Ο πρωτόγονος άνθρωπος ήταν στο έλεος των στοιχείων της φύσης. Ζούσε περιμένοντας τον θάνατο από τον κεραυνό, τον κατακλυσμό, τη λάβα του ηφαιστείου ή το πιο δυνατό από αυτόν ζώο. Ως νοήμον ον έμαθε από όσα του συνέβαιναν, δημιούργησε την προστασία του και οργανώθηκε σε κοινωνίες που βελτίωσαν τη ζωή του. Ο άνθρωπος σήμερα δεν είναι πιο ισχυρός από τη φύση, αλλά είναι
οργανωμένος και σχετικά ασφαλής απέναντί της. Διαθέτει σε τελευταία ανάλυση τη σωτήρια γνώση ότι η φύση είναι πάνω από αυτόν, οπότε πρέπει να την αφουγκράζεται, να τη σέβεται και να βρει τρόπο να προστατεύσει τον εαυτό του από τις εξάρσεις της. Οι κεραυνοί πέφτουν από γενέσεως της γης, αλλά ο άνθρωπος έμαθε να προστατεύεται με αλεξικέραυνα.
Σήμερα οι κοινωνίες είναι οργανωμένες σε κράτη που φροντίζουν για τη ζωή των πολιτών και την ασφάλειά τους. Σε αυτά τα κράτη ο πολίτης έχει την όποια προσωπική ευθύνη, αλλά η ομπρέλα όλων είναι το κράτος και η κυβέρνηση. Το κράτος οφείλει να λειτουργεί αποσβένοντας το λάθος του πολίτη (δεν έχουν άλλωστε όλοι τον ίδιο βαθμό συνείδησης ούτε την ίδια νόηση) και λαμβάνοντας υπόψη στον σχεδιασμό του το χειρότερο σενάριο. Ενός πολίτη για παράδειγμα που βάζει από αμέλεια ή και από πρόθεση φωτιά, το σπίτι του δεν αφήνεται να καεί. Δεν αφήνεται στο έλεος των κυμάτων ο ανόητος ή επιπόλαιος που βγήκε να ψαρέψει με δέκα μποφόρ.
Γιατί αναφέρω όλα αυτά τα τόσο κοινότοπα και γνωστά; Γιατί ζούμε σε μια εποχή που η πραγματικότητα αντιστρέφεται και γινόμαστε αυτοβούλως καταναλωτές της εικονικής πραγματικότητας.
Ο καθένας από εμάς –όπως είναι φυσικό– δεν μπορεί να ελέγξει ποσοτικά το μέγεθος της ασφάλειάς του. Δεν ξέρει αν ο τρόπος που έχτισε ο διπλανός του το σπίτι είναι απειλή για τον ίδιο. Δεν ξέρει αν μια πυρκαγιά που μόλις ξεκίνησε μπορεί να τον κάψει. Υπάρχει μια κρατική οντότητα η οποία με την ευθύνη της κάθε κυβέρνησης είναι υπεύθυνη για να προστατεύσει τον πολίτη και να του εξασφαλίσει ποιότητα ζωής. Γι’ αυτό καταβάλλουμε φόρους και κατ’ επέκταση επιλέγουμε στις εκλογές ποιος αναλαμβάνει την πολιτική διαχείριση.
Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ο άτακτος κυνηγημένος που τρέχει για να μην καεί, να μην πνιγεί και να μη δολοφονηθεί. Το 2023 δεν μπορεί να χτυπάει το 112 όπως παλιά οι καμπάνες του χωριού για να τρέξει ο καθένας να σωθεί. Η για δεύτερη φορά κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να κινείται με επικοινωνιακούς όρους και με μοναδικό ζητούμενο να αποδώσει τις ευθύνες στο υπερπέραν. Οποια αρνητική πλευρά της διακυβέρνησης Μητσοτάκη σηκώσεις από κάτω υπάρχει η ίδια δικαιολογία: φταίει κάποιος άλλος, οι ιδιαίτερες και ακραίες συνθήκες, φταίει ο Θεός που μας μισεί. Είτε πρόκειται για την αντιμετώπιση του κορονοϊού (θυμίζω ότι η Ελλάδα πρώτευσε σε θανάτους) είτε πρόκειται για την ακρίβεια, τις φωτιές ή τις πλημμύρες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένα απλό θύμα του «ανυπέρβλητου και πρωτόγνωρου» που συντελείται. Δεν φταίει ο ίδιος, αλλά η κλιματική αλλαγή, όπως έφταιγαν τα μερομήνια παλιά στα χωριά.
