Τις περισσότερες φορές χρειαζόμαστε μια αφορμή για να γράψουμε ή να προβληματιστούμε για κάτι το οποίο ίσως να μην αγνοούσαμε απαραίτητα πιο πριν, μπορεί όμως να νιώθαμε ότι δεν μας αφορά. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν θέματα για τα οποία χρειάζεται να επαγρυπνούμε διαρκώς, διατηρώντας ένα μόνιμα ανοιχτό διάλογο, όπως αυτός που αφορά τη συμπερίληψη και τη δημιουργία εκείνων των όρων που θα διασφαλίζουν σε όλα τα άτομα το δικαίωμά τους στην τέχνη χωρίς αποκλεισμούς. «Ο πραγματικός καλλιτέχνης δεν είναι αυτός που κατακρεουργείται από το “κτήνος”, αλλά αυτός που με κόπο καταφέρνει τελικά να το δαμάζει» έγραψε ο Ερνστ Φίσερ στο βιβλίο «Η αναγκαιότητα της τέχνης». Στην κουβέντα που ακολουθεί ανάπηροι/ες καλλιτέχνες/ιδες αναδεικνύουν ότι για κάθε μικρό βήμα προς τη συμπερίληψη χρειάζεται να περάσει ένας οδοστρωτήρας δυσκολιών από πάνω τους, που τους ενδυναμώνει για τις επόμενες διεκδικήσεις. Οι οποίες, δυστυχώς, έχουν ακόμη πολύ δρόμο…
Ο Γιώργος Χρηστάκης είναι ανάπηρος χορογράφος και χορευτής σχεδόν 30 χρόνια. Αυτό που παρατηρεί στο πέρασμα των χρόνων είναι πως παρά τις προσπάθειες των ανάπηρων καλλιτεχνών, ο δημόσιος λόγος εξακολουθεί να τους εντάσσει σε ένα πλαίσιο υπερβατικό. «Δεν υπάρχει παιδεία σε σχέση με την αναπηρία. Υπερβολές τύπου “υπεράνθρωποι που η ψυχή τους χορεύει” δεν μας αντιπροσωπεύουν μιας και μας τοποθετούν σε ένα πεδίο ξεχωριστό απ’ τους υπόλοιπους καλλιτέχνες».
Η Ελευθερία Μαντζουράνη απ’ τη μεριά της ως ανάπηρη ηθοποιός πιστεύει ότι αυτό σχετίζεται άμεσα με το γεγονός ότι για πολλά χρόνια οι ανάπηροι/ες αποκλείονταν απ’ τις σπουδές που αφορούσαν την τέχνη. «Διαχρονικά μάς αντιμετωπίζουν ως ερασιτέχνες, θεωρώντας ότι η τέχνη που αφορά τους ανάπηρους περιορίζεται αποκλειστικά σε ένα θεραπευτικό πλαίσιο, κάτι που εκπορεύεται απ’ το ιατρικό μοντέλο της αναπηρίας. Ο ανάπηρος άνθρωπος αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα που πρέπει να ιαθεί κι όχι ως άτομο που παρεμποδίζεται κοινωνικά να ενταχθεί από την κανονικότητα και την κυρίαρχη ομάδα».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τέχνη είναι αντικατοπτρισμός της ζωής και της καθημερινότητας, με την Ελευθερία να συμπληρώνει: «Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι στο πλαίσιο της –απαξιωτικής για τους ανάπηρους– φιλανθρωπίας δημιουργούν καλλιτεχνικά εργαστήρια για ανάπηρα παιδιά· όταν όμως αυτά μεγαλώσουν και θελήσουν ισότιμα να διεκδικήσουν καλλιτεχνικές σπουδές και επαγγελματική αναγνώριση τα πράγματα οδηγούνται σε αδιέξοδο. Στο εξωτερικό όλες οι υπάρχουσες τεχνικές του θεάτρου εφαρμόζονται στο ανάπηρο σώμα, συμπεριλαμβάνοντάς το».
