Συντονισμένες διώξεις καταγγέλλουν μελισσοκόμοι από πολλές περιοχές της χώρας καθώς, όπως λένε, αντιμετωπίζουν την εχθρική στάση δασαρχείων, που τους διώχνουν από τα δάση, τα οποία αποτελούν και τον κύριο τόπο παραγωγής του φημισμένου ελληνικού μελιού. Η επιθετική στάση των δασαρχείων φαίνεται ότι έρχεται σε συνέχεια δηλώσεων κυβερνητικών στελεχών που κατηγορούν τους μελισσοκόμους για καλοκαιρινές πυρκαγιές, την ώρα που οι ίδιοι κάνουν λόγο για άγνοια της κυβέρνησης σχετικά με τις πρακτικές της μελισσοκομίας.
Η εκδίωξη των μελισσοκόμων από τα ελληνικά δάση ταυτίζεται χρονικά με την είσοδο ιδιωτικών συμφερόντων στα δάση, αφού πρόκειται να αναλάβουν την πολλαπλά επικερδή δραστηριότητα του καθαρισμού τους από τη βιομάζα, που θεωρείται το καύσιμο των μεγάλων πυρκαγιών.
«Είναι η περιουσία μας στα δάση»
Σαν τις μέλισσες μαζεύονται οι διατάξεις δασαρχείων από όλη τη χώρα που θέτουν ιδιαίτερα περιοριστικούς κανόνες στη δραστηριότητα των μελισσοκόμων μες στα δάση κατά την περίοδο ανθοφορίας των δέντρων, η οποία αποτελεί και τη βασική περίοδο εργασίας για την παραγωγή μελιού. Οπως αναφέρει ο μελισσοκόμος Στράτος Σαραντουλάκης από την Αρτα, «φέτος αντιμετωπίσαμε ένα πρωτοφανές πογκρόμ από δασαρχεία και αστυνομίες για την τοποθέτηση των μελισσιών στα δάση. Στην Παραμυθιά 60 μελισσοκόμοι δέχτηκαν μηνύσεις από την αστυνομία. Στα Ιωάννινα το δασαρχείο επέβαλε 300 ευρώ πρόστιμο σε πολλούς μελισσοκόμους».
«Πρόκειται πραγματικά για επίθεση κατά των μελισσοκόμων» αναφέρει από την πλευρά του ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου Ν. Θεσσαλονίκης Γιώργος Χίτογλου μιλώντας στο Documento. «Μας αποβάλλουν από τα δάση ενώ από εκεί βγαίνει κατά βάση το μέλι. Μας λένε για την αντιπυρική περίοδο, ενώ αυτή είναι η περίοδος όλης της ανθοφορίας των δασών σε βελανίδι, κάστανο και πεύκο» τονίζει.
«Ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας Βασίλης Κικίλιας κατηγόρησε τους μελισσοκόμους ότι βάζουν φωτιές. Δεν καταλαβαίνει ότι το καλοκαίρι βγάζουμε το μέλι. Δεν γίνεται να μας λέει να πάμε χωρίς τα καπνιστήρια. Δεν είναι εφικτά αυτά, δεν πάμε στις κυψέλες και βγάζουμε λεφτά από μέσα! Είναι η περιουσία μας στα δάση και τρέμουμε μην πάρει φωτιά» αναφέρει ο Γ. Χίτογλου.
«Αυθαιρετούν στα όρια της παρανομίας οι δασάρχες»
Σε εκτενές επιστημονικό άρθρο για το θέμα που συνυπογράφουν στη «Μελισσοκομική Επιθεώρηση» (Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2023) η πρόεδρος του εργαστηρίου Μελισσοκομίας του Ινστιτούτου Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων και ερευνήτρια του ΕΛΓΟ-Δήμητρα Σοφία Γούναρη με τον καθηγητή του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργο Γκούρα γίνεται λόγος για «απαγορεύσεις και αποκλεισμούς» και καταγράφονται απαγορευτικές διατάξεις από τα Δασαρχεία Θεσσαλονίκης, Ξάνθης, Ιωαννίνων και Καρδίτσας.
