Ποιος παρακολουθεί ποιον;

Ποιος παρακολουθεί ποιον;

Αυτή είναι η μοίρα εθνών, που οι ηγέτες τους δεν σκέφτονται με το δικό τους μυαλό και δεν έχουν την ψυχή να μην προσκυνάνε τους Ανθύπατους. Αυτή είναι η μοίρα λαών, που περιορίζονται στον ρόλο οπαδών και δεν έχουν βρει τον τρόπο να ελέγχουν δημοκρατικά τις ηγεσίες τους.

Πριν από έναν αιώνα περίπου, ο Ρώσος συγγραφέας και επαναστάτης Λέων Τρότσκι διέκρινε τον Τύπο σε δύο κατηγορίες. Τον σοβαρό, που λέει συνήθως την αλήθεια για να μπορεί να πει πειστικά ψέματα, όταν χρειάζεται και τον κίτρινο που γράφει κάθε μέρα ψέματα.

Από τότε βέβαια πολύ νερό κύλισε στ’ αυλάκι. Ο λεγόμενος σοβαρός Τύπος είναι όλο και λιγότερο σοβαρός, με την έννοια που έδινε ο Ρώσος επαναστάτης, μετατοπίστηκε σταδιακά στη θέση που κατείχε ο κίτρινος. Όσο για τον κίτρινο, δεν είναι απλώς κίτρινος, πολλαπλασιάζονται οι εστίες κατευθυνόμενου παραλογισμού και η μαζική χρήση fake news στις τάξεις του, καθώς η ανθρωπότητα, ανήμπορη να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της, μοιάζει να φεύγει στην παραφροσύνη. Αυτά βέβαια δεν αφορούν μόνο τον Τύπο, αφορούν επίσης – και πολύ περισσότερο – την τηλεόραση και τα κοινωνικά δίκτυα (social media).

Συζητάμε εδώ και ένα χρόνο σχεδόν τα πάντα για τις παρακολουθήσεις, όχι όμως τα πιο σημαντικά. Βέβαια, εδώ είναι και μια μεγάλη ευκαιρία για τον υποψιασμένο αναγνώστη. Σε περιόδους μεγάλων κρίσεων και μεγάλων ζητημάτων οι μάσκες πέφτουν. Παρακολουθώντας κανείς προσεκτικά τα δημοσιογραφικά όργανα, όπως και τους πολιτικούς, καταλαβαίνει εύκολα ποιος είναι τι και από αυτά που λένε και από αυτά που αποφεύγουν να πουν. Θίξαμε ακροθιγώς αυτή την πλευρά των πραγμάτων στο πρώτο άρθρο μας για το ζήτημα των παρακολουθήσεων.

Ο Κώστας Βαξεβάνης, στον οποίο χρωστάμε ένα μεγάλο μέρος των αποκαλύψεων για τις παρακολουθήσεις, έκανε ένα ακόμα σημαντικό βήμα. Είπε ότι τουλάχιστον έντεκα αξιωματικοί της ελίτ των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών ήρθαν στην Ελλάδα για να στήσουν και λειτουργήσουν τον μηχανισμό παρακολουθήσεων-κατασκοπείας.

Δεν μπορούμε ασφαλώς να ξέρουμε αν αυτή η πληροφορία είναι σωστή ή όχι, ξέρουμε όμως, ότι αν αυτό είχε ειπωθεί από τον εκδότη μιας εφημερίδας σε οποιαδήποτε δυτική χώρα, ή και στην Τουρκία, θα ξεσηκωνόταν ασφαλώς μεγάλος σάλος και θα καλούνταν οι αρχές αυτής της χώρας και οι ισραηλινές να την επιβεβαιώσουν ή να τη διαψεύσουν.

Ήδη το να παρακολουθούνται μαζικά οι Έλληνες και πρακτικά όλη η πολιτική, οικονομική, κρατική, δημοσιογραφική ελίτ δεν είναι ένα απλό σκάνδαλο – σημαίνει ότι επιλεγήκαμε για ένα νέο μεγάλο πείραμα διεθνούς σημασίας, όπως στην οικονομία με τα Μνημόνια ή στη γεωπολιτική με την πλήρη παράδοση της χώρας και των ενόπλων δυνάμεών της στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αλλά το να γίνεται αυτή η δουλειά από ένα τρίτο κράτος (ας υποθέσουμε το πιο φιλικό στην Ελλάδα) δεν μπορεί να θεωρηθεί κανονικό ή σύνηθες. Στην περίπτωση της Ελλάδας την αποκάλυψη Βαξεβάνη ακολούθησε άκρα του τάφου σιωπή. Σύμφωνα με τα όσα είπε ο δημοσιογράφος και εκδότης, οι Ισραηλινοί παρακολουθούσαν και έδιναν στον Πρωθυπουργό στη συνέχεια ότι τον ενδιέφερε και – προφανώς – ότι εκείνοι ήθελαν να του δώσουν. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, εξηγείται ίσως και γιατί παρακολουθούσαν και τον ίδιο τον αρχηγό της ΕΥΠ, αν αληθεύει αυτή η πληροφορία, που επίσης δημοσιεύτηκε κάποια στιγμή. Δεν θα μας έκανε εντύπωση αν παρακολουθούσαν και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό! Η ανασφάλεια είναι αρρώστια και οδηγεί τους φορείς της συχνά να παθαίνουν στο τέλος αυτά που φοβούνται.