Ο Γιώργος εδώ και δύο δεκαετίες διατηρεί τη μεικτή –ανάπηρα και μη ανάπηρα άτομα– ομάδα Dagipoli Dance Co., παρουσιάζοντας κάθε χρόνο την εργασία τους στο κοινό. Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι στον χώρο των χορευτών τούς εντάσσουν στην ερασιτεχνική κλίμακα μιας και η αναπαράσταση του χορευτή στη συλλογική συνείδηση αφορά ένα σώμα άρτιο. «Οταν ακόμη ξεκινούσαμε η τέχνη του χορού είχε φτάσει σε σημείο κορεσμού όσον αφορά τις τεχνικές και το τι έχει να δείξει το σώμα του χορευτή. Ξαφνικά λοιπόν εμφανίστηκε το ανάπηρο σώμα, φέρνοντας ένα επιπλέον κινησιολογικό λεξιλόγιο, εξαιρετικά γοητευτικό και ενδιαφέρον, επιδεικνύοντας παράλληλα συνειδητή συνέπεια αποσκοπώντας στην προσέλκυση νέου κοινού και κοινωνικών ζυμώσεων».
Απ’ τον χορό στο θέατρο και στην ομάδα ΘΕΑΜΑ, η οποία ιδρύθηκε το 2010 έπειτα από προσωπική πρωτοβουλία του ηθοποιού, σκηνοθέτη και εκπαιδευτή θεάτρου Βασίλη Οικονόμου, ο οποίος πιστεύει ότι το συμπεριληπτικό θέατρο δεν είναι ένα «άλλο» θέατρο. «Με ανάγκαζαν να κρύβω τη βλάβη μου για να παίζω σε μεγάλες παραγωγές. Είχα πλέον δομήσει πολιτική ταυτότητα αναπήρου όταν αποφάσισα να είμαι ο εαυτός μου. Παραιτήθηκα από αρχαιολόγος που δούλευα μέχρι τότε, ζητώντας από τον δήμο να δημιουργήσει ένα επαγγελματικό συμπεριληπτικό εργαστήρι. Το αποδέχτηκαν, αλλά δεν μπόρεσαν να το στηρίξουν οικονομικά. Ετσι φτιάξαμε το ΘΕΑΜΑ, καταφέρνοντας να φτάσουμε σε παγκόσμιες σκηνές καθώς και στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Μπαίνουμε στον 14ο χρόνο λειτουργίας μας, μετρώντας τουλάχιστον 24 παραγωγές».
Η κατάργηση του όρου της αρτιμέλειας
Στις 3 Δεκεμβρίου του 2014 η Κίνηση Ανάπηρων Καλλιτεχνών πραγματοποίησε παράσταση διαμαρτυρίας έξω από το Εθνικό Θέατρο, το υπουργείο Πολιτισμού και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, διεκδικώντας την κατάργηση των διατάξεων των ΠΔ 336/1989 και 370/1983 που όριζαν ως κριτήριο εισαγωγής υποψηφίων στις δραματικές σχολές την αρτιμέλεια. Δύο χρόνια μετά ο όρος της αρτιμέλειας απαλείφθηκε, πρακτικά όμως δεν υπάρχουν οι προδιαγραφές ώστε να μπορεί ένας ανάπηρος να ενταχθεί στο πρόγραμμα των σπουδών.
«Τα κτίρια παραμένουν μη προσπελάσιμα, ο ίδιος ο τρόπος της εκπαίδευσης είναι βασισμένος στο άρτιο σώμα. Διεκδικούμε καθολική πρόσβαση στο περιεχόμενο της τέχνης και ενεργή συμμετοχή μέσω της παιδείας» επισημαίνει ο Αντώνης Ρέλλας, ανάπηρος σκηνοθέτης και ιδρυτικό μέλος της Κίνησης Ανάπηρων Καλλιτεχνών, συμπληρώνοντας πως «δεν μας καθιστά ανάπηρους/ες η βλάβη στο σώμα μας, αλλά το πώς έχει δομηθεί η κοινωνία. Προσπαθούμε να παραγάγουμε τέχνη, μια έκφανση δηλαδή της ανθρώπινης δραστηριότητας, χωρίς να έχουμε τα εργαλεία, μιας και δεν μας το επιτρέπει η μη “κανονικότητά” μας. Ολα όσα έχουν κερδηθεί μέχρι σήμερα είναι αποτέλεσμα συστηματικού και επίπονου αγώνα».
