Ποιος πουλάει όπλα σε ποιον

Οσο εντείνονται οι ένοπλες συγκρούσεις ανά τον κόσμο τόσο ο πλανήτης επιδιώκει να (εξ)οπλίζεται σαν αστακός και η διεθνής αγορά όπλων μεγαλώνει σπάζοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο.

Αυτό είναι το συμπέρασμα της φετινής ετήσιας έκθεσης του σουηδικού Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη (SIPRI – Stockholm International Peace Research Institute), σύμφωνα με την οποία ο όγκος του παγκόσμιου εμπορίου όπλων και στρατιωτικών υπηρεσιών αυξήθηκε το 2016 κατά 1,9% σε σχέση με το 2015 και κατά 38% σε σχέση με πριν από 15 χρόνια. Κύριος υπεύθυνος; Οι εν εξελίξει πόλεμοι –κυρίως– στη Μέση Ανατολή.

Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Την τελευταία πενταετία οι πωλήσεις μεγάλων συμβατικών όπλων παγκοσμίως άγγιξαν τα μεγαλύτερα ποσοστά τους από το πέρας του Ψυχρού Πολέμου, με τις συνολικές στρατιωτικές δαπάνες διεθνώς μόνο για το 2016 να υπολογίζονται στο 1,44 τρισ. ευρώ, τουτέστιν 2% άνω του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ). Τα τελευταία 15 χρόνια, οι 100 κορυφαίες εξοπλιστικές εταιρείες έχουν πουλήσει όπλα αξίας μεγαλύτερης από 4 τρισ. ευρώ.

Οι μεγαλέμποροι: Αμερικανοί και Ρώσοι

Στην αγορά όπλων αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής είναι τα αμερικανικά μεγαθήρια, τα οποία στη διάρκεια της περασμένης χρονιάς αύξησαν τις πωλήσεις τους κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες. Την περίοδο 2012-16, το 33% των εξαγωγών όπλων και οπλικών συστημάτων προήλθε από τις Ηνωμένες Πολιτείες και κατέληξε σε 103 διαφορετικές χώρες. Στο κατόπι των ΗΠΑ, όσον αφορά τη διεθνή προμήθεια όπλων, βρίσκεται η Ρωσία, στην οποία αντιστοιχεί το 23% της συνολικής εξοπλιστικής πίτας. Οπερ σημαίνει ότι πάνω από το ήμισυ των όπλων παγκοσμίως εξάγεται από τις δύο αυτές χώρες. Κίνα, Γαλλία και Γερμανία ακολουθούν με αρκετά χαμηλότερα ποσοστά.

Αυτό που χρήζει ειδικής μνείας, όπως αναφέρει η Διεθνής Αμνηστία, είναι ότι και τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (Κίνα, Γαλλία, Ρωσία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ), του οργανισμού που είναι –υποτίθεται– επιφορτισμένος με τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης, είναι υπεύθυνα για άνω του 70% του συνολικού εμπορίου όπλων.

Ωστόσο οι πραγματικοί αριθμοί είναι ακόμη μεγαλύτεροι. Σύμφωνα με το σουηδικό ινστιτούτο SIPRI, μέρος του διεθνούς εμπορίου όπλων βρίσκεται στο σκοτάδι, καθώς οι κινεζικές στρατιωτικές βιομηχανίες αποφεύγουν να δημοσιεύουν τα ακριβή ποσά των πωλήσεών τους.

Οι μεγαλοαγοραστές: Αραβες και Ινδοί

Οι χώρες του Κόλπου είναι αυτές που τα τελευταία χρόνια έχουν σημειώσει τη μεγαλύτερη αύξηση στις αγορές όπλων, οπλικών συστημάτων και στρατιωτικών υπηρεσιών. Η Σαουδική Αραβία εισήγαγε την τελευταία πενταετία 212% περισσότερα μεγάλα συμβατικά όπλα σε σχέση με την προηγούμενη, γεγονός που την εκτόξευσε από την ενδέκατη θέση της παγκόσμιας κατάταξης την περίοδο 2007-11 στη δεύτερη θέση τα τελευταία χρόνια, με μερίδιο 8,2% της παγκόσμιας πίτας. Το Κατάρ σημείωσε αύξηση της τάξης του 245%, το Κουβέιτ 175% και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο δεύτερος κορυφαίος αγοραστής αμερικανικών όπλων, 63%.