Από τη διεθνή αρθρογραφία άλλωστε φαίνεται ότι oι Ισραηλινοί δεν έδωσαν μόνο το λογισμικό Pegasus στον διαβόητο πρίγκιπα της Σαουδικής Αραβίας (και φίλο τώρα της «δημοκρατικής Ελλάδας») Μπιν Σαλμάν και στον άλλο μεγάλο δημοκράτη, τον βασιλιά του Μαρόκου, να παρακολουθούν όποιον θέλουν, ακόμα και τον πρόεδρο της Γαλλίας Μακρόν (ο δεύτερος), αλλά παρακολουθούσαν και τους ίδιους.

Η βαθειά εξάρτηση του παρελθόντος

Η υπόθεση αυτή πάντως μας θύμισε κάπως τις «διαδρομές της εξάρτησης» αυτό που γινόταν μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε στο σύνολό του από τους Άγγλους και τους Αμερικανούς το 1945-47, ως ένα αντικομμουνιστικό προτεκτοράτο, περιλαμβανομένης και της ΚΥΠ, της οποίας πλήρωναν ακόμα και τους μισθούς. Ήταν συνολικά φιλοαμερικανικό και όποιος είχε συμμετάσχει στην Εθνική Αντίσταση, όχι να προσληφθεί στο Δημόσιο δεν μπορούσε, ούτε και δίπλωμα οδήγησης αυτοκινήτου να βγάλει.

Αλλά υπήρχε μια υπηρεσία, η ΚΥΠ, που παρακολουθούσε όλους τους υπόλοιπους για να διαπιστώσει αν ήταν επαρκώς φιλοαμερικανοί όσο έλεγαν. Και μέσα ακόμα και σε αυτή την υπηρεσία και στον στρατό, υπήρχε ένα, ίσως και περισσότερα τουλάχιστον γκρουπ εκλεκτών που ήλεγχαν τους λιγότερο εκλεκτούς. ‘Ηταν οι ομάδες του ΙΔΕΑ, της Κόκκινης Προβιάς, οι διάφορες παρακρατικές ομάδες που συνδέονταν μαζί τους και πίσω τους, ως ομπρέλα, το παγκόσμιο δίκτυο Gladio. Αλήθεια τι έγινε αυτό το δίκτυο; Διαλύθηκε άραγε;

Με άλλα λόγια η εξάρτηση οργανωνόταν σε ομόκεντρους κύκλους και έτσι φτάσαμε κάποτε στο σημείο ο Καραμανλής ο ίδιος, ο ευνοούμενος των ΗΠΑ, να πει το περίφημο «ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα;»

Τέτοιες ομάδες λειτούργησαν σε όλο τον δυτικό κόσμο – συχνά εν αγνοία των τοπικών κυβερνήσεων – και παραλίγο να κάνουν πραξικόπημα στην Ιταλία ανάλογο του ελληνικού. Πουθενά όμως δεν είχαν την ισχύ και την επιρροή των ελληνικών, από τις οποίες βγήκε το καθεστώς της 21ης Απριλίου.

Αν δεν υπήρχαν αυτοί, οι «εκλεκτοί» των «εκλεκτών» των «εκλεκτών», θα ήταν αδύνατο να γίνει το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, να αποσυρθεί η ελληνική μεραρχία από την Κύπρο, να οργανωθεί το πραξικόπημα και η απόπειρα δολοφονίας του Μακαρίου και του Λυσσαρίδη, όλη αυτή η πορεία των γεγονότων που, στο αποκορύφωμα, κατέληξε στο να παρακολουθούν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις απαθώς την απόβαση, που έτσι έγινε αποβίβαση, των τουρκικών δυνάμεων στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974.

Για να γίνουν όλα αυτά δεν χρειαζόταν η «πρωτοβάθμια» μορφή εξάρτησης. Έπρεπε να φτιαχτούν ομάδες αποφασισμένες να στραφούν αν χρειαστεί εναντίον και της ίδιας της χώρας τους με τον πιο άμεσο τρόπο.