Προφανώς υπάρχουν και κλιματική αλλαγή και ακραία καιρικά φαινόμενα και επαναλαμβανόμενα καιρικά φαινόμενα για δεκαετίες που δείχνουν ένα γεγονός: ότι η χώρα αυτή είναι ανοχύρωτη απέναντι σε όλα.
Ο Θεσσαλικός Κάμπος πνίγηκε και τη δεκαετία του 1950 και το 1994 και το 1998 και το 2020 και το 2023. Αν φταίει η κλιματική αλλαγή, το κράτος και η κυβέρνησή του είναι υπεύθυνα να μας προστατεύσουν. Διαφορετικά δεν χρειάζονται. Ο πολίτης μπορεί και μόνος του να τρέχει στα βουνά για να σωθεί όπως οι πρόγονοί του.
Οταν οι φωτιές κατακαίνε τα πάντα φταίνε τα πυρονέφη, όταν πνιγόμαστε τα υδρονέφη και όταν μας πείθουν να τα πιστεύουμε όλα αυτά, φταίνε σίγουρα τα νέφη που δημιουργούν γύρω από την ενημέρωση. Ισως είναι ώρα να μιλήσουμε για ατομική ευθύνη. Δεν εννοώ αυτήν που προπαγανδίζει ο Μητσοτάκης για να φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από αυτόν.
Αναφέρομαι στην ατομική ευθύνη να καταναλώνουμε παραμύθια και αθλιότητες μόνο και μόνο για να μη διαταραχθεί ο ιδιωτικός μας χώρος και περάσουμε στενάχωρα κάνοντας προβλέψεις για τα χειρότερα που έρχονται. Μιλώ για την ατομική ευθύνη της αυταπάτης, που θέλει τον Μητσοτάκη, άπαξ και βγει με γένια τριών ημερών στην τηλεόραση, να θεωρείται από υπεύθυνος για το έγκλημα, ειλικρινά πενθών.
Το τελευταίο εξάμηνο έχουν σκοτωθεί 57 άνθρωποι στα Τέμπη, έχουν πνιγεί 700 στην Πύλο, έχουν απανθρακωθεί 20 στη Δαδιά και θα θρηνήσουμε άγνωστο πόσους στη Θεσσαλία. Τα δάση έχουν τελειώσει, ο Kάμπος θα ξαναγίνει γόνιμος σε πέντε χρόνια, θα πούμε το ψωμί ψωμάκι από την ακρίβεια, ενώ χιλιάδες οικογένειες θα ζήσουν το επαναλαμβανόμενο δράμα να ξεκινήσουν το βιος τους από την αρχή.
Πώς ολόκληρη κοινωνία καταναλώνει όλα αυτά τα ανόητα επιχειρήματα που θέλουν το κράτος να μην έχει ευθύνη, αλλά όλα να ανάγονται στη σχεδόν μεταφυσική ευθύνη του κακού ριζικού μας, που έγινε ακόμη πιο κακό λόγω της κλιματικής αλλαγής;
Πώς τόσο πολλοί άνθρωποι είναι έτοιμοι να μετατραπούν από πολίτες που έκαναν το χρέος τους και ζητούν την προστασία του κράτους σε άβολους προπαγανδιστές επιχειρημάτων για ηλίθιους;
Η μισή Ελλάδα κάηκε και η άλλη μισή πνίγηκε. Και στις δύο περιπτώσεις η χώρα ήταν στο έλεος των φυσικών φαινομένων. Οι φωτιές έσβησαν στη θάλασσα. Με τις πλημμύρες ολόκληρα χωριά βρέθηκαν κάτω από το νερό και όσοι βρέθηκαν νεκροί δεν ήταν όλοι από πνιγμό αλλά και από υποθερμία. Εμειναν δηλαδή αβοήθητοι μες στο παγωμένο νερό και κατέληξαν.
