Κρίθηκαν ένοχοι για σωματική βλάβη από αμέλεια μετά από μετατροπή της αρχικής κατηγορίας για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο. Για τις επιπτώσεις που είχε στο παιδάκι αυτό το περιστατικό που σημειώθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2019, μίλησε στο δικαστήριο η μητέρα του.
«Εμφάνισε έντονο στρες κι από τότε νιώθει ανασφάλεια, θέλει πάντα κάποιον δίπλα του, θέλει να βγαίνει πρώτο αυτό από το κάθισμα του αυτοκινήτου, έχει αναστατωθεί ο ύπνος του», είπε η γυναίκα στο δικαστήριο.
Όσο για τους υπεύθυνους, στις απολογίες τους, επικαλέστηκαν δικαιολογίες επιχειρώντας την μετακύλιση της ευθυνης ο ένας στους άλλους… Οι δύο συνοδοί ανέλαβαν μέρος της ευθύνης, η μία εκ των δύο ζήτησε συγνώμη από την οικογένεια του παιδιού αλλά και από το ιδιωτικό εκπαιδευτήριο.
Σοκαριστική ήταν η αφήγηση της μητέρας του παιδιού για τη αγωνία που την κατέκλυσε όταν ενημερώθηκε από την διευθύντρια του σχολείου ότι το παιδί δεν βρισκόταν εκεί.
«Με πήραν τηλέφωνο γύρω στις έντεκα και με ρώτησαν γιατί δεν πήγε στο σχολείο. Άρχισα να φωνάζω, να κλαίω, ξεκινήσαμε με τον πατέρα μου για το σχολείο. Κάλεσα και την αστυνομία. Όταν έφτασα , είχαν βάλει το παιδί στην τάξη του, δεν του έδωσαν ούτε νερό, ούτε είχαν φωνάξει τον ψυχολόγο που έχει το σχολείο.Το παιδί έκανε δεκαπεντε λεπτά να μου μιλήσει και το μόνο που μου είπε είναι “Μαμά κλαίω».
Στην κατάθεσή του ο ιδιοκτήτης του εκπαιδευτηρίου έκανε λόγο για ανθρώπινο λάθος, και επέρριψε την ευθύνη στους τρεις κατηγορούμενους.