Ένα αλλιώτικο «στοιχειωμένο σπίτι» ορθώνεται στην καρδιά της πόλης και ο πρωτοπόρος Ολλανδός δημιουργός του μας προτρέπει να το επισκεφθούμε για να ξορκίσουμε τη σύγχρονη κουλτούρα του φόβου, σε μια κοινωνία εμμονική με την ασφάλεια και την τελειότητα. Άραγε, είμαστε ακόμα ικανοί να διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας;
Εξορκίζουμε τους φόβους μας μόνο όταν τους κοιτάμε κατάματα» δηλώνει ο Dries Verhoeven (γενν. 1976) και αυτό ακριβώς μας καλεί να πράξουμε, μπαίνοντας κάτω από τη μαύρη τέντα με τη νέον επιγραφή Phobiarama που έχει στηθεί στην καρδιά της πόλης.
Θέαμα-εμπειρία από τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση από τις 9 έως 14 Μαΐου στην Πλατεία Συντάγματος στο πλαίσιο του Fast Forward Festival 4. Η ζωντανή εγκατάσταση-περφόρμανς Phobiarama είναι η πιο πρόσφατη δουλειά του διεθνώς διακεκριμένου Ολλανδού εικαστικού και σκηνοθέτη, ο οποίος πριν από τρία χρόνια, στο πλαίσιο του 1ου Fast Forward Festival της Στέγης, παρουσίασε στους δρόμους της Αθήνας την αποκαλυπτική περιπατητική παράσταση No Man’s Land, με τους θεατές να έχουν για «οδηγό» τους έναν μετανάστη.
Το είναι μια site-specific εγκατάσταση εκτός Στέγης, προσομοίωση του σύγχρονου θεάτρου του φόβου: ένα αλλιώτικο «στοιχειωμένο σπίτι» σε μια λαβυρινθώδη διαδρομή που εξορκίζει όσα μας στοιχειώνουν.
Αλήθεια, εσάς τι σας φοβίζει περισσότερο; Μια εγκαταλειμμένη βαλίτσα σε ένα αεροδρόμιο; Το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ; Η οικονομική κρίση, ο εθνικισμός και η άκρα Δεξιά; Η τρομοκρατία και η αστυνόμευση;
Σε παγκόσμια πρεμιέρα και σε συμπαραγωγή της Στέγης με το Holland Festival, η εγκατάσταση Phobiarama θεματοποιεί, εκθέτει και αποδομεί τις στρατηγικές του φόβου, καλώντας μας να αναμετρηθούμε μαζί τους όπως πρέπει, δηλαδή επί ίσοις όροις.
«Ποτέ άλλοτε δεν ήμασταν τόσο ασφαλείς και, συγχρόνως, τόσο τρομοκρατημένοι» διαπιστώνει ο Ντρις Φερχόφεν και μας θυμίζει: «Οι υποδοχείς του φόβου εδράζονται στον εγκέφαλό μας: στην αμυγδαλή, τους νευρώνες που ενεργοποιούν τα αντανακλαστικά μας όταν βρισκόμαστε σε κίνδυνο. Τελευταία, η αμυγδαλή μας κάνει υπερωρίες. Πολιτικοί, media, marketers και τρομοκράτες μάς υποχρεώνουν σε διαρκή εγρήγορση, σε κατάσταση συναγερμού. Στοχεύουν με φοβερή αποτελεσματικότητα στους υποδοχείς του φόβου. Τι από όλα αυτά, όμως, είναι πραγματικές απειλές και τι σενάρια συνωμοσίας;»
https://www.youtube.com/watch?v=PJv_YAsu5sI
9 – 14 Μαΐου 2017 | Πλατεία Συντάγματος, Αθήνα
Δευτ-Παρ: 18:00 | 19:00 | 20:00 | 21:00 | 22:00
Σαβ-Κυρ: 11:00 | 12:00 | 13:00 και 18:00 | 19:00 | 20:00 | 21:00 | 22:00
Συντελεστές
Σύλληψη: Dries Verhoeven
Ερμηνεία: Michelangelo Hansen, Earl Daniel, Faiz Faouzi, Malcolm Pengel, Ozan Aydogan, Quincy Nelstein, Rodney Glunder, Rosario Roumou, Sohrab Bayat, Virginio Papa, Zouhair Mtazi
Δραματουργία: Lara Staal
Προσαρμογή για την Αθήνα: Θεοδώρα Καπράλου
Σχεδιασμός Ήχου: S.M. Snider
Λογισμικό: Sