Η Πολωνία πιο κοντά στις Βρυξέλλες μετά τις εκλογές και την πιθανή αλλαγή κυβέρνησης
Επί χρόνια υπήρξε κοιτίδα της ακραίας συντηρητικής πολιτικής στην ΕΕ, υπόδειγμα αυταρχισμού και υπόγειας διαφθοράς σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Το φέουδο του Κατσίνσκι, η Πολωνία, ετοιμάζεται να αλλάξει πορεία. Κάνει στροφή έπειτα από οκτώ χρόνια ξενοφοβικής, ευρωφοβικής, συντηρητικής διακυβέρνησης από την αυλή του σκιώδους ηγέτη της Κατσίνσκι και των δύο πρωθυπουργών του Αντρέι Ντούντα και Ματέους Μοραβιέτσκι.
Τα αποτελέσματα των εκλογών του περασμένου Σαββατοκύριακου ανοίγουν πιθανότατα τον δρόμο στον σχηματισμό κυβέρνησης από τα κόμματα και τους συνασπισμούς τής μέχρι πρότινος αντιπολίτευσης. Ο συνασπισμός της Ενωμένης Δεξιάς του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), του κορμού δηλαδή της απερχόμενης κυβέρνησης, πρώτευσε μεν με 35,4% στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων, ωστόσο κατέλαβε μόλις 194 έδρες και του υπολείπονται 37 για να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στη Βουλή των 460 εδρών. Και αυτό διότι το μοναδικό κόμμα με το οποίο θα μπορούσε να συνεργαστεί μετεκλογικά, η ακροδεξιά Συνομοσπονδία (Konfederacja), κατέλαβε μόλις έντεκα έδρες αφού συγκέντρωσε το 7,2% των ψήφων. Επομένως το ενδεχόμενο κυβέρνησης συνεργασίας αυτών των δύο σχηματισμών που συγκεντρώνουν 205 έδρες απομακρύνεται.
Σε αναμονή ο Ντόναλντ Τουσκ
Παρά το γεγονός ότι ο πρώην πρωθυπουργός με το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη και νυν πρόεδρος της χώρας Αντρέι Ντούντα ξεκαθάρισε προεκλογικά ότι θα δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο κόμμα που θα έρθει πρώτο σε ψήφους, είναι σχεδόν σίγουρο ότι η διερευνητική εντολή θα περάσει στη δεύτερη πολιτική δύναμη, τον Συνασπισμό Πολιτών (ΚΟ), κορμός του οποίου είναι η Πλατφόρμα Πολιτών (PO), το κόμμα του πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ. Ο κεντροδεξιός, φιλελεύθερος συνασπισμός KO έλαβε 30,7% των ψήφων και 157 έδρες. Παράλληλα οι πιθανοί μετεκλογικοί εταίροι του, δηλαδή ο συνασπισμός Τρίτος Δρόμος (με κορμό το κόμμα PL2050/PSL) και η Αριστερά (με κορμό τη Νέα Αριστερά), έλαβαν 14,4% (65 έδρες) και 12,6% (26 έδρες) αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει ότι εάν το σενάριο συνεργασίας μεταξύ των τριών επιβεβαιωθεί, ο σχηματισμός πιθανής τρικομματικής κυβέρνησης θα έχει άνετη πλειοψηφία 248 εδρών στο Σιέμ, το πολωνικό κοινοβούλιο, η οποία θα επιτρέπει να χαραχτεί πολιτική πορεία που θα απεγκλωβίσει την Πολωνία από την ομάδα των αυταρχικών χωρών της Ευρώπης, μαζί με την Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπάν και πρόσφατα τη Σλοβακία του Ρόμπερτ Φίτσο.
Η προθεσμία να διερευνηθεί η δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης μετά το εκλογικό αποτέλεσμα εκπνέει στα μέσα Δεκεμβρίου. Αν μέχρι τότε όλες οι προσπάθειες έχουν αποτύχει, θα οριστεί προσωρινός πρωθυπουργός και η χώρα θα οδηγηθεί σε νέα εκλογική αναμέτρηση. Αυτό το σενάριο είναι το έσχατο, καθώς είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα κόμματα της μέχρι τώρα αντιπολίτευσης θα παραμερίσουν τις διαφωνίες τους και θα καταφέρουν να συμπήξουν κυβέρνηση. Σκοπός της θα είναι η ριζική αλλαγή του καθεστώτος πλήρους ελέγχου που έχει επιβάλει η απερχόμενη κυβέρνηση στους κρατικούς μηχανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Δικαιοσύνης.
Κονδύλια και τοξικό κλίμα
Το θέμα του κράτους δικαίου στην Πολωνία και το ξεπάγωμα των ευρωπαϊκών κονδυλίων ύψους 110 δισ. ευρώ (είχαν παγώσει με δικαστική απόφαση εξαιτίας της δικαστικής μεταρρύθμισης του PiS) είναι ο Νο1 στόχος που έχει θέσει προεκλογικά ο Τουσκ για μια κυβέρνηση υπό τον ίδιο. Είναι σίγουρο ότι τα βήματα που θα πρέπει να κάνει μια κυβέρνηση Τουσκ για να σπάσει τον απόλυτο έλεγχο των θεσμών από το κόμμα του Κατσίνσκι και του Μοραβιέτσκι θα φέρουν αντιδράσεις στη χώρα, καθώς, όπως αποδείχτηκε και προεκλογικά, τα στελέχη του συντηρητικού αυταρχικού στρατοπέδου ξέρουν να δημιουργούν ιδιαίτερα τοξικό πολιτικό κλίμα.
Αν η νέα κυβέρνηση προχωρήσει προς αυτή την κατεύθυνση, πρακτικά η Πολωνία (η οποία λόγω της γεωγραφικής θέσης της και της οικονομικής σημασίας της παίζει σημαντικό γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό ρόλο στην περιοχή της ανατολικής Ευρώπης) θα στραφεί πάλι σε φιλοευρωπαϊκή κατεύθυνση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα αναλάβει όχι μόνο τον ρόλο του πυλωρού της Ευρώπης και της Δύσης στον δρόμο προς τη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία, αλλά θα προσχωρήσει βαθύτερα στο δυτικό στρατόπεδο, μέσα από μια πορεία όμως η οποία δεν θα είναι αμιγώς φιλοαμερικανική όπως η πολιτική του PiS, αλλά πιο ισορροπημένη.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι μια διακυβέρνηση του τρικομματικού συνασπισμού θα έχει και σημαντικό κοινωνικό αντίκτυπο, αφού θεωρείται δεδομένο πως αν παρακάμψουν τον σκόπελο του Ανώτατου Δικαστηρίου που αποτελείται από δικαστές διορισμένους από το PiS, θα αναβαθμιστεί η προστασία των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ και των γυναικών, με την αντιστροφή της νομοθεσίας του PiS για τις αμβλώσεις.
Ολα αυτά βέβαια θα γίνουν σίγουρα πιο εύκολα μετά την αποχώρηση Ντούντα από την προεδρία της χώρας (2025) καθώς η κυβέρνηση δεν έχει την πλειοψηφία των δύο τρίτων στη Βουλή, επομένως δεν μπορεί να παρακάμψει ένα προεδρικό βέτο.