Το Χάρβαρντ αποκλείει έξοδο της χώρας μας από την κρίση λόγω της κυβερνητικής πολιτικής
Τα στελέχη των πιστωτικών ιδρυμάτων αλλά και η κυβέρνηση κρύβονται πίσω από τα τραπεζικά κριτήρια για να κρατήσουν το χρήμα για τους μεγάλους παίκτες της πραγματικής οικονομίας. Εχουν βγει λοιπόν στη γύρα δηλώνοντας δεξιά και αριστερά ότι είναι σημαντικό να διατηρηθεί η «κουλτούρα των πληρωμών». Ετσι όλα τα προγράμματα δανειοδότησης επιχειρήσεων με κρατικές ενισχύσεις «σκοντάφτουν» στα περιβόητα τραπεζικά κριτήρια, με το χρήμα να ρέει μόνο στους μεγάλους, οι οποίοι δεν είναι ωστόσο περισσότεροι από το 20% των επιχειρήσεων της χώρας.
Οταν λοιπόν μιλάμε για μια πραγματική οικονομία που αριθμεί περί τις 700.000 επιχειρήσεις είναι σαφές ότι η αυστηροποίηση των κριτηρίων (όταν οι τράπεζες δανείζονται με αρνητικό επιτόκιο) φέρνει περισσότερες από 500.000 επιχειρήσεις μπροστά σε ενδεχόμενο λουκέτο καθότι δεν μπορούν να δανειοδοτηθούν αλλά ούτε έχουν κεφαλαιακή επάρκεια ώστε να συντηρήσουν τις ζημίες που φέρνει η απώλεια του τζίρου λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης του παραγωγικού ιστού της χώρας (απολύσεις, μειώσεις μισθών, μειώσεις θέσεων απασχόλησης κ.λπ.).
Εδώ λοιπόν έρχεται η έρευνα του Χάρβαρντ που συσχέτισε την επερχόμενη οικονομική κρίση λόγω της πανδημίας Covid-19 με το πώς εξήλθαν τα κράτη από την κρίση του 2008-09. Για τους μελετητές του Χάρβαρντ το επιτυχημένο παράδειγμα είναι ο Καναδάς (σενάριο V) και το αποτυχημένο η Ελλάδα (σενάριο L). Στο ενδιάμεσο βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες (σενάριο U).
Σύμφωνα με τη μελέτη, αυτές οι δύο κρίσεις συντηρούν έναν φαύλο κύκλο: το πάγωμα στην οικονομία κάνει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά πιο ευάλωτα απέναντι στις υποχρεώσεις τους, ενώ με τη σειρά του ζημιώνει τις τράπεζες που αδυνατούν να δανείσουν για να γίνουν νέες επενδύσεις. Εδώ ωστόσο έχουμε μια άλλη κατάσταση. Ελέω ΕΚΤ οι ελληνικές τράπεζες δανείζονται με αρνητικά επιτόκια αλλά δεν προωθούν το χρήμα στην πραγματική οικονομία, προβάλλοντας ως λόγο τα τραπεζικά κριτήρια – που για τις ίδιες δεν ισχύουν. Ετσι ερχόμαστε στο ίδιο σχεδόν περιβάλλον με εκείνο της προηγούμενης κρίσης.
Υφεση και ανάκαμψη: τα διαφορετικά μονοπάτια
Για τους ερευνητές του Χάρβαρντ το βάθος μιας ύφεσης και ο χρόνος της ανάκαμψης εξαρτώνται από το πόσο έχει χτυπηθεί η πλευρά της προσφοράς μιας οικονομίας. Η πλευρά αυτή αποτελείται από το πάγιο κεφάλαιο (μηχανήματα, εγκαταστάσεις), το εργατικό δυναμικό και την παραγωγικότητα.
Ετσι, όπως αναφέρεται στη μελέτη του Χάρβαρντ, η διαδικασία ύφεσης και ανάκαμψης μπορεί να πάρει τρεις διαφορετικές τροπές, ανάλογα με το σχήμα που παίρνει το γράφημα της οικονομίας:
• V: Οι πιστώσεις δεν σταματούν να ρέουν προς την πραγματική οικονομία. Η παραγωγικότητα της οικονομίας δεν επηρεάζεται και η ανάκαμψη στα προ κρίσης επίπεδα έρχεται αργά ή γρήγορα ανάλογα με τη σφοδρότητα της κρίσης. Σε αυτή την περίπτωση με βάση τις καταγραφές ανήκει ο Καναδάς, που την περίοδο της κρίσης, λόγω της ισχυρής νομοθεσίας που δεν επιτρέπει το τζογάρισμα των τραπεζών σε επικίνδυνα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δεν αντιμετώπισε πρόβλημα στη ροή χρηματοδότησης της οικονομίας μέσω τραπεζών.