Ο όρος της αρτιμέλειας μπορεί να απαλείφθηκε απ’ τις σπουδές θεάτρου, κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει για τον χορό. «Ακόμη κι αν άλλαζε ο όρος της αρτιμέλειας στον χορό, δεν θα ήταν αρκετό. Αδιαμφισβήτητα θα μιλούσαμε για σημαντικό βήμα, αυτό όμως που χρειάζεται επί της ουσίας είναι η αναθεώρηση ολόκληρου του εκπαιδευτικού προγράμματος, ώστε να μπορεί να μας συμπεριλαμβάνει. Κάτι τέτοιο έχει κόστος και αρκετή δουλειά, που δεν είναι διευθετημένοι να την κάνουν» εξηγεί ο Γιώργος.
«Η πολιτεία φοβάται τους καλλιτέχνες, τους θεωρεί επικίνδυνους για την αλλαγή. Είμαστε όμως εδώ και παλεύουμε για ισότητα χωρίς εκπτώσεις» επισημαίνει ο Βασίλης.
«Για τον Λιβαθινό το θέατρο δεν είναι δημοκρατικό»
Στην εκπνοή του 2017 εκπρόσωποι της Κίνησης Ανάπηρων Καλλιτεχνών πραγματοποίησαν συνάντηση με τον τότε καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Στάθη Λιβαθινό, προκειμένου να συζητηθεί η κατάργηση του όρου της αρτιμέλειας και από τις κρατικές δραματικές σχολές και σχολές χορού, όπως ισχύει για τις ιδιωτικές.
Η πρώτη αντίδραση του Λιβαθινού τότε ήταν να δυσφορήσει στην ιδέα ότι το Εθνικό θα γέμιζε ανάπηρους. Ο Αντώνης Ρέλλας δεν εξεπλάγη με αυτήν τη ρητορική: «Ο κ. Λιβαθινός μας ενημέρωσε ότι το θέατρο δεν είναι δημοκρατικό αλλά φασιστικό και επιλέγει τους πιο ικανούς. Μας είπε επίσης ότι ο ρόλος του ηθοποιού δεν είναι να διεκδικεί δικαιώματα. Βγαίνοντας απ’ τη συνάντηση μαζί του κάναμε έναν κύκλο και βάλαμε τα κλάματα. Το συζητήσαμε τότε με μη ανάπηρους συναδέλφους, δεν τολμήσαμε όμως να μιλήσουμε δημόσια. Χρειάστηκε το κίνημα #MeToo για να πάρουμε θάρρος. Ξέρεις ότι όταν αναγνώστηκε η επιστολή διαμαρτυρίας μας στο ΣΕΗ ένα σημαντικό μέρος του ΔΣ συμφωνούσε με τις απόψεις του τότε καλλιτεχνικού διευθυντή;
Ο Λιβαθινός φοβήθηκε την αλλοίωση της εικόνας του Εθνικού από ανάπηρα σώματα που δεν θα επιτελούν την εικόνα που είχε για τους καλλιτέχνες στο μυαλό του· ότι τα ικανά σώματα θα χάσουν τα προνόμιά τους. Η αντίληψη αυτή δυστυχώς δεν σπάει με προεδρικά διατάγματα, είναι κοινωνικά κατασκευασμένη συνθήκη που θα χρειαστούν δεκαετίες για να αλλάξει. Χρειάζεται ένα αντίστοιχο του #MeToo που να αφορά οριζόντια τις ζωές των αναπήρων, να πάρουμε με το μέρος μας το κομμάτι της κοινωνίας που αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι προσωπικό του ζήτημα αλλά ζήτημα δικαιωμάτων».
Η ισοτιμία κερδίζεται όταν η κυρίαρχη ομάδα τσαλακώνεται
Η Ελευθερία Μαντζουράνη θυμάται το Αντιφασιστικό Φεστιβάλ Παραστατικών Τεχνών. «Κάτω απ’ το κοινό πρίσμα της αντίστασης απέναντι στους χρυσαυγίτες οι καλλιτέχνες ενωθήκαμε και δημιουργήσαμε ένα πρόγραμμα από όλους για όλους. Υπήρχαν τουλάχιστον πέντε αναπηρικές παραστάσεις και θεματικές συζητήσεις για τους ανάπηρους», με τον Αντώνη Ρέλλα να συμπληρώνει: «Δώσαμε έναν τεράστιο αγώνα στο Εμπρός. Εκεί βάλαμε το ζήτημα του Προγράμματος Ευθανασίας T-4 (Aktion T-4) της ναζιστικής Γερμανίας, μέσω του οποίου δολοφόνησαν με φρικτό τρόπο περισσότερα από 300.000 ανάπηρα άτομα. Εκεί μας άκουσαν και μας κάλεσαν οι δικηγόροι για να καταθέσουμε ενισχύοντας τον αντιφασιστικό αγώνα. Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Οι σημαντικές μας στιγμές δεν γεννήθηκαν ούτε στα μεγάλα ιδρύματα ούτε επειδή το Εθνικό πήρε μια κοπέλα με σύνδρομο Down να παίξει σε μία παράσταση. Γεννιούνται με καθημερινές και πολλές φορές δυσβάστακτες μάχες και η ισοτιμία κερδίζεται όταν η κυρίαρχη ομάδα τσαλακώνεται.
