Στη ΜεταBrexit εποχή, όποιος επιθυμεί να μεταναστεύσει στο Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να περάσει το σκόπελο του φρεσκοανακοινωθέντος συστήματος συλλογής πόντων.
Αντιδράσεις έχει προκαλέσει στο Ηνωμένο Βασίλειο η ανακοίνωση του νέου συστήματος μετανάστευσης το οποίο θα έρθει σε ισχύ το επόμενο έτος, όταν η χώρα θα έχει μπει στη μεταBrexit εποχή.
«Ο αυτοαπασχολούμενος Πολωνός υδραυλικός θα είναι παρελθόν. Θα είναι δυσκολότερο να βρει κανείς ταξί Uber στις μεγαλύτερες βρετανικές πόλεις. Όποιος θέλει να προσλάβει μια Λιθουανή νταντά θα πρέπει να της δίνει 500 λίρες την εβδομάδα (601 ευρώ) την εβδομάδα – και να βεβαιώνεται ότι ο φοροεισπράκτορας το γνωρίζει», εξηγεί στην ανάλυσή του ο οικονομικός συντάκτης της εφημερίδας Guardian, Λάρι Έλιοτ.
Με το νέο σύστημα, το Ηνωμένο Βασίλειο θα υποδέχεται με ανοιχτές αγκάλες τους υψηλά καταρτισμένους εργαζόμενους από οποιαδήποτε γωνιά του πλανήτη, αλλά θα κλείνει την πόρτα σε όσους δεν μιλούν αγγλικά και είναι ανειδίκευτοι ή χαμηλής ειδίκευσης εργάτες.
Βάσει των νέων κανόνων, για να μπορεί κάποιος να κάνει αίτηση για εργασία, θα πρέπει να συγκεντρώσει τουλάχιστον 70 βαθμούς. Για να τα καταφέρει, θα πρέπει να έχει εξασφαλίσει μια προσφορά εργασίας από τον μελλοντικό του εργοδότη (20 βαθμούς), η εργασία του να απαιτεί ειδίκευση (20 βαθμούς), να μιλάει αγγλικά (10 βαθμούς) και ο ελάχιστος μισθός του να αγγίζει τις 25.600 λίρες ετησίως (30.808 ευρώ), 20 βαθμούς – πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που θα αφορούν τομείς με έλλειψη εργατικών χεριών και το όριο θα είναι στις 20.480 λίρες (24.646 ευρώ).
Το σκεπτικό της κυβέρνησης του Μπόρις Τζόνσον πίσω από το νέο σύστημα είναι ότι οι εργοδότες προτιμούν να προσλαμβάνουν φθηνούς εργάτες από την ανατολική Ευρώπη από το να επενδύουν σε νέο εξοπλισμό που θα αυτοματοποιούσε και θα βελτίωνε την ποιότητα των προϊόντων και υπηρεσιών τους.
Ωστόσο, οι επικριτές λένε ότι πολλοί διαφορετικοί τομείς της οικονομίας – όπως της φροντίδας ηλικιωμένων, της διανομής και συγκομιδής καρπών – θα επηρεαστούν αρνητικά ,καθώς θα ξεμείνουν από εργατικά χέρια και ότι οι τσέπες των Βρετανών θα επιβαρυνθούν λόγω της πιθανότατης αύξησης των τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες.