Το 2022 σημειώθηκε η μεγαλύτερη ιστορικά αύξηση επιχειρηματικών κερδών, ενώ οι μισθωτοί έχαναν εισόδημα για 15 μήνες συνεχώς
Τις τελευταίες δέκα μέρες δημοσιεύτηκαν δύο εκθέσεις που αποκάλυψαν την έκρηξη των επιχειρηματικών κερδών που συντελέστηκε το 2022 στην Ελλάδα, σε αντιδιαστολή με την καθήλωση των μισθών.
Η μία είναι η έκθεση για τη νομισματική πολιτική 2022-23 της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία μεταξύ άλλων διαπιστώνει:
Πρώτον, ότι το 2022 ήταν η χρονιά με τη μεγαλύτερη ιστορικά αύξηση στα κέρδη των επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ΤτΕ, το μερίδιο καθαρού κέρδους των επιχειρήσεων έφτασε το 33,2% έναντι 32,5% το 2021 και 24,8% το 2019, ξεπερνώντας τα προ πανδημίας επίπεδα. Η άνοδος αυτή οφείλεται εν μέρει στην καλή πορεία της οικονομίας και του τουρισμού αλλά κυρίως στον υψηλό πληθωρισμό που φτάνοντας στο 9,6% κατέρριψε κάθε ιστορικό ρεκόρ από το 1995. Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η κατά 90% αύξηση της κερδοφορίας που πέτυχαν οι μεγάλες επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο. Τέλος, σε επίπεδο κλάδου τη μεγαλύτερη συμβολή στη συνολική αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων είχαν οι ενεργειακές επιχειρήσεις όπου σημειώθηκαν οι μεγάλες αυξήσεις τιμών και κερδών και δευτερευόντως οι επιχειρήσεις στους κλάδους καταλυμάτων και εστίασης.
Τα υπερκέρδη των ενεργειακών
Δεύτερον, ότι ειδικά για τις εταιρείες του κλάδου της ενέργειας η ενεργειακή κρίση αποτέλεσε μεγάλη ευκαιρία την οποία εκμεταλλεύτηκαν για να αυξήσουν έσοδα και κέρδη στα υψηλότερα επίπεδα της ιστορίας τους. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με μελέτη της ICAP CRIF που παρουσίασε η διευθύντρια μελετών Σταματίνα Παντελαίου σε εκδήλωση του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης, οι οκτώ μεγαλύτερες εταιρείες του ενεργειακού κλάδου (ΕΛΠΕ, Motor Oil, ΔΕΗ, Μυτιληναίος, ΕΛΙΝΟΙΛ, ΔΕΔΔΗΕ, Εταιρεία Προμήθειας Αερίου Θεσσαλονίκης – Θεσσαλίας ΑΕ και ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή) εμφάνισαν το 2022 συνολικά έσοδα 47,9 δισ. ευρώ έναντι 26,1 δισ. ευρώ το 2021, αυξημένα κατά 83,4% και τρεις φορές περισσότερα σε σχέση με το 2020 (17,4 δισ. ευρώ). Συν τοις άλλοις, τεράστια αύξηση της τάξης του 140,2% κατέγραψαν τα μεικτά τους κέρδη, φτάνοντας στα 4,3 δισ. ευρώ, ενώ στο 331,5% ανήλθε η αύξηση των προ φόρων κερδών τους που άγγιξαν τα 3,76 δισ. ευρώ.
Τρίτον, ότι η μόνη κατηγορία εισοδημάτων νοικοκυριών που αυξήθηκαν το 2022 ήταν το εισόδημα των αυτοαπασχολούμενων, κατά 16%, είτε γιατί αύξησαν τις δουλειές τους είτε γιατί αύξησαν τις τιμές τους λόγω πληθωρισμού. Στο πλαίσιο αυτό η αύξηση του εισοδήματος των αυτοαπασχολούμενων σε συνδυασμό με την αύξηση της μισθωτής εργασίας κατά 5,1% οδήγησαν σε αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών κατά 7,4% σε ονομαστικούς όρους μέσα στη χρονιά – που αντιπροσωπεύει μείωση 0,1% του πραγματικού εισοδήματος λόγω πληθωρισμού.
