H αστυνοµία είναι θεσµός της δηµοκρατίας και προστάτης των αδύναµων πολιτών. Πολλές όµως φορές οι αστυνοµικοί υπερβαίνουν τις εκ του συντάγµατος και των νόµων αρµοδιότητές τους και, υιοθετώντας την «µπλε υποκουλτούρα» (εµείς είµαστε το κράτος), προβαίνουν σε βίαιες και παράνοµες ενέργειες (από αναίτια καταστολή κατά πολιτών µέχρι συµµετοχή σε εγκληµατικές οργανώσεις).
∆εν πιστεύω ότι µέσα σε κάθε αστυνοµικό φωλιάζει ένας «βασανιστής», γι’ αυτό πρέπει η εκάστοτε πολιτική και φυσική ηγεσία να λαµβάνει µέτρα αποτροπής παρόµοιων φαινοµένων (από τα σύγχρονα ψυχοµετρικά τεστ µέχρι τον έλεγχο του τρόπου δράσης τους). Ισως ένα εθνικό συµβούλιο για τη δηµοκρατική αστυνόµευση –µε συµµετοχή κοµµάτων, Συνηγόρου Πολίτη, ένωσης δικαστών, δικηγορικού συλλόγου, ειδικών επιστηµόνων κ.λπ.– να είναι απαραίτητο.
Σε κάθε περίπτωση:
Οι πολίτες δεν επιθυµούν µόνον προστασία από το έγκληµα, αλλά και από την αταξία (π.χ. ησυχία στη γειτονιά).
Η αστυνοµία δεν πρέπει ν’ ασχολείται αποκλειστικά µε τα «συµβάντα», αλλά να είναι προσανατολισµένη στον χειρισµό προβληµάτων (άλλωστε µέρος του «κοινωνικού προβλήµατος» συνιστούν και τα ειδικότερα συµβάντα).
Ο εντοπισµός του προβλήµατος και κυρίως των αιτίων, που οδηγεί στη σύγχρονη δράση, να έχει τα χαρακτηριστικά της επιστηµονικής αστυνόµευσης, της επίλυσης προβληµάτων και, τέλος, της κοινοτικής αστυνόµευσης.
Η κοινότητα παραµένει η πρώτη γραµµή άµυνας τόσο για τον έλεγχο του εγκλήµατος όσο και για τον έλεγχο του φόβου θυµατοποίησης. Η αστυνόµευση της κοινότητας, παρά τις διαφορετικές (ιστορικές, εδαφικές, πολιτισµικές) προσεγγίσεις, συνιστά την πιο σύγχρονη εκδοχή της ενοποίησης/ολοκλήρωσης της συµβουλευτικής µε την επιβολή του νόµου.
Η αποκεντρωµένη αστυνοµία, που αντιµετωπίζει τα κρίσιµα προβλήµατα «της περιοχής ευθύνης της», πρέπει να χειριστεί τα εξής επιµέρους θέµατα: τον τρόπο εµπλοκής της στα κοινοτικά θέµατα, τον τρόπο εµπλοκής της κοινότητας στα αστυνοµικά καθήκοντα, καθώς και τις ιδιόµορφες σχέσεις εξουσίας και ρόλων.
Η πολυκλαδική συνεργασία ανάµεσα στους τοπικούς θεσµούς, τις κοινωνικές υπηρεσίες τους, τους πολίτες και την αστυνοµία δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Η προσαρµογή της αστυνοµικής κουλτούρας στις τοπικές παραδόσεις, η ανανέωση του αστυνοµικού στιλ ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τους πολίτες και τους κοινωνικούς εταίρους (όπως π.χ. οι κοινωνικοί λειτουργοί στον δρόµο, οι δάσκαλοι στο σχολείο κ.ά.).
Η κοινωνική αναγνώριση της αστυνοµίας συναρτάται από παράγοντες όπως το αίσθηµα ασφάλειας («ξέρω πού, πότε και πώς θα βρω τον αστυνόµο»), το οποίο αυξάνεται µε την πεζή αστυνόµευση, την καθηµερινή πρακτική διευθέτησης των διαφορών, τον επαγγελµατισµό, τα mobile units –VAN, καθετί που συνεγείρει τον πολίτη σε συµµετοχή στην αντιµετώπιση του εγκλήµατος.
Η αστυνοµία βοηθάει τους πολίτες και οι πολίτες την αστυνοµία. Πρόκειται για µια «συµπαραγωγή» δηµόσιας ασφάλειας από τη δηµόσια δύναµη και την κοινότητα.
Οι ρόλοι βέβαια πρέπει να είναι διακριτοί και εντός της συνταγµατικής νοµιµότητας. Αυτή είναι η διεθνής πρακτική στο πλαίσιο της συµµετοχικής αντεγκληµατικής πολιτικής. Σε διαφορετική περίπτωση, οι ένθεν κακείθεν υποψίες θα γενικεύονται και οι πολίτες θα αισθάνονται αβοήθητοι τόσο απέναντι στο έγκληµα όσο και από τους διώκτες του εγκλήµατος, επίορκους αστυνοµικούς.
*Ο Γιάννης Πανούσης είναι ομότιμος καθηγητής Εγκληματολογίας