Ηδη από το τέλος του Β΄ Παγκόσµιου Πολέµου, αλλά και νωρίτερα, σε εισηγητικές εκθέσεις ευρωπαϊκών νοµοθετικών κειµένων και σε άλλα κείµενα η κοινωνική ασφάλιση αντιµετωπίζεται ως η εγγύηση για κάθε πολίτη ότι σε όλες τις καταστάσεις θα διαθέτει τα αναγκαία µέσα για να διασφαλίσει την ύπαρξή του και της οικογένειάς του. Η αιτιολογική βάση βρίσκεται στη στοιχειώδη φροντίδα της κοινωνικής δικαιοσύνης ανάµεσα σε εκείνους που έχουν και είναι σίγουροι για το µέλλον τους και εκείνους πάνω στους οποίους βαραίνει κάθε στιγµή η απειλή της εξαθλίωσης.
Αυτήν ακριβώς την κεντρική ιδέα της κοινωνικής ασφάλισης είναι που αποστρέφεται κάθε νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση στον πλανήτη, συµπεριλαµβανοµένης της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Και προσπαθεί µε κάθε τρόπο να την ανατρέψει προς όφελος λίγων, αλλά ισχυρών οικονοµικών συµφερόντων, αφενός εµπαίζοντας την κοινωνία ότι δήθεν οι εφαρµοζόµενες µεταρρυθµίσεις γίνονται προς όφελός της, αφετέρου υπονοµεύοντας συστηµατικά το δηµόσιο ασφαλιστικό σύστηµα.
Τόσο οι αντεργατικές και αντιασφαλιστικές νοµοθετικές πρωτοβουλίες όσο και οι συνεχείς «αστοχίες» και τα «επιτελικά φιάσκα» είναι η πιο τρανή απόδειξη της ταυτόχρονης διαχειριστικής ανεπάρκειας, κοινωνικής αναλγησίας και ιδεοληψίας αυτής της κυβέρνησης.
Πρόσφατο παράδειγµα αποτελεί η διαδικασία ανάθεσης έκδοσης κύριας σύνταξης σε ιδιώτες· µε µία λέξη φιάσκο. Την ώρα που ο Κωστής Χατζηδάκης πραγµατοποιούσε τηλε-φιέστα για να διακηρύξει µέσω των ΜΜΕ ότι η νέα αυτή διαδικασία συνιστά την «πιο γρήγορη», «φιλική» και «χωρίς λάθη» διαδικασία έκδοσης σύνταξης, οι εκπρόσωποι των εργαζοµένων στον ΕΦΚΑ αποκάλυπταν ότι το διάστηµα Νοεµβρίου 2021 έως Ιανουαρίου 2022 ο αριθµός των συνταξιοδοτικών αποφάσεων που εκδόθηκαν από τους υπαλλήλους του φορέα ανέρχεται σε 105.000, ενώ οι ιδιώτες εξέδωσαν λιγότερα από 50 προσχέδια συνταξιοδοτικών αποφάσεων, εκ των οποίων τα περισσότερα ήταν λάθος! Οµως ο υπουργός επέµεινε ότι «το µέτρο αποτελεί θεσµό που θα µείνει», επιλέγοντας έτσι για µία ακόµη φορά τον δρόµο της φτηνής κυβερνητικής προπαγάνδας και της (έµµεσης) ιδιωτικοποίησης και υπονόµευσης του ΕΦΚΑ αντί της ενίσχυσής του. Αποτέλεσµα; Ταλαιπωρία για όλους και εκκρεµότητες που φτάνουν σήµερα τις 340.000, από 107.000 το 2019.
Μερικές µέρες αργότερα ένα ακόµη παράδειγµα «επιτελικής ανικανότητας» ήρθε να προσθέσει ταλαιπωρία στους ασφαλισµένους, υπενθυµίζοντας σε όλους ότι το 2022 ακόµη δεν επικοινωνούν τα πληροφοριακά συστήµατα ΚΕΑΟ και ΕΦΚΑ, µε αποτέλεσµα χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελµατίες, ενώ έχουν πληρώσει ή ρυθµίσει τις εισφορές τους, να εµφανίζονται ως ανασφάλιστοι. Η υπόθεση αυτή, πέραν της αυτονόητης ταλαιπωρίας των ίδιων των ασφαλισµένων, φανέρωσε ξανά τη γύµνια του πολυδιαφηµισµένου «επιτελικού κράτους» της Ν∆.
∆εν είναι όµως µόνο αυτά. Σειρά νοµοθετικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης καταδεικνύουν, εκτός της διαχειριστικής της ανεπάρκειας, την κοινωνική της αναλγησία. Από την κατάργηση της 13ης σύνταξης που θέσπισε το 2019 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έως τη στέρηση του κοινωνικού µερίσµατος από τους χαµηλοσυνταξιούχους για να καλυφθεί το δηµοσιονοµικό κενό από την εφαρµογή του κεφαλαιοποιητικού συστήµατος στην επικουρική που θεσµοθέτησε η σηµερινή κυβέρνηση. Και από την περικοπή µέσω της υπερφορολόγησης των ήδη κουτσουρεµένων αναδροµικών των συνταξιούχων µέχρι την απαράδεκτη διάταξη του νόµου Πλεύρη που υποχρεώνει από 30/4/22 τους ανασφάλιστους να συνταγογραφούν εξετάσεις, θεραπείες και φάρµακα αποκλειστικά σε δηµόσιες δοµές υγείας, επιβαρύνοντας και το ΕΣΥ εν µέσω πανδηµικής κρίσης.
Οµως σε µια ιδιαίτερα κρίσιµη περίοδο παρατεταµένης και πολύµορφης κρίσης –υγειονοµικής, ακρίβειας, επαπειλούµενης επισιτιστικής κρίσης– µε τεράστιες επιπτώσεις για την κοινωνική πλειονότητα, αυτή η πολιτική είναι µέρος του προβλήµατος, όχι της λύσης. Η ανάγκη για µια άλλη διακυβέρνηση σε προοδευτική κατεύθυνση, µε το βλέµµα στραµµένο στην προστασία των δικαιωµάτων των πολιτών και τη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου, είναι πιο επείγουσα από ποτέ.
Η Τάνια Καραγιάννη είναι αναπληρώτρια εκπρόσωπος Τύπου ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