Οπως σημειώνεται στο σχετικό άρθρο, οι διατάξεις βασίζονται στον ν. 998/1979 περί προστασίας των δασών, που αναφέρεται στην «απαγόρευση ανέγερσης οποιουδήποτε κτίσματος ή κατασκευάσματος», ενώ ο νόμος του 1969 που δίνει εξουσιοδότηση στους δασάρχες να εκδίδουν κανονιστικές διατάξεις δεν έχει καμία αναφορά σε θέματα μελισσοκομίας. «Οι δασάρχες αυθαιρετούν στα όρια της παρανομίας, αφού δεν εφαρμόζουν τους νόμους που υπάρχουν για τη μελισσοκομία ή τους αλλοιώνουν» τονίζεται.
Από την άλλη, οι ισχύοντες νόμοι που αφορούν την τοποθέτηση μελισσιών σε δασικές περιοχές είναι του 1930 και του 1934. Σύμφωνα με τον ν. 6238/1934, τα μελίσσια σε κατοικημένες περιοχές οφείλουν να καλύπτονται από τοίχους/πυκνούς φράχτες ύψους τουλάχιστον δύο μέτρων, ενώ αν απέχουν 30 μέτρα από τις κατοικίες και 25 μέτρα από δημόσιους δρόμους, δεν ισχύει ο περιορισμός των τοίχων. Ταυτόχρονα, διάταξη του υπουργείου Γεωργίας του 2003 που επικαλείται τον ν. 4856/1930 ορίζει ότι «οι αρμόδιες γεωργικές υπηρεσίες δε δύνανται να απαγορεύσουν στους μελισσοκόμους την τοποθέτηση κατά την άνθιση, των μελισσιών εντός δημόσιων, δημοτικών και κοινοτικών δασών και γαιών…».
Κλειδί τα εργοτάξια και η βιομάζα
Μιλώντας στο Documento, η Σ. Γούναρη αναφέρει ότι τα δασαρχεία «βγάζουν καθ’ υπέρβαση του καθήκοντός τους απαγορευτικές διατάξεις, αναφέροντας ακόμη και μονοπάτια, βρύσες, μοναστήρια, εργοτάξια», ενώ τονίζει: «Φανταστείτε πόσο πιο δύσκολη θα είναι η κατάσταση αν υπάρχουν εργοτάξια ιδιωτικών εταιρειών μέσα στο δάσος για τη συλλογή της βιομάζας».
Το Documento ήδη από τον Ιούλιο που μαινόταν η μεγάλη πυρκαγιά στη Ρόδο είχε αναδείξει τον κυβερνητικό στόχο να γίνουν «παραγωγικά» τα δάση για το ιδιωτικό κεφάλαιο. Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης είχε δηλώσει τότε ότι «απαιτούνται χρηματικοί πόροι και συμμετοχή και του ιδιωτικού τομέα και των αγορών για τον καθαρισμό των δασών. […] πρέπει να αξιοποιήσουμε την καύσιμη ύλη που έχει συγκεντρωθεί στα δάση εδώ και δεκαετίες».
Η είσοδος ιδιωτικών εταιρειών στα δάση για την ιδιαίτερα επικερδή δραστηριότητα συλλογής της πολυπόθητης βιομάζας, που θεωρείται το καύσιμο των πυρκαγιών, φαίνεται ότι θα θεσμοθετηθεί άμεσα. Οι εταιρείες θα αποζημιώνονται από το κράτος και στη συνέχεια μέσω ενός «χρηματιστηρίου ρύπων» θα μπορούν να πουλούν δικαιώματα ρύπανσης σε ενεργοβόρες βιομηχανίες στη βάση της απορρόφησης CO2 που θα έχουν «καθαρίσει» από το δάσος.
Το αν πράγματι τα μελίσσια θέτουν εμπόδια στην εκμετάλλευση των δασών από τις εταιρείες που θα αναλάβουν την απομάκρυνση της βιομάζας δεν είναι σαφές. Αν και στο επιστημονικό άρθρο τους οι δύο ειδικοί κάνουν εκτενή αναφορά στο ζήτημα, η Σ. Γούναρη απαντώντας σε σχετική ερώτηση τονίζει: «Δεν θα βάλω δόλο σε αυτήν τη στοχοποίηση, αλλά θα πω ότι φταίει η μη προσπάθεια των δύο υπουργείων, Περιβάλλοντος και Πολιτικής Προστασίας, να ενημερωθούν. Είναι άγνοια και αδυναμία, ενώ οι δημόσιοι φορείς προσπαθούν να πετάξουν από πάνω τους την ευθύνη των πυρκαγιών».