Ο ανάπηρος καλλιτέχνης γνωρίζει ότι τα ζητήματα της πολιτικής προηγούνται για να μπορέσεις να παραγάγεις τέχνη η οποία θα συγκρουστεί και θα χτυπήσει τα στεγανά. Δεν θέλουμε να χαϊδέψουμε αυτιά. Δεν μας ενδιαφέρει να είμαστε χειροκροτητές. Θεωρούν ένα θέατρο προσβάσιμο γιατί μπορεί κάποιος να μπει να παρακολουθήσει, αλλά όχι να δημιουργήσει. Είναι ζήτημα εάν το 20% των θεάτρων είναι προσβάσιμα με ράμπα».
Μιλάμε για την κυρίαρχη κοινή γνώμη, όμως ο Γιώργος Χρηστάκης επισημαίνει ότι δεν πρέπει να θεωρούμε ότι μέσα στην αναπηρία δεν υπάρχουν στερεότυπα. «Υπάρχουν στερεοτυπικοί ψυχαναγκασμοί στο αναπηρικό κίνημα. Ας πούμε, ενώ στα σεμινάρια που κάνω έρχονται πολλοί/ες, όταν τους/τις πεις να ανέβουμε στη σκηνή και να παρουσιάσουμε το έργο μας στο κοινό κάνουν πίσω».
«Υπάρχουν ανάπηρα άτομα που δεν θέλουν να πέσουν στο πάτωμα για χάρη του ρόλου, ενώ παράλληλα γονείς δεν θέλουν να εκτεθεί το παιδί τους μπροστά στο κοινό, μιας και στο φαντασιακό τους θεωρούν ότι θα το λυπηθούν, κάτι που δεν συμβαίνει. Η τέχνη των αναπήρων είναι ισχυρό όπλο στην ιστορία της ανθρωπότητας κι εννοώ την τέχνη που παράχθηκε απ’ το κλειστό πλαίσιο των αναπήρων, ένα πλαίσιο το οποίο δεν ήταν επιλογή» συμπληρώνει ο Αντώνης.
Αναπηρία για Οσκαρ
Η Σοφία Ρομπόλη είναι διερμηνέας νοηματικής γλώσσας και αναπόσπαστο κομμάτι του Θεάτρου Κωφών Ελλάδος, το οποίο έκλεισε τα χρόνια της πανδημίας. Επισημαίνει ότι παλιότερα υπήρχε αντίσταση στο να δεχτούν διερμηνεία στις παραστάσεις. «Οι παλιότεροι ηθοποιοί έλεγαν πως δεν μπορούν να παίζουν ένα μονόλογο και να κοιτάνε τον διερμηνέα στη σκηνή. Τώρα έγινε μόδα και μας δέχονται περισσότερο, κάνοντας κάποια μικρά βήματα. Δεν πιστεύω ότι τους ενδιαφέρει η προσβασιμότητα, παρά μόνο τα εισιτήρια που θα κόψουν. Οι μεγάλες σκηνές που έχουν μεγάλες παραγωγές δίνουν κάποιες παραστάσεις για κωφούς σε συγκεκριμένη μέρα κι ώρα. Είναι αλήθεια ότι οι κωφοί δυστυχώς δεν έχουν μάθει να πηγαίνουν θέατρο, δεν είναι μέσα στην κουλτούρα τους, όμως αυτό χρειάζεται χρόνο και κατάλληλες υποδομές».