Ο ελληνικός στρατός, ως αναπόσπαστο κομμάτι του κράτους το οποίο είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει τα χειρότερα, πόλεμο και στρατιωτική εισβολή, παρότι έχει τα μέσα να επέμβει, έμεινε για δύο μέρες αμέτοχος. Για την κυβέρνηση το ζητούμενο δεν είναι η σωτηρία κανενός, αλλά η επικοινωνιακή διαχείριση όσων συνέβησαν. Δηλαδή της αδιαφορίας.
Από τον Φεβρουάριο του 2022 η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει δεχτεί οχλήσεις και νομικές επιπτώσεις από την Ευρωπαϊκή Ενωση γιατί δεν υλοποιεί αντιπλημμυρικά έργα. Γνώριζαν πολύ καλά τι έρχεται. Εχει συμβεί άλλωστε πολλές φορές η Θεσσαλία να πνιγεί. Συνεπώς δεν μιλάμε για ανικανότητα, αλλά για έγκλημα που άφησαν να εξελιχθεί.
Ο Μητσοτάκης κάνει αυτό που γνωρίζει. Το πρόβλημα είναι η κοινωνία η οποία κοιτά το ίδιο αδιάφορη. Γκρινιάζει, επαναστατεί και εκνευρίζεται μόνο όταν η φωτιά, το νερό, το κακό απειλήσουν τον πολύ ιδιωτικό χώρο. Εχει χάσει το χαρακτηριστικό της συλλογικής αντιμετώπισης που σκοπό έχει να μην πλήξει το κακό κανέναν. Πιάσαμε πάτο και πνιγόμαστε. Ο Ελληνας μοιάζει φυλακισμένος σε ένα κελί με δύο όρια. Στο ένα είναι η κλειδαμπαρωμένη πόρτα του σπιτιού και στο άλλο η τηλεόραση plasma και το κινητό. Ζει ευτυχής βάζοντας like. Προφανώς και στο TikTok του Μητσοτάκη.
ΥΓ.: Δυστοπία. Ο Αντώνης Καρυώτης πνίγηκε στον Πειραιά όταν προσπάθησε να επιβιβαστεί στο πλοίο «Blue Horizon» και τον εμπόδισε, τον έσπρωξε το πλήρωμα. Οχι, δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό παραλογισμού. Είναι ο εκφυλισμός, η κατάντια στην οποία φτάνει η κοινωνία όταν χάνει τη σχέση της με τον άνθρωπο και λειτουργεί με κανόνες που δεν τον υπολογίζουν. Ο κανόνας γίνεται πιο σημαντικός από τον ίδιο τον άνθρωπο. Ταυτόχρονα είναι και η ένδειξη για το πού οδεύουμε. Ενα σύστημα αντιλήψεων που καταπίνει την παρανομία των ισχυρών, αλλά διυλίζει την πιθανή παράβαση των κανόνων από τον πολίτη στην καθημερινότητα. Εκεί που πρέπει να λειτουργεί η κοινωνία με κανόνες αλλά και με ευαισθησίες δημιουργείται ένα πλαίσιο «ατομικής ευθύνης» και αυτοματισμών που προσπερνούν τον άνθρωπο και δικαιολογούν το απάνθρωπο. Αν το δεχτούμε αυτό, τότε το μοναδικό θέμα είναι τι κανόνες θα εφευρεθούν ώστε να μας ελέγχουν και να μας χειραγωγούν. Θα δικαιολογείται να πνιγείς, να καείς, να μην υπάρχεις γιατί υπάρχει ένας κανόνας.
Οποια αρνητική πλευρά της διακυβέρνησης Μητσοτάκη σηκώσεις από κάτω είναι η ίδια δικαιολογία: φταίει κάποιος άλλος, οι ιδιαίτερες και ακραίες συνθήκες, φταίει ο Θεός που μας μισεί. Είτε πρόκειται για την αντιμετώπιση του κορονοϊού (η Ελλάδα πρώτευσε σε θανάτους) είτε πρόκειται για την ακρίβεια, τις φωτιές ή τις πλημμύρες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένα απλό θύμα του «ανυπέρβλητου και πρωτόγνωρου» που συμβαίνει. Δεν φταίει ο ίδιος, αλλά η κλιματική αλλαγή, όπως έφταιγαν τα μερομήνια παλιά στα χωριά