Η Βρετανίδα συγγραφέας του σασπένς Πόλα Χόκινς μιλάει για το σκηνικό του τέλειου εγκλήματος και για όσα τη γοητεύουν από τα σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής.
Η Πόλα Χόκινς έγινε παγκοσμίως γνωστή πριν από σχεδόν δέκα χρόνια όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Το κορίτσι του τρένου», το οποίο μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο. Εκτοτε ακολούθησαν άλλα τρία μυθιστορήματα. Το πιο πρόσφατο με τίτλο «Γαλάζια ώρα» μόλις εκδόθηκε στα ελληνικά. Η υπόθεση εκτυλίσσεται στο Ερις, ένα απομονωμένο νησί της Σκωτίας, το οποίο αποκόπτεται από την παλίρροια αρκετές ώρες της μέρας. Εκεί ζούσε κάποτε η Βανέσα, μια διάσημη εικαστικός με έντονη προσωπικότητα αλλά πλέον μένει η Γκρέις, μια μοναχική γυναίκα. Μια ανακάλυψη σε γκαλερί του Λονδίνου φέρνει στο νησί έναν επισκέπτη ο οποίος θα ανατρέψει τις ισορροπίες. «Οι ιστορίες εγκλημάτων μπορούν να αποκαλύψουν πολλά για την κοινωνία, για τους τρόπους που ασκείται η εξουσία, για τη συμπεριφορά μας στα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας, καθώς και για το πώς προσεγγίζουμε τη δικαιοσύνη και την τιμωρία» αναφέρει η Πόλα Χόκινς.
Ποιο είναι το καλύτερο μέρος για να κρύψει κάποιος ένα πτώμα;
Κατά προτίμηση κάπου που δεν θα βρεθεί ποτέ. Στις μέρες μας η τεχνολογία δεν αφήνει πολλά περιθώρια, κάτι που δυσκολεύει τους επίδοξους εγκληματίες αλλά και τους συγγραφείς της μυθοπλασίας του εγκλήματος. Εξού και αρκετοί από μας όταν πλέον φτιάχνουμε μια ιστορία τείνουμε να την τοποθετούμε σε απομακρυσμένη τοποθεσία.
Σε παλιότερη συνέντευξη είχατε πει πως η Σκωτία είναι το τέλειο σκηνικό για ένα φόνο.
Πιθανότατα αναφερόμουν στο απομακρυσμένο σημείο που επέλεξα για τη «Γαλάζια ώρα». Πρόκειται για ένα απομονωμένο νησί, ένα μέρος όπου τον χειμώνα νυχτώνει στη μέση της μέρας. Δίνει την εντύπωση πως πρόκειται για το ιδανικό μέρος όπου μπορεί κάποιος να διαπράξει δολοφονία χωρίς να γίνει αντιληπτός. Σίγουρα δεν είναι έτσι όλη η Σκωτία.
Στη «Γαλάζια ώρα» όπως και στα άλλα μυθιστορήματά σας εστιάζετε σε αουτσάιντερ χαρακτήρες. Πώς εμπλέκεται σε αυτό το προσωπικό σας βίωμα;
Τείνω να γράφω για αουτσάιντερ, καθώς βρίσκω συναρπαστική τη ζωή και τις εμπειρίες ανθρώπων που δυσκολεύονται πολύ να ταιριάξουν με το περιβάλλον τους. Επίσης, όπως οι περισσότεροι συγγραφείς, αντλώ από τα προσωπικά μου βιώματα όταν γράφω μυθοπλασία. Μετακόμισα από τη Ζιμπάμπουε στο Ηνωμένο Βασίλειο όταν ήμουν δεκαεπτά. Οταν πλέον εγκαταστάθηκα εκεί ένιωθα πολύ μόνη, αισθανόμουν πως δεν ανήκα πουθενά. Ακόμη ανακαλώ αυτό το αίσθημα αποσύνδεσης όταν χτίζω τους χαρακτήρες των βιβλίων μου.
Τι σας γοητεύει από τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης;
Κυρίως ο τρόπος με τον οποίο καταρρέουν οι σχέσεις. Με ιντριγκάρει το γεγονός ότι απλοί άνθρωποι μπορούν να κάνουν ασυνήθιστα –ακόμη και τρομερά– πράγματα. Δεν γράφω για κατασκόπους ή κατά συρροή δολοφόνους. Οι χαρακτήρες στα μυθιστορήματά μου είναι καθημερινοί άνθρωποι, θα μπορούσαν να είναι οι γείτονές ή οι συνάδελφοί σας. Αυτό που τους κάνει ενδιαφέροντες είναι πως σε συγκεκριμένες καταστάσεις συμπεριφέρονται ακραία. Με απασχολεί πολύ το ερώτημα κατά πόσο όλοι είμαστε ικανοί να διαπράξουμε ένα τρομερό έγκλημα.
Εργαστήκατε ως δημοσιογράφος στους «Times» για δεκαπέντε χρόνια προτού γράψετε το «Το κορίτσι του τρένου». Τι σας έχει προσφέρει η δημοσιογραφία στην οπτική και τη γραφή σας;
Η δημοσιογραφία είναι σπουδαία εκπαίδευση για τους μυθιστοριογράφους. Οι δημοσιογράφοι δεν νιώθουν τον τρόμο της κενής σελίδας, απλώς κάθονται και γράφουν. Μαθαίνουν να επιμελούνται τα κείμενά τους και να τα απαλλάσσουν από οτιδήποτε περιττό καθώς στοχεύουν στην καρδιά της ιστορίας. Επιπλέον είναι και καλοί παρατηρητές. Ξέρουν να ακούν τους ανθρώπους, όχι μόνο αυτά που τους λένε αλλά κι αυτά που δεν τους λένε. Ξέρουν να διαβάζουν ανάμεσα στις γραμμές και να ανακαλύπτουν αυτά που οι άλλοι προσπαθούν να κρατήσουν κρυφά.
Το «Κορίτσι του τρένου» είχε τεράστια επιτυχία. Σας δημιούργησε άγχος όλο αυτό στη συνέχεια της πορείας σας;
Το πιο σημαντικό από όλα σε αυτή την περίπτωση είναι η επιτυχία. Σου προσφέρει την ελευθερία να γράψεις αυτό που θέλεις, σου ανοίγει πόρτες. Ωστόσο δεν χωρά αμφιβολία ότι η επιτυχία μπορεί να γίνει τρομακτική. Ειδικά όταν αντιλαμβάνεσαι πως εκατομμύρια αναγνώστες και κριτικοί περιμένουν να δουν τι θα κάνεις στη συνέχεια. Ενιωσα το βάρος αυτής της προσδοκίας όταν έγραφα το «Στην παγίδα του νερού», το βιβλίο που εκδόθηκε αμέσως μετά το «Κορίτσι του τρένου». Από τότε όμως έχει περάσει πολύς καιρός. Σε λίγους μήνες συμπληρώνονται δέκα χρόνια από το «Κορίτσι του τρένου», οπότε δεν νιώθω πλέον αυτή την πίεση.
ΙΝFO
Το βιβλίο «Γαλάζια ώρα» της Πόλα Χόκινς κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell σε μετάφραση της Βασιλικής Κουρή