Η Ελευθερία Μαντζουράνη θεωρεί ότι πολλές φορές το να παίξει κανείς ρόλο αναπήρου αντιμετωπίζεται σαν πρόκληση. Στο Χόλιγουντ μάλιστα σχεδόν πάντα είτε κερδίζουν υποψηφιότητα είτε τελικά παίρνουν Οσκαρ. «Ο μη ανάπηρος καλλιτέχνης» εξηγεί, «μπαίνει στη διαδικασία να αποδώσει ένα χαρακτήρα με βλάβη, περιορίζοντας τη σχέση του με τον ρόλο στο σημείο που αφορά αυτή. Επειδή όμως δεν είναι χρόνιο βίωμά του αντιλαμβάνεται μόνο τα δικά του εμπόδια, δημιουργώντας παραπληροφόρηση», ενώ ο Αντώνης Ρέλλας συμπληρώνει πως «δεν είναι ότι δεν αναπαριστά καλά τη βλάβη, αλλά ότι δεν αναπαριστά την αναπηροποίηση που εξαιτίας αυτής είμαστε αποκλεισμένοι/ες». Και εξηγεί: «Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι πολλοί σκηνοθέτες συνειδητά επιλέγουν έναν μη ανάπηρο καλλιτέχνη για ρόλο αναπήρου (cripping up), μιας και η βάση της κυρίαρχης κοινωνικής αντίληψης θέλει τον θεατή να νιώθει καλύτερα ξέροντας ότι ο ηθοποιός μπροστά του θα σηκωθεί απ’ το αμαξίδιο στο τέλος της παράστασης. Ας το ξεκαθαρίσουμε μια και καλή. Το ανάπηρο σώμα είναι ένα ικανό σώμα».
Αλκίνοος Ιωαννίδης-Τραγουδοποιός: «Δεν μπορούν να αποκλείονται σπουδαίοι και χρήσιμοι άνθρωποι»
Το 2017 μαζί με τον Δήμο Χαλανδρίου και την Κίνηση Ανάπηρων Καλλιτεχνών στήσαμε μια μεγάλη γιορτή, μια εκδήλωση που για πρώτη φορά πληρούσε εξ ολοκλήρου το πρωτόκολλο της καθολικής προσβασιμότητας. Επιτέλους ήμασταν όλες/οι μαζί, χωρίς εξαιρέσεις. Μια αξέχαστη στιγμή χωρίς ίχνος «φιλανθρωπίας» ή αυταρέσκειας. Ενα μεγάλο «μαζί», μια στιγμή συνύπαρξης που θα έπρεπε να είναι αυτονόητη. Φυτεύτηκε ο σπόρος που θα γίνει δάσος. Κι ήταν σαν να βλέπουμε το δάσος αυτό, σαν να βλέπουμε μια πιο δίκαιη, πιο ανθρώπινη εποχή να μας χαιρετά καθησυχαστικά από το μέλλον. Οφείλουμε να ανοίξουμε τον δρόμο, κάθε άνθρωπος από τη μεριά του. Στις συναυλίες η αρχή έγινε. Λίγους μήνες μετά την πρώτη καθολικά προσβάσιμη συναυλία σε ανοιχτό χώρο επαναλάβαμε το εγχείρημα για πρώτη φορά σε κλειστή αίθουσα, στο Μέγαρο Μουσικής. Οι «δοκιμές» έγιναν και πέτυχαν. Υπάρχει το πρωτόκολλο, οι άνθρωποι που γνωρίζουν πώς στήνεται μια τέτοια υπόθεση, υπάρχουν οι καλλιτέχνες που το ζητάνε, υπάρχει η κοινωνική υποστήριξη. Το μόνο που δεν υπάρχει είναι η δικαιολογία να μην προχωρήσουν η συμπερίληψη και η προσβασιμότητα. Πρέπει να ασκηθεί πίεση ώστε να σταματήσουν οι διαχωρισμοί, οι οποίοι δεν μας τιμούν ως κοινωνία και μας φτωχαίνουν, αποκλείοντας ανθρώπους σπουδαίους και χρήσιμους που δεν μας περισσεύουν.
Πάνος Κούτρας – σκηνοθέτης: «Το λιγότερο που μπορώ να κάνω είναι προσβάσιμες ταινίες»
Από τις πρώτες ταινίες που έκανα θεωρούσα αυτονόητο πως αυτό που με ενδιέφερε να κάνω ήταν ένα σινεμά πάνω και πέρα απ’ όλα. Δεν θα μπορούσα λοιπόν παρά να μιλήσω ανοιχτά γι’ αυτό που είμαι εγώ, ένας γκέι άντρας, αλλά και για όσους αισθάνομαι πως βρίσκονται στο περιθώριο, θύματα μιας πουριτανικής «κανονικής» κοινωνίας.
Είναι αυτονόητο για μένα όταν οι χαρακτήρες των ταινιών μου είναι άτομα που ανήκουν σε μια μειονότητα (ΛΟΑΤΚΙ+, ανάπηροι/ες, μετανάστες κ.λπ.) να δίνω την ευκαιρία σε ηθοποιούς ή μη που ανήκουν σε αυτές τις μειονότητες να υποδύονται τους ρόλους. Με το ίδιο σκεπτικό θα πρέπει τα άτομα αυτά να μπορούν να συμμετέχουν και ως θεατές. Η προσβασιμότητα στις αίθουσες –τόσο η φυσική όσο και σε σχέση με τις ταινίες– είναι απαραίτητη.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα σκληρή για τα άτομα με αναπηρία. Παρά τις υποσχέσεις των εκάστοτε κυβερνήσεων δεν έχουν υπάρξει ουσιαστική αντιμετώπιση και διευκόλυνση της καθημερινότητάς τους. Το λιγότερο λοιπόν που θα μπορούσα να κάνω είναι προσβάσιμες ταινίες, ελπίζοντας πως κάποτε ένας/μια ανάπηρος/η θα μπορεί να έχει ακόμη περισσότερες επιλογές. Κι αυτή είναι μια απόφαση που πρέπει να πάρουμε, όπως συμβαίνει με όλα στη ζωή.
Ορέστης Ανδρεαδάκης Καλλιτεχνικός διευθυντής Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: «Η αναγκαιότητα της προσβασιμότητας αφορά και το καλλιτεχνικό περιεχόμενο»
Κάθε φεστιβάλ τέχνης οφείλει να λειτουργεί ως τόπος συμπερίληψης που θα εξασφαλίζει την προσβασιμότητα όλου του πληθυσμού. Ωστόσο ο στόχος και η αναγκαιότητα της προσβασιμότητας δεν αφορούν μονάχα το δομημένο περιβάλλον, αλλά και το καλλιτεχνικό περιεχόμενο. Ως Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης αποφασίσαμε λοιπόν να κινηθούμε στοχευμένα σε αυτήν τη διπλή κατεύθυνση. Ενας στόχος εξαιρετικά δύσκολος στην υλοποίησή του, που μας οδήγησε να στρέψουμε την προσοχή μας σε συνεργασίες με φορείς που θα μας επέτρεπαν να υλοποιήσουμε το όραμά μας. Εδώ και τέσσερα χρόνια, με αρωγό την πολύτιμη συνδρομή της Alpha Bank, χορηγού προσβασιμότητας του φεστιβάλ, φιλοξενούμε καθολικά προσβάσιμες προβολές ταινιών με ακουστική περιγραφή [AD: audio description] για τυφλούς και άτομα με προβλήματα όρασης και με ελληνικούς υπότιτλους για κωφούς και βαρήκοους [SDH: subtitles for the deaf or hard of hearing]. Επίσης, στο πρόσφατο 62ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης εγκαινιάσαμε το Βραβείο Προσβασιμότητας της Alpha Bank, που συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο ύψους 3.000 ευρώ και απονέμεται είτε σε μια προσωπικότητα είτε σε μια ταινία που αναδεικνύει ζητήματα προσβασιμότητας στις τέχνες. Μονάχα αν παρακολουθήσει κανείς κάποια από τις καθολικά προσβάσιμες προβολές που διοργανώνουμε θα μπορέσει να κατανοήσει τα συναισθήματα που βιώνουμε στο φεστιβάλ. Οι συγκεκριμένες προβολές είναι ανοιχτές και δωρεάν για όλο το κοινό. Ενα κοινό που ήταν αποκλεισμένο από την απόλαυση της σκοτεινής αίθουσας και τη μαγεία του σινεμά έχει πλέον τη δυνατότητα να δει και να ακούσει μια ταινία χωρίς περιορισμούς, αποκλεισμούς και διακρίσεις.