Πόρισμα Σοφουλάκη: Δικαιώνεται η Τουλουπάκη για το χρόνο αποστολής της δικογραφίας Novartis στη Βουλή

Πόρισμα Σοφουλάκη: Δικαιώνεται η Τουλουπάκη για το χρόνο αποστολής της δικογραφίας Novartis στη Βουλή

Χαστούκι στα οσα ισχυρίζονταν οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση Novartis και δικαίωση για τους χειρισμούς της Τουλουπάκη είναι αυτά που καταγράφει στο πόρισμά του ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Λάμπρος Σοφουλάκης για την «αμελλητί» αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή. Μάλιστα, κάνει αναφορά και στην περίφημη υπόθεση Κοσκωτά.

Τα πολιτικά πρόσωπα προέταξαν στην υπερασπιστική τους γραμμή τη μη έγκαιρη αποστολή της δικογραφίας («αμελλητί») στη Βουλή όταν για πρώτη φορά η έρευνα προσέκρουσε σε πολιτικό. «Η κα Τουλουπάκη έχει προχωρήσει στην αποστολή της βουλής ενός φακέλου που είναι εντελώς άκυρος. Υποβλήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου ενώ το σύνταγμα λέει αμελλητί και η πρώτη κατάθεση έγινε στις 6 Νοεμβρίου», δήλωνε σε μια από τις πάμπολλες συνεντεύξεις που έδωσε για την εμπλοκή του στο σκάνδαλο Novartis ο Άδωνις Γεωργιάδης.

Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που χαρακτηρίζει στο πόρισμά του την υπόθεση Novartis ως «μεγάλης σπουδαιότητας και ιδιαίτερης ευαισθησίας» δικαιώνει επί της ουσίας την επιλογή της Τουλουπάκη. Να διαβιβάσει δηλαδή τη δικογραφία στη Βουλή σε χρόνο μεταγενέστερο της πρώτης αναφοράς που έγινε για εμπλοκή πολιτικού προσώπου.

Αυτό στοιχειοθετείται αφενός λόγω της σοβαρότητας και της πολυπλοκότητας της ερευνομένης υπόθεσης και αφετέρου μέσω του τρόπου που έγιναν οι καταθέσεις ώστε να διατηρείται μια χρονική αλληλουχία των γεγονότων. Με απλά λόγια, οι μάρτυρες ξεκίνησαν την εξιστόρηση του σκανδάλου Novartis από μια χρονική περίοδο και με βάση αυτή ξεδίπλωσαν το κουβάρι χρονολογικά.

Έτσι, οι καταθέσεις που σχετίζονταν με τα πολιτικά πρόσωπα ξεκίνησαν απ’ όταν υπουργός Υγείας ήταν ο Δημήτρης Αβραμόπουλος και ολοκληρώθηκαν με την υπουργία Άδωνη Γεωργιάδη και πρωθυπουργίας Αντώνη Σαμαρά.

Είναι φανερό πως καταρρίπτεται και ο ισχυρισμός – μεταξύ άλλων και των πολιτικών προσώπων – ότι αν υπήρχε εμπλοκή Σαμαρά στο σκάνδαλο θα έπρεπε, λόγω της σπουδαιότητας του θεσμικού ρόλου που κατείχε, να είχε καταγγελθεί πρώτη απ’ όλα.

Συνεπώς, σύμφωνα πάντα με το πόρισμα Σοφουλάκη όπως προκύπτει από το χρόνο αποστολής της δικογραφίας στη Βουλή «δεν ευσταθεί ο προβαλλόμενος ισχυρισμός, ότι οι εισαγγελείς διαφθοράς είχαν συγκεκριμένες επιδιώξεις ή εξυπηρετούσαν συγκεκριμένη σκοπιμότητα με εντελώς παράνομο και αποδοκιμαζόμενο από την έννομη τάξη τρόπο, όπως κατ΄υποκειμενική κρίση τους αποδίδεται». Επιπλέον, «δεν μπορεί να εξαχθεί εξ΄ αυτού βάσιμη υπόνοια, ότι έγινε με πρόθεση βλάβης των δικαιωμάτων των φερομένων ως εμπλεκομένων (σ.σ πολιτικών προσώπων)», όπως οι τελευταίοι ισχυρίζονταν.

Προς επίρρωση των αιτιάσεών του, ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου κάνει αναφορά και στην περίφημη υπόθεση Κοσκωτά, όταν η διαβίβαση του φακέλου της δικογραφίας έγινε πολύ αργότερα και μετά την περαίωση της κύριας ανάκρισης από τους Ειδικούς Εφέτες Ανακριτές. Τότε, όπως επισημαίνει, δεν κρίθηκε ότι καταπατήθηκαν τα δικαιώματα των διαδίκων ούτε και είχε δημιουργηθεί ακυρότητα.

Έτσι, το πόρισμα Σοφουλάκη δικαιώνει τους χειρισμούς των εισαγγελέων Διαφθοράς αφού από «κανένα χειροπιαστό αποδεικτικό στοιχείο, δεν προκύπτουν και δη σε βαθμό επαρκών ενδείξεων κίνησης ποινικής δίωξης τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία τελέσεως της καταγγελλόμενης πράξεως [….]».

Documento Newsletter