβάλα. Στην Ήπειρο: Δολιανά, Φιλιππιάδα, Κατσικάς, Αγία Ελένη.
Εστιάζοντας στην Αττική και τη Στερεά Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής η ανοιχτή δομή φιλοξενίας του Ελαιώνα έχει μέγιστη χωρητικότητα 2.065 άτομα και αυτή τη στιγμή φιλοξενεί 1.450 άτομα. Ο Σκαραμαγκάς έχει μέγιστη χωρητικότητα 3.468 και βρίσκονται 2.301 άτομα, η Μαλακάσα έχει μέγιστη χωρητικότητα 1.590 άτομα και διαμένουν 1.594, ο Σχιστός έχει μέγιστη χωρητικότητα 1.070 άτομα και διαμένουν 837, το Λαύριο 270 και διαμένουν 243 άτομα, ενώ η Ελευσίνα που αποτελεί τη μικρότερη δομή εντός Αττικής έχει μέγιστη χωρητικότητα 180 άτομα και οι διαμένοντες ανέρχονται σε 153. Όσον αφορά τις ανοιχτές δομές στη Στερεά Ελλάδα η Θήβα έχει μέγιστη χωρητικότητα 993 άτομα και βρίσκονται μέσα στη δομή 809, η Ριτσώνα 900 και διαμένουν 900 τα Οινόφυτα έχουν μέγιστη χωρητικότητα 565 άτομα και διαμένουν 635, ενώ στις Θερμοπύλες η μέγιστη χωρητικότητα είναι 560 άτομα και διαμένουν 548.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο γενικός γραμματέας Μεταναστευτικής Πολιτικής, Μιλτιάδης Κλάπας τόνισε: «Όλα τα κέντρα φιλοξενίας βρίσκονται πλέον σε πολύ καλή κατάσταση και οι συνθήκες που επικρατούν είναι αρκετά καλές. Πρόσκαιρα παρουσιάζονται κάποια προβλήματα στο πλαίσιο του σχεδίου μας για την αποσυμφόρηση των νησιών, ωστόσο διαρκούν το πολύ 10 με 15 ημέρες και έπειτα επιλύονται. Αυτό που δεν γνωρίζει ιδιαίτερα ο κόσμος είναι ότι εκτός από το οικονομικό βοήθημα που δίνεται υπάρχουν αρκετές παροχές σε όσους διαμένουν στις δομές φιλοξενίας. Για παράδειγμα σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας, παρέχεται πρόσβαση στην εκπαίδευση για όλα τα τέκνα των αιτούντων άσυλο που βρίσκονται σε σχολική ηλικία. Επιπλέον οι ενήλικες μπορούν να συμμετέχουν σε προγράμματα απασχόλησης ενώ λειτουργούν αρκετά εργαστήρια, εργαστήρια ανάπτυξης δεξιοτήτων και χειροτεχνίας, μέσα στις δομές που ουσιαστικά δίνουν έναν άλλο τόνο. Το σημαντικότερο για εμάς είναι η ένταξη πλέον».
«Αυτό που προστίθεται τώρα είναι το ενταξιακό πρόγραμμα HELIOS, που αφορά αναγνωρισμένους πρόσφυγες οι οποίοι πλέον θα φεύγουν από τα προγράμματα υποδοχής, θα λαμβάνουν ένα επίδομα ενοικίου για ένα εξάμηνο και θα κάνουν ενταξιακά μαθήματα είτε αφορά συμβουλευτική συνεργασία είτε μαθήματα ελληνικών. Έχει ξεκινήσει ήδη το πρόγραμμα», συμπλήρωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κλάπας.
