Υπεραισιόδοξος αναβάλλει τα υπεσχημένα για του… χρόνου
Επί χάρτου οι ασκήσεις δεν είναι δύσκολο να λύνονται με επιτυχία· το δύσκολο είναι να συμβαίνει κάτι τέτοιο στη ζωή και ειδικά όταν μιλάμε για την οικονομία μιας χώρας που έχει μόνο έναν χρόνο εκτός μνημονίων και παραμένει υπό αυστηρή εποπτεία.
Πάντως, παρά τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις διεθνώς για την οικονομία –άλλωστε μόλις πριν από έναν μήνα ακόμη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπίστωνε ότι «το εξωτερικό περιβάλλον έχει καταστεί πολύ λιγότερο υποστηρικτικό και η αβεβαιότητα αυξάνεται» – η κυβέρνηση επιχείρησε και κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού να εμφανιστεί υπεραισιόδοξη και πλήρης βεβαιοτήτων.
Ο προϋπολογισμός λοιπόν της «γαλάζιας» διακυβέρνησης προβλέπει ανάπτυξη 2,8% του ΑΕΠ, πρωτογενές πλεόνασμα 3,56% του ΑΕΠ και φοροελαφρύνσεις ύψους 1,2 δισεκατομμυρίου ευρώ. Παράλληλα εκτιμάται ότι θα υπάρξει αύξηση των επενδύσεων κατά 13,4% για το νέο έτος, ενώ το ποσοστό της ανεργίας θα υποχωρήσει από το 17,4% φέτος στο 15,6% για το 2020.
Η μεσαία τάξη θα περιμένει
Σε αυτό το αισιόδοξο αφηγηματικό πλάνο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε πολλές αναφορές στη μεσαία τάξη, χωρίς όμως να στηρίξει με συγκεκριμένα μέτρα τις γενικόλογες αναφορές του σε αυτούς «που συνήθως ντύνονται απλά αλλά ξέρουν να φορούν και γραβάτα όταν πρέπει», ενώ –για άλλη μια φορά– υποσχέθηκε περισσότερη στήριξη από του χρόνου.
Κατά τη συνήθη πρακτική του μάλιστα αναφέρθηκε και πάλι στις μεταρρυθμίσεις λέγοντας ότι «οι μεταρρυθμίσεις οφείλουν να είναι ακαριαίες, αλλά όχι ακραίες. Οι ριζικές
τομές θέλουν χρόνο για να ωριμάσουν στη συνείδηση εκείνων για τους οποίους συντελούνται. Γι’ αυτό και προϋποθέτουν μέθοδο, ιδίως όταν οι προσδοκίες είναι υψηλές έπειτα από τετραετία απογοητεύσεων. Το σημαντικό είναι να αρθρώνεται αποφασιστικά η πολιτική βούληση».
«Η μέγιστη απάτη»
Σε αυτή την κατάθεση… βουλησιαρχίας ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας αντέταξε έναν καθαρά πολιτικό λόγο καταδεικνύοντας τις «κυβερνητικές απάτες που γίνονται ολοένα και πιο φανερές». Οπως υπογράμμισε, «μέγιστη απάτη ήταν η πολεμική της ΝΔ για το χρέος, τη στιγμή που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο το ρύθμιζε προς όφελος της χώρας αλλά άνοιγε και έναν καθαρό διάδρομο, ύστερα από πολλά χρόνια, για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας», αλλά και «απάτη οι επιθέσεις της ΝΔ στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για τα πλεονάσματα, τα οποία η σημερινή κυβέρνηση είχε υποσχεθεί να μειώσει άμεσα. Δεν αξιοποίησαν αυτό που εμείς είχαμε ανακοινώσει, δηλαδή τη μείωσή τους με τη δημιουργία ενός καταπιστευτικού λογαριασμού».
Επί των διακηρύξεων για ενίσχυση των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων, που όμως δεν αποτυπώθηκαν σε συγκεκριμένες προβλέψεις, ενδεικτική είναι η τοποθέτηση της αναπληρώτριας τομεάρχη οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Κατερίνας Παπανάτσιου: «Τα μισά χρήματα που λένε ότι είναι για την τόνωση της οικονομίας πάνε στις επιχειρήσεις με τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 28% στο 24%. Δεν το θεωρώ κακό μέτρο, αλλά είναι κακό μέτρο στη δεδομένη στιγμή και έτσι όπως γίνεται, παίρνοντας τη μερίδα του λέοντος από τους υπόλοιπους πολίτες. Θα μπορούσε να είναι ένα μέτρο σταδιακό, να χαμηλώσει η φορολογία και συγχρόνως να μπορούν να έχουν μεγαλύτερη ελάφρυνση και τα μικρά και μεσαία εισοδήματα».
Για την ιστορία, ο προϋπολογισμός του 2020 υπερψηφίστηκε από 158 βουλευτές και καταψηφίστηκε από 139 βουλευτές της αντιπολίτευσης. Αξια αναφοράς είναι η ευρύτατη συναίνεση που καταγράφηκε για τον προϋπολογισμό του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, ο οποίος εγκρίθηκε με πλειοψηφία 250 βουλευτών έναντι 39 που καταψήφισαν και οκτώ που δήλωσαν παρών. Υπέρ ψήφισαν η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Ελληνική Λύση. Το ΚΙΝΑΛ σύμφωνα με πληροφορίες ψήφισε «όχι» σε όλα.