Σημειώσεις

(1) Η ίδια «άκρα του τάφου σιωπή» επικράτησε και σχετικά με πολλά άλλα θέματα. Αίφνης η αντιπολίτευση και ο Τύπος της επετέθη με μεγάλη σφοδρότητα κατά της κυβέρνησης για τον διορισμό Κοντολέοντα στην ΕΥΠ. Τους ενόχλησε η απουσία τυπικών προσόντων, όχι όμως το γεγονός ότι ο νέος αρχηγός της ΕΥΠ είχε αναλάβει την ασφάλεια της αμερικανικής πρεσβείας, δηλαδή είχε σχέσεις «βαθιάς εμπιστοσύνης» με ένα άλλο κράτος που, κανονικά, και σε «κανονικές» χώρες που, αν μη τι άλλο, σέβονται τα προσχήματα, δημιουργεί ασυμβατότητα με την ανάληψη της ηγεσίας υπηρεσίας πληροφοριών. Ούτε η αντιπολίτευση, ούτε ο Τύπος της αναφέρθηκαν στο θέμα, έλαβαν μάλιστα πρόνοια να καταστήσουν στα δημοσιεύματά τους σαφές ότι στρέφονται κατά του Μητσοτάκη και του Κοντολέοντα και σε καμιά περίπτωση κατά της Ουάσινγκτον.

Σε μια άλλη πρόσφατη περίπτωση γράφτηκε από έγκυρη επιθεώρηση διεθνώς («Παρακρατικό» βρετανικό δίκτυο στην Ουκρανία (με ελληνική ανάμειξη;) και δεν διαψεύστηκε ότι βρετανική ιδιωτική εταιρεία μισθοφόρων για την Ουκρανία εκπαιδεύει τους άνδρες της στην Ελλάδα. Ούτε κι αυτό απασχόλησε κανέναν, λες και είναι φυσικό να συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Καθώς φαίνεται τώρα ότι φτιάχνεται ένα νέο Gladio με επίκεντρο την Ουκρανία, ας ελπίσουμε ότι δεν θα μας δέσουν κι εδώ μια μέρα με τη βοήθεια των εγχώριων φίλων τους.

(2) Αν ο μηχανισμός «βαθειάς εξάρτησης της εξάρτησης» της Δεξιάς ήταν απαραίτητος για να πάμε στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο χωρίς ελληνική αντίδραση το 1974, ένας αντίστοιχος μηχανισμός βαθειάς εξάρτησης υπήρξε και λειτούργησε στην Αριστερά, στο ΚΚΕ στη δεκαετία του 1940, αποτελούμενος από απόφοιτους της σχολής ΚΟΥΤΒ της Μόσχας. Όλη η ηγεσία του Κόμματος ήταν φιλοσοβιετική, πίστευαν στην ΕΣΣΔ ως ενσάρκωση του σοσιαλισμού, αλλά δεν ήταν όλη τυφλά όργανα της ΕΣΣΔ. Χάρη σε αυτή την ομάδα της «βαθειάς εξάρτησης» από τη Μόσχα, στελεχωμένης από «Κούτβηδες», με κύριους εκπροσώπους της τους Ιωαννίδη, Ρούσσο, Σιάντο στην πρώτη περίοδο και Ζαχαριάδη στη δεύτερη, έγινε δυνατή η υπογραφή των συμφωνιών Λιβάνου, Γκαζέρτας και Βάρκιζας, η αποστολή στον άλλο κόσμο του Άρη Βελουχιώτη και η μετατροπή του ΔΣΕ σε «τακτικό στρατό», παρά τη διαφωνία του Μάρκου, που οδήγησε στη σφαγή των ανταρτών στον Γράμμο και το Βίτσι. Δηλαδή έγινε δυνατή η αυτοκτονία του τεράστιου ΕΑΜικού κινήματος, που υποστηριζόταν το 1944 από τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού και είχε ήδη την εξουσία στη χώρα, προκειμένου να εφαρμοστεί η συμφωνία Τσόρτσιλ-Ίντεν και Στάλιν-Μόλοτοφ στη Μόσχα τον Οκτώβριο του 1944 που επιβεβαιώθηκε εν συνεχεία στη Γιάλτα.

Αυτή είναι η μοίρα εθνών, που οι ηγέτες τους δεν σκέφτονται με το δικό τους μυαλό και δεν έχουν την ψυχή να μην προσκυνάνε τους Ανθύπατους. Αυτή είναι η μοίρα λαών, που περιορίζονται στον ρόλο οπαδών και δεν έχουν βρει τον τρόπο να ελέγχουν δημοκρατικά τις ηγεσίες τους.

Πηγή: kosmodromio.gr

Documento Newsletter