• U: Η ροή των πιστώσεων έχει ανακοπεί αλλά δεν έχει σταματήσει εντελώς. Το επίπεδο της παραγωγής δεν επανέρχεται στα προ κρίσης επίπεδα αλλά ακολουθεί παράλληλα στο «μονοπάτι» της τάσης που είχε η ανάπτυξη πριν από την κρίση με πάνω κάτω τον ίδιο ρυθμό ανάπτυξης. Τέτοια περίπτωση, σύμφωνα πάντα με τη μελέτη του Χάρβαρντ, είναι οι ΗΠΑ, καθότι τα υπερχρεωμένα πριν από την κρίση επιχειρήσεις και νοικοκυριά δεν μπορούσαν να καταναλώσουν όπως πριν με αποτέλεσμα να μη γίνεται ο ίδιος τζίρος στην αγορά. Αυτό γίνεται προφανές και από τις απολύσεις: 9.000 στη Shell, 28.000 στην Disney, 15.000 στη Raytheon.
• L: Η ροή των πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία έχει σταματήσει. Οι επενδύσεις είναι λίγες. Η παραγωγή δεν ανακάμπτει ποτέ στα προ κρίσης επίπεδα, ίσα ίσα συνεχίζει να μειώνεται. Ο ρυθμός ανάπτυξης επίσης δεν ανακάμπτει, αλλά αντίθετα μειώνεται. Η προσφορά υφίσταται μόνιμες διαρθρωτικές ζημιές. Η περίπτωση της Ελλάδας, της οποίας η οικονομία καταρρέει από τη στιγμή που οι τράπεζες αδυνατούν να τη χρηματοδοτήσουν.
Ακριβώς αυτό γίνεται και μετά τα εαρινά μέτρα κοινωνικού αποκλεισμού. Οι τράπεζες σε αγαστή συνεργασία με την κυβέρνηση Μητσοτάκη έχουν πνίξει την πραγματική οικονομία, που αδυνατεί να εξεύρει τρόπο χρηματοδότησης, ενώ έπειτα από δέκα έτη κρίσης δεν υπάρχει «λίπος» από αποταμιεύσεις ούτε βέβαια κεφαλαιακή επάρκεια. Παρ’ όλα αυτά, οι τράπεζες επιμένουν να τηρούν τα τραπεζικά κριτήρια για τους μικρούς αλλά όχι για τους μεγάλους παίκτες της αγοράς.
Τρόποι να απαλύνεις τη σφοδρότητα
Πέρα από τη θεραπεία της ίδιας της ασθένειας του κορονοϊού, σύμφωνα με τη μελέτη του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ χρειάζονται οικονομικές καινοτομίες και μέτρα ανακούφισης:
1) Πολιτικές προστασίας και ενίσχυσης της πραγματικής οικονομίας: 2 τρισ. δολάρια είναι το πακέτο που εγκρίθηκε από το αμερικανικό Κογκρέσο, 750 δισ. ευρώ στην ΕΕ. Στην Ελλάδα με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη οι κρατικές ενισχύσεις είναι αμελητέες. Oπως έχει αποκαλύψει το Documento, μέχρι τον Ιούλιο ανέρχονταν σε 4,69 δισ. ευρώ με βάση τα στοιχεία εκτέλεσης της πορείας του προϋπολογισμού.
2) Πρέπει να εφευρεθούν δίοδοι ώστε να ρεύσει το χρήμα προς τα νοικοκυριά, όπως έγινε και για τις τράπεζες στην κρίση του 2008, αυτό δηλαδή που… δεν γίνεται στην Ελλάδα των συστημικών τραπεζών, όπου τα χρήματα από τα δάνεια με αρνητικό επιτόκιο πηγαίνουν μόνο στους μεγάλους. 03
3) Δάνεια μηδενικού επιτοκίου και παύση πληρωμών σε όλες τις υποχρεώσεις, κάτι που στη χώρα μας ούτε καν συζητείται.