Μέσω του προγράμματος ESTIA που διαχειρίζεται η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, περίπου 25.000 άτομα φιλοξενούνται σε ενοικιαζόμενα διαμερίσματα. Ακόμη, περίπου 8.000 άτομα φιλοξενούνται από το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής σε ενοικιαζόμενα δωμάτια και ξενοδοχεία σε όλη τη χώρα. Επιπλέον υλοποιείται πρόγραμμα φιλοξενίας 5.000 ατόμων σε ξενοδοχεία και καταλύματα για περίοδο 6 μηνών, το οποίο διαχειρίζεται ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σε όλους τους αιτούντες άσυλο παρέχεται σε συνεργασία με το υπουργείο Υγείας πλήρης πρόσβαση στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τόσο εντός των Δομών Φιλοξενίας, όσο και στα Κέντρα Υγείας και τα Νοσοκομεία του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Εξ αρχής το σύνολο των παιδιών που εισέρχονται στην ελληνική επικράτεια εμβολιάζονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το ελληνικό σύστημα εμβολιασμών.
Επίσης, σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας, παρέχεται πρόσβαση στην εκπαίδευση για όλα τα τέκνα των αιτούντων άσυλο που βρίσκονται σε σχολική ηλικία, είτε εντός των Δομών Φιλοξενίας, είτε σε ειδικές Δομές Υποδοχής για την Εκπαίδευση των Προσφύγων (ΔΥΕΠ), είτε σε κανονικές τάξεις των σχολείων του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Συγκεκριμένα για το σχολικό έτος 2018-2019 περίπου 12.500 παιδιά παρακολουθούν μαθήματα σε ειδικές ή κανονικές τάξεις.
Ενεργή συμμετοχή και ισχυρή παρουσία στις δομές φιλοξενίας στην ενδοχώρα έχει ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ) με συνεργάτες τις ΜΚΟ Danish Refugee Council, την Arbeiter Samariter Bund (ASB) και την European Expression (μόνο στον Ελαιώνα) τη Unicef η οποία παρέχει μη τυπική εκπαίδευση, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες ενώ σε όσα καμπς λειτουργούν ασφαλείς ζώνες ο ΔΟΜ, συνεργάζεται με την ΜΚΟ ΑΡΣΙΣ.
Σύμφωνα με πληροφορίες του ΔΟΜ, μία μόνιμη πρόκληση της τρέχουσας περιόδου είναι η αναζήτηση θέσεων στις δομές φιλοξενίας. Επιπλέον οι δομές φιλοξενίας στην πλειοψηφία τους είναι σε καλή κατάσταση ωστόσο γίνονται συνεχείς παρεμβάσεις για να βελτιωθούν και άλλο οι συνθήκες. Το επόμενο βήμα και ο κύριος προσανατολισμός του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης είναι η ένταξη των προσφύγων και των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία τόσο σε επίπεδο εκπαίδευσης όσο και σε επίπεδο απασχόλησης. Παρόλα αυτά το βήμα αυτό για να πραγματοποιηθεί χρειάζεται να συνεργαστεί και η τοπική αυτοδιοίκηση με τους υπόλοιπους φορείς.
Ακόμη ο ΔΟΜ από τον Ιανουάριο του 2019 μέχρι το τέλος του έτους υλοποιεί σε συνεργασία με τις οργανώσεις, Danish Refugee Council Greece (DRC Greece), Arbeiter Samariter Bund (ASB), UNICEF, Άρσις, Ευρωπαϊκή Έκφραση, Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (GCR), το πρόγραμμα «Improving the Greek Reception System through Site Management Support and Targeted Interventions in Long-Term Accommodation Sites». Μέσω αυτού του προγράμματος ο ΔΟΜ «αποσκοπεί στην εξασφάλιση αξιοπρεπών και εναρμονισμένων προτύπων υποδοχής και προστασίας των μεταναστών (συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων άσυλο και δικαιούχων διεθνούς προστασίας) που διαμένουν σε δομές φιλοξενίας στην ηπειρωτική Ελλάδα, υποστηρίζοντας την ελληνική κυβέρνηση ως προς τη διοίκηση όλων των δομών που λειτουργούν στη χώρα».