Ωστόσο, την πρωτιά στις εισαγωγές όπλων παγκοσμίως διατήρησε τα τελευταία χρόνια η Ινδία, η τέταρτη ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο. Το μερίδιό της από 9,7% την περίοδο 2007-11 ανήλθε σε 12,8% την περίοδο 2012-16. Η μόνιμη ένταση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν στη διάρκεια των 70 χρόνων από την ανεξαρτησία και των δύο από τη βρετανική αποικιοκρατία έχει καταστήσει και τις δύο χώρες σημαντικούς αγοραστές οπλικών συστημάτων και στρατιωτικών υπηρεσιών.

Παρά τις περιφερειακές εντάσεις, οι περισσότεροι προμηθευτές είναι πρόθυμοι να εφοδιάζουν όλες τις πλευρές. Εντούτοις, η Ρωσία, ο κορυφαίος προμηθευτής όπλων της Ινδίας, έχει περιορίσει τα τελευταία χρόνια τις πωλήσεις στο Πακιστάν για να μη διακινδυνεύσει την εμπορική σχέση της με την πρώτη. Στο ίδιο μήκος κύματος, οι ΗΠΑ έχουν ενισχύσει τις πωλήσεις στην Ινδία και έχουν μειώσει τις αντίστοιχες στο Πακιστάν, παρότι την πενταετία 2007-11 αποτέλεσαν τον κορυφαίο προμηθευτή του.

Εξοπλισμοί made in Germany στη μνημονιακή Ελλάδα

Η Ελλάδα συνεχίζει να επενδύει στην αξιοπιστία των ενόπλων δυνάμεών της παρά την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών, η οποία έχει επιφέρει σημαντική πτώση στις στρατιωτικές δαπάνες της. Από 4,7 δισ. ευρώ το 2014, ο αμυντικός εξοπλισμός της μειώθηκε σε 4 δισ. ευρώ το 2015 και 3,9 δισ. ευρώ το 2016, που αντιστοιχούν σε 2,15% επί του ΑΕΠ. Παρά τις αλλεπάλληλες περικοπές που συνεχίζουν να καταβάλλουν τον ελληνικό λαό, η χώρα εξοπλίζεται συστηματικά. Ο λόγος; Ο υποβόσκων κίνδυνος κλιμάκωσης των συνεχών –κυρίως εναέριων– προκλήσεων από την Τουρκία.

Ο μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων και οπλικών συστημάτων παραμένει η Γερμανία, για την οποία η Ελλάδα αποτελεί τον κορυφαίο αγοραστή στην Ευρώπη (και τον δεύτερο στον κόσμο μετά τη Νότια Κορέα). Στο πλαίσιο της μνημονιακής πολιτικής, σκληρότερος υπέρμαχος της οποίας ήταν και είναι το Βερολίνο, η χώρα μας αγοράζει γερμανικά οπλοπολυβόλα, όπλα εφόδου, αυτόματα, εκτοξευτήρες οπλοβομβίδων, άρματα μάχης, μη θωρακισμένα οχήματα, συστήματα πυροβολικού και υποβρύχια.

Παράλληλα εφοδιάζεται από τις ΗΠΑ τον στόλο των μαχητικών αεροσκαφών, όπως μαρτυρούν και οι πρόσφατες διαβουλεύσεις του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων F16, που θα αγγίξει τουλάχιστον το 1,1 δισ. ευρώ.

Αναζητώντας απεγνωσμένα την ηθική διάσταση

Το σημαντικότερο ζήτημα που εγείρεται όσον αφορά το εμπόριο όπλων είναι ποιος και πώς τα χρησιμοποιεί. Συμβάλλουν στη διατήρηση της ειρήνης και των ισορροπιών σε έκρυθμες περιοχές του πλανήτη, όπως συνήθως διατείνονται οι αρχηγοί κρατών, ή αντιθέτως τροφοδοτούν και παρατείνουν τους πολέμους;

Αυτή είναι και η συλλογιστική των διεθνών και εγχώριων επικριτών όσων –όπως η ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο– προμηθεύουν με όπλα τη Σαουδική Αραβία, η οποία το τελευταίο διάστημα πυροδοτεί τον πόλεμο της Υεμένης, στη διάρκεια του οποίου έχουν χάσει τη ζωή τους 8.600 άνθρωποι, το 60% των οποίων είναι άμαχοι. Επίσης το Ριάντ εμποδίζει την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας εκθέτοντας εκατομμύρια ανθρώπους στον κίνδυνο της λιμοκτονίας.

Λόγω των αλλεπάλληλων μεταπωλήσεων στις οποίες εμπλέκονται εξωχώριες εταιρείες, ιδιώτες και κάθε είδους μεταφορικά μέσα, είναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθεί η πορεία που ακολουθούν τα όπλα και να εντοπιστούν τα φονικά χέρια στα οποία καταλήγουν. 

Ετικέτες