Πώς Μαξίμου και «δημοσιογραφία 107» κατασκεύασαν την ΤΙΝΑ

Πώς Μαξίμου και «δημοσιογραφία 107» κατασκεύασαν την ΤΙΝΑ

Το θατσερικό δόγμα κυριάρχησε στις πρόσφατες κάλπες με την προβολή του αφηγήματος «δεν υπάρχει εναλλακτική πλην Μητσοτάκη»

Πολλοί ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν στην επικράτηση της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη στον πρώτο γύρο των εκλογών. Αυτό που όμως συντελέστηκε για πρώτη φορά στη μεταπολίτευση (με εξαίρεση τις εκλογές του 1977) ήταν η καταψήφιση της αντιπολίτευσης και δη της Αριστεράς, πλην του ΚΚΕ.

Δύο λέξεις, εν πολλοίς, κυριάρχησαν στον προεκλογικό διάλογο: κανονικότητα και σταθερότητα. Αυτές καθόρισαν και το αφήγημα της «απουσίας εναλλακτικής», ακολουθώντας πιστά το θατσερικό δόγμα TINA (There Is No Alternative – Δεν υπάρχει εναλλακτική). Το αφήγημα αυτό υπηρετήθηκε καταρχάς από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, τα οποία σχηματικά έλεγαν καθ’ όλη τη διάρκεια της τετραετίας και ειδικά πριν από τις εκλογές πως δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση εξουσίας πέρα από αυτήν που προωθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ επικεντρώνονταν αποκλειστικά στις παραφωνίες της αντιπολίτευσης, μείζονος ή ελάσσονος. Επιπλέον, η κοστολόγηση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ δεκαπλασιαζόταν έπειτα από δήθεν εκτίμηση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ενώ της ΝΔ αντίστοιχα υποεκτιμούνταν, όπως απέδειξε ρεπορτάζ του «Money Review» της έγκριτης «Καθημερινής».

Γελοιοποίηση και τα ψέματα

Τα παραδείγματα γελοιοποίησης και αποδόμησης της αντιπολιτευτικής επιχειρηματολογίας είναι αναρίθμητα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της δήθεν κοστολόγησης του προεκλογικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ακης Σκέρτσος όπου στεκόταν και όπου βρισκόταν κουνούσε ένα φύλλο Excel υποστηρίζοντας πως το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με το ΓΛΚ κοστολογούνταν πάνω από 80 δισ. ευρώ. Ολα αυτά τη στιγμή που πρωτοκλασάτα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος μείωναν ή ανέβαζαν το συνολικό κόστος του προγράμματος στα τηλεπαράθυρα κατά το δοκούν.

Το documentonews.gr τελικά αποκάλυψε στις 8 Maΐoυ ότι ο διευθυντής της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης Χρήστος Τζώρτζης ξεκαθάρισε ότι η συγκεκριμένη διεύθυνση δεν έχει προβεί σε καμία κοστολόγηση για το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, διαψεύδοντας έτσι το αφήγημα της κυβέρνησης και των μιντιακών «λαγών» της. Αυτό, βέβαια, δεν ήταν αρκετό για τον Σκέρτσο, ο οποίος επανήλθε επί του θέματος (Σκάι – 18/5/2023), εισπράττοντας τον χλευασμό σε ζωντανή μετάδοση από την εκπρόσωπο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Πόπη Τσαπανίδου.

Για την ιστορία να σημειωθεί πως το «Money Review» της «Καθημερινής» σε ρεπορτάζ για την κοστολόγηση των κυβερνητικών προγραμμάτων των δύο μεγάλων κομμάτων έγραψε πως οι προεκλογικές υποσχέσεις της ΝΔ είναι: 1,3 δισ. ευρώ το 2024, 2 δισ. ευρώ το 2025, 2,5 δισ. ευρώ το 2026 και 3,3 δισ. ευρώ το 2027. Δηλαδή συνολικά ανέρχεται στα 9,1 δισ. ευρώ. Οι εξαγγελίες του κόμματος της ΝΔ αφορούν αυξήσεις σε συντάξεις και μισθούς, αύξηση του αφορολόγητου, σταδιακή κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και ούτω καθεξής.