Τα εισοδήματα μειώνονταν
Τέταρτον, ότι η άνοδος των ονομαστικών μισθών ανά εργαζόμενο το 2022 περιορίστηκε σε 0,3%, ακόμη πιο χαμηλά από το 1,2% που έδινε για το εντεκάμηνο 2022 η ΤτΕ στην ενδιάμεση έκθεσή της για την οικονομία. Αυτό το «απολύτως τίποτε» 0,3% της αύξησης των ονομαστικών μισθών στην Ελλάδα με πληθωρισμό 9,6% μάλιστα καταγράφηκε παρά τη διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 9,5% εντός του 2022, προφανώς επειδή ο νόμος Χατζηδάκη περί ελαστικού δεκάωρου, που επέτρεψε στους εργοδότες να απασχολούν τους εργαζόμενους έως και δέκα ώρες ημερησίως χωρίς να πληρώνουν υπερωρίες, μείωσε τις αμοιβές των εργαζομένων στην παραγωγή και τη βιομηχανία. Παρ’ όλα αυτά, αναφέρει η ΤτΕ, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει από το πρώτο τρίμηνο του 2023, κατά το οποίο είχαμε αύξηση των ονομαστικών μισθών ανά μισθωτό κατά 5,5% μετά την υπογραφή ορισμένων συλλογικών συμβάσεων, που πάντως μεταφράζεται σε αύξηση των πραγματικών μισθών μόλις κατά 0,6%. Κατά τα λοιπά η ΤτΕ σημειώνει ότι επί 15 μήνες (Οκτώβριος 2021 – Δεκέμβριος 2022) οι πραγματικοί μισθοί μειώνονταν συνεχώς – αν και χωρίς να δίνει νούμερα. Νούμερα είχε αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ που είχε δοθεί στη δημοσιότητα τον Μάιο, υπογραμμίζοντας ότι σε επίπεδο μέσου πραγματικού μισθού η μείωση λόγω πληθωρισμού το 2022 είχε φτάσει το 7,4%.
Πέμπτον, ότι το πάγωμα των ονομαστικών μισθών που σε συνθήκες ιστορικά υψηλού πληθωρισμού οδήγησε σε απώλεια εισοδήματος για τους μισθωτούς είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας λόγω της μείωσης του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 1,7% το 2022 (για δεύτερη συνεχή χρονιά μετά τη μείωσή του κατά 3,1% το 2021), έναντι αύξησης 3,2% στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Πηγαίνοντας όμως στους εθνικούς εναρμονισμένους δείκτες ανταγωνιστικότητας που καταρτίζει η ΕΚΤ, τι βλέπουμε; Οτι αν και παρατηρείται «βελτίωση» της Ελλάδας ως προς το κόστος εργασίας, αυτή αντισταθμίζεται αρνητικά από την επιδείνωση ως προς τις τιμές από το δεύτερο εξάμηνο του 2022 αλλά και ως προς το ενεργειακό κόστος, καθώς στη χώρα μας οι αυξήσεις τιμών στο φυσικό αέριο και το ρεύμα ήταν πολύ υψηλότερες του μέσου όρου της ευρωζώνης. Με δυο λόγια, οι εργαζόμενοι έχασαν εισόδημα για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας αλλά αυτή δεν βελτιώθηκε αρκετά επειδή οι επιχειρήσεις αύξησαν πολύ τις τιμές τους, ιδίως οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος.
Χάσμα κερδών και μισθών
Τέλος, αν και η αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων στη μέση μιας κρίσης του κόστους ζωής δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό αλλά πανευρωπαϊκό φαινόμενο, παράλληλα ισχύει ότι σε κάποιες χώρες τα κέρδη αυξήθηκαν πολύ περισσότερο από τους μισθούς και σε κάποιες λιγότερο. Ποια χώρα ήταν η αρνητική πρωταθλήτρια στο χάσμα μεταξύ της αύξησης των κερδών και της αύξησης των μισθών στο διάστημα 2019-22; Μα προφανώς η Ελλάδα, σύμφωνα με ένα διάγραμμα της Eurostat που ανάρτησε στα social media o καθηγητής Μάνος Ματσαγγάνης, καθώς στη χώρα μας με τη φιλοεπενδυτική κυβέρνηση της ΝΔ το συγκεκριμένο διάστημα τα επιχειρηματικά κέρδη αυξήθηκαν 17% αλλά οι μισθοί 2%.