Συνεχίζουμε αυτό που ξεκινήσαμε τις δύο προηγούμενες εβδομάδες: περιπλανήσεις και πλεύσεις τέχνης που συμβάλλουν στην ευκταία άλλη, πιο ποιοτική και πιο ανθρώπινη πρόσληψη των καθημερινών ωρών μας στην πόλη.
Καθώς εξακολουθούμε να ζούμε σε καιρούς που είναι για γέλια και για κλάματα και καθώς η παράνοια μοιάζει πια γενικευμένη, η ασυναρτησία είναι καλπάζουσα και η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά τείνει να γίνει σήμα κατατεθέν των σύγχρονων κατακερματισμένων κοινωνιών, πιανόμαστε, όπως ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά του, εμείς απ’ τα μυαλά μας και τα μυαλά έλλογων και έναρθρων ανθρώπων που με την τέχνη και τη σκέψη τους δεν παύουν να μας παρηγορούν και να μας εμπνέουν.
Αλλά πρώτα μια δόση παραφροσύνης βουτηγμένης στην ταχύπλοη λήθη της λογικής που κυριαρχεί στα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μια υπενθύμιση.
Ο νέος Πικάσο, λοιπόν! Μάλλον, ο νήπιος Πικάσο. Ο μόλις δύο ετών «ιδιοφυής ζωγράφος» που μάλιστα πουλάει έργα της τάξεως των 5 και των 7 χιλιάδων ευρώ. Ακούει στο όνομα Λόρεντ Σβαρτς (Laurent Schwarz), είναι Βαυαρός, η μαμά του (32 ετών) ανακάλυψε το ταλέντο του όταν το νήπιο ακόμη μπουσουλούσε, έβαλε τις μεγαλειώδεις ζωγραφιές του στο Instagram και άρχισε ο κακός (μάλλον καλός για το βαλάντιο της μαμάς του πιτσιρικά) χαμός, με 39 χιλιάδες ακόλουθους και κάμποσους καλλιτεχνικώς υπεραναλφάβητους να σχολιάζουν και να αγοράζουν τα έργα του.
Δεν συνεχίζω, παρά μόνο υπενθυμίζω την άλλη βρεφονηπιακή διάνοια, της λογοτεχνίας αυτήν τη φορά, την άλλοτε περιλάλητη και νυν λησμονημένη κι από τον ίδιο της τον εαυτό Μινού Ντρουέ (Minou Drouet, 24.07.1947). Η Ντρουέ, που επίσης μέσω της μαμάς της, θετής εν προκειμένω, μεσουράνησε στον χώρο της ποίησης για ένα διάστημα, εν συνεχεία κατόρθωσε να γίνει σε όλα τέως, ακόμη και στο όνομά της: τέως ποιήτρια, τέως μουσικός, τέως μυθιστοριογράφος, τέως νοσοκόμα, τέως χρονικογράφος. Και δεν λέγεται πια Μινού Ντρουέ αλλά, μέχρι νεωτέρας, Μαρί Νοέλ Λε Κανί. Το πιο εύστοχα νόστιμο και νόστιμα εύστοχο για την τέως των πάντων το είπε ο μέγας Ζαν Κοκτώ: «Ολα μα όλα τα παιδιά είναι διάνοιες, εκτός από τη Μινού Ντρουέ». Υπενθυμίζω ότι ο Ρολάν Μπαρτ στο μακράν καλύτερο βιβλίο του, τις «Μυθολογίες» (μτφρ. Καίτη Χατζηδήμου & Ιουλιέττα Ράλλη, εκδ. Κέδρος), καταπιάνεται λίαν επικριτικά με το «φαινόμενο Μινού Ντρουέ» (σ. 115-125).
Ας σοβαρευτούμε προτού περιπέσουμε σε κατάθλιψη. Εχουμε σχολιάσει κάμποσες φορές πόσο το βιβλίο ανθεί ποιοτικά κι ας μοιάζει περιορισμένο αριθμητικά το αναγνωστικό κοινό κι ας κυκλοφορούν βιβλία πρωτοεξαφανιζόμενων (δικός μας ο χαριτωμένος και πικρός νεολογισμός) που δεν έχουν απολύτως τίποτε να πουν. Ευτυχώς, στο γραφείο του γράφοντος αριθμούμε πάνω από εφτά ντάνες έργων προς ανάγνωση – και το θέρος είναι η εποχή κατά την οποία ο γράφων στερείται μεν την παρέα αγαπημένων φίλων που παραθερίζουν αλλά αδράχνει την ευκαιρία να επιδίδεται, παραμένοντας δεκαετίες τώρα πεισματικά στο κλεινόν άστυ, στις θεσπέσιες τέρψεις της μοναξιάς, πάει να πει στην ακρόαση μπαρόκ μουσικής και τη συστηματικά εξάωρη καθημερινή μελέτη.
Από τις εν λόγω εφτά ντάνες θα ξεχωρίσω για σας κάποια έργα που έχουν ιδιαίτερη σημασία και στα οποία θα επανέλθω εκτενώς:
01. Κομψότατος ο τόμος «Σάρα Κέιν – Απασα όλα τα έργα» (μτφρ. Αντώνης Γαλέος, εκδ. Κάπα) με τα συγκλονιστικά θεατρικά «Κομμάτια», «Η αγάπη της Φαίδρας», «Εξιλεώθηκαν», «Λαχταρώ», «Η ψύχωση των 4.48» και «Δέρμα».
02. Το βιβλίδιο «Η ομογενοποίηση του κόσμου» που υπογράφει ο Στέφαν Τσβάιχ (μτφρ. Μαρία Αγγελίδου & Αγγελος Αγγελίδης, εκδ. Αγρα) με έχει ωθήσει, με τα όσα κρίσιμα εκθέτει και τα οποία ισχύουν σε βαθμό παράκρουσης σήμερα, έναν ολόκληρο αιώνα μετά τη συγγραφή του, στην εκπόνηση εκ μέρους μου δοκιμίου περισσότερων λέξεων από το ίδιο. Το θεωρώ απαραίτητο ανάγνωσμα για όποιον επιθυμεί ακόμη να σκέφτεται το περιβόητο «Μα πού ζούμε!».
03. Ο Αλέξανδρος Ψυχούλης με τον «Τροφοσυλλέκτη» (εκδ. Νήσος) προσφέρει τη δεύτερη απόδειξη (μετά το εγχειρίδιο «Τα τσίπουρα στο Βόλο», επίσης εκδ. Νήσος) ότι γράφει, όπως ο Εγγονόπουλος, ο Κουνέλλης, ο Τσαρούχης και άλλοι, τόσο καλά όσο ζωγραφίζει.
04. Ο Σαλμάν Ρούσντι στο πολυσέλιδο «Μαχαίρι» (που μετέφρασε ο αείμνηστος ποιητής Γιώργος Μπλάνας και κυκλοφόρησε προσφάτως από τις εκδ. Ψυχογιός) ιστορεί τη φριχτή φονική επίθεση που δέχτηκε προ διετίας, τον Αύγουστο του 2022, και επιχειρεί να χαρτογραφήσει το χάος στο μυαλό του επίδοξου φονιά. Θα σπεύσω να διαβάσω το βιβλίο. Για την ώρα παραθέτω απόσπασμα από κείμενό μου στο Documento αμέσως μετά το αποτρόπαιο γεγονός: «Το ον που μαχαίρωσε τον συγγραφέα ανήκει στην κατηγορία “προάνθρωπος”· δεν έχει περάσει ακόμη, και ίσως δεν πρόκειται ποτέ να περάσει, στην ηλικία της λογικής της ανθρωπότητας – και, ασφαλώς, η λογική της ανθρωπότητας είναι η μυθοπλασία, είναι η τέχνη, είναι ο τρόπος να δεξιωνόμαστε την πραγματικότητα μέσα από το καλειδοσκόπιο της έλλογης φαντασίας, τραγουδώντας, πάντα, το τραγούδι που ξεγελάει τον χρόνο».
Αυτά για την ώρα. Ραντεβού με περισσότερες πολιτισμικές πλοηγήσεις την επόμενη Κυριακή.
Face Control