Τα πετσωμένα ΜΜΕ υπηρέτησαν πιστά τέσσερα χρόνια τώρα αλλά και ενόψει εκλογών την «πρόταση εξουσίας» του Κυριάκου και επικεντρώνονταν συστηματικά στις παραφωνίες της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος οι εξής: αυξήσεις στο δημόσιο, επαναφορά 13ης σύνταξης, αύξηση συντάξεων ανεξαρτήτως προσωπικής διαφοράς, μείωση ΦΠΑ στα τρόφιμα. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του «Money Review» και της Αθανασίας Ακριβού, το κόστος των προτεινόμενων μέτρων είναι αρκετά μικρότερο από εκείνων που προτείνει η ΝΔ αλλά και πιο κοντά στον δημοσιονομικό στόχο, ύψους 7,7 δισ. ευρώ. Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα θα μπορούσε κανείς να ψέξει την Κουμουνδούρου πως κατέβηκε στις εκλογές με πρόγραμμα συγκράτησης των δαπανών συγκριτικά με αυτό της Πειραιώς.

Η μονόπλευρη «σύγκριση»

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Κυρ. Μητσοτάκης επιδίωκε τη «σύγκριση» με τους πολιτικούς του αντιπάλους, όπως έλεγε. Η σύγκριση αυτή, ωστόσο, ήταν ανισομερής ειδικά σε συνθήκες «δημοσιογραφίας 107» (όπως κατέταξαν την Ελλάδα οι Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα).

Η επιρροή που ασκούσε η λίστα Πέτσα, η συγκέντρωση όλων των μεγάλων ΜΜΕ στην εγχώρια ολιγαρχία, αλλά και η απασχόληση δεκάδων «συστημικών» δημοσιογράφων στην κυβέρνηση δημιούργησαν αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο και τελικά παρήγαγαν τη συναίνεση υπέρ της ΝΔ.

Η συναίνεση αυτή που παρήχθη από τα μίντια δεν είναι κάτι καινούργιο. Αλλωστε ολόκληρο βιβλίο έγραψαν ο Αμερικανός θεωρητικός Νόαμ Τσόμσκι και ο Αμερικανός οικονομολόγος Εντουαρντ Χέρμαν το 1988 με τίτλο «Κατασκευάζοντας τη συναίνεση». Σε αυτό οι δύο συγγραφείς παρουσίαζαν το «μοντέλο της προπαγάνδας» αναλύοντας τους τρόπους με τους οποίους τα κυρίαρχα ΜΜΕ δημιουργούσαν τις συνθήκες για την ύπαρξη της συναίνεσης. Η συναίνεση αυτή στην ελληνική πραγματικότητα του 2023 μεταφράστηκε στη «σταθερότητα και κανονικότητα». Οι δύο αυτοί όροι, που στην ουσία δεν σημαίνουν τίποτε, στιγμάτισαν την προεκλογική περίοδο δημιουργώντας φανταστικά ερωτήματα τύπου «τι θα κάνετε για την απειλή του μεταναστευτικού;» (βλ. «νεκρή Μαρία») ή «πώς θα κυβερνηθεί η χώρα με δύο κόμματα στην εξουσία;» ή «αν θα έχουμε επανάληψη του 2015». Στα φανταστικά αυτά ερωτήματα οι απαντήσεις ήταν εξίσου φανταστικές και όσοι υποψήφιοι δεν έδιναν τις αρεστές απαντήσεις κατηγορούνταν για λαϊκισμό, μειοδοσία ή για διασπορά του τρόμου.

Αλλωστε, αξέχαστος είναι ένας τίτλος που μπήκε σε εκπομπή μεγάλου καναλιού (28/4/2023) για το πρόγραμμα του ΜέΡΑ25: «Νέος τρόμος από Βαρουφάκη. Μετά τη “Δήμητρα” έρχεται ο “Οδυσσέας”». Ο δημοσιογράφος Αρης Χατζηστεφάνου, που έγραψε πρόσφατα το βιβλίο «Προπαγάνδα και παραπληροφόρηση», μιλώντας στο Kontra (2/5/2023) με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ελευθερίας του Τύπου είχε αναφέρει πως «ζούμε τις χειρότερες στιγμές ελέγχου του μηνύματος από το τέλος της δικτατορίας». Αυτό προφανώς έχει επιπτώσεις στη δημοκρατία, αφού παρουσιάζεται ότι δεν υπάρχει καμιά άλλη εναλλακτική πέρα από αυτήν που πρεσβεύει ο Κυρ. Μητσοτάκης.

Documento Newsletter