Η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων καφεΐνης καθημερινά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο γλαυκώματος περισσότερο από τρεις φορές σε σχέση με το κανονικό σε όσους έχουν γενετική προδιάθεση για υψηλότερη πίεση των ματιών, όπως προέκυψε από μια πρόσφατη μελέτη.
Η έρευνα έλαβε χώρα Ιατρική Σχολή Icahn στο Όρος Σινά είναι η πρώτη που απέδειξε πως υπάρχουν διατροφικοί και γενετικοί παράγοντες που δημιουργούν γλαύκωμα.
Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο τεύχος Ιουνίου του περιοδικού «Ophthalmology» και υποδηλώνουν ότι οι ασθενείς με ισχυρό οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος θα πρέπει να μειώσουν την καθημερινή πρόσληψη καφεΐνης.
Πίεση του ματιού
Η μελέτη είναι σημαντική διότι εξετάζει την επίδραση της πρόσληψης καφεΐνης στο γλαύκωμα και στην ενδοφθάλμια πίεση (IOP) που ουσιαστικά είναι η πίεση του ματιού. Το αυξημένο IOP είναι ένας βασικός παράγοντας κινδύνου για γλαύκωμα – όχι ο μοναδιός βέβαια.
Οι ασθενείς που παθαίνουν γλαύκωμα συνήθως εμφανίζουν λίγα ή καθόλου συμπτώματα μέχρι να προχωρήσει η νόσος και να έχουν απώλεια όρασης.
«Έχουμε δημοσιεύσει στο παρελθόν εργασίες που υποδηλώνουν ότι η υψηλή πρόσληψη καφεΐνης αυξάνει τον κίνδυνο γλαυκώματος για τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό νόσου. Σε αυτή τη μελέτη δείχνουμε ότι μια ανεπιθύμητη σχέση μεταξύ υψηλής πρόσληψης καφεΐνης και γλαυκώματος ήταν εμφανής μόνο μεταξύ εκείνων με μεγαλύτερες πιθανότητες γενετικού κινδύνου για αυξημένη πίεση των ματιών», λέει ο επικεφαλής της έρευνας, Λουίς Πασκάλ.
Καφεϊνη και καύση λίπους
Από την άλλη βέβαια, οι επιστήμονες έχουν δείξει ότι η κατανάλωση καφεΐνης μισή ώρα πριν από την αερόβια άσκηση αυξάνει σημαντικά την καύση λίπους. Στο παρελθόν μια ομάδα ερευνητών χρησιμοποίησε το UK Biobank, μια βιοϊατρική βάση δεδομένων μεγάλης κλίμακας που υποστηρίζεται από διάφορες υπηρεσίες υγείας και κυβερνήσεων προκειμένου να αναλύσει δεδομένα που είχαν προκύψει από περισσότερους από 120.000 ανθρώπους που είχαν μελετηθεί ανάμεσα στο 2006 και το 2010.
Οι συμμετέχοντες ήταν μεταξύ 39 και 73 ετών και παρείχαν τα αρχεία υγείας τους μαζί με δείγματα DNA, που συλλέχθηκαν για τη δημιουργία δεδομένων. Απάντησαν σε διατροφικά ερωτηματολόγια, εστιάζοντας στο πόσους καφέδες πίνουν καθημερινά, πόση τροφή που περιέχει καφεΐνη τρώνε και το μέγεθος της μερίδας. Απάντησαν επίσης σε ερωτήσεις σχετικά με το γλαύκωμά τους.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η υψηλή πρόσληψη καφεΐνης δεν σχετίζεται με ενδεχόμενο κίνδυνο για υψηλότερη IOP ή γλαύκωμα. Ωστόσο εκείνοι που κατανάλωναν την μεγαλύτερη ποσότητα καφεΐνης καθημερινά είχαν υψηλότερη ΙΟΡ.
Επιπλέον, εκείνοι της κατηγορίας υψηλότερης γενετικής βαθμολογίας κινδύνου που κατανάλωναν περισσότερα από 321 χιλιοστόγραμμα ημερήσιας καφεΐνης – περίπου τρία φλιτζάνια καφέ – είχαν 3,9 φορές υψηλότερο επιπολασμό γλαυκώματος σε σύγκριση με εκείνους που πίνουν καθόλου ή ελάχιστη καφεΐνη και με τη χαμηλότερη βαθμολογία γενετικού κινδύνου ομάδα.
«Οι ασθενείς με γλαύκωμα συχνά ρωτούν αν μπορούν να προστατεύσουν την όρασή τους μέσω αλλαγών στον τρόπο ζωής, ωστόσο αυτή ήταν Ophthalmology μια ερώτηση για την οποία δεν έχουμε απάντηση. Η μελέτη έδειξε απλά πως όσοι έχουν τον υψηλότερο γενετικό κίνδυνο για γλαύκωμα μπορεί να επωφεληθούν από τον περιορισμό της καφεΐνης», τόνισε ένας από τους μελέτητες, ο Άντονι Τζάντζ.
Πηγή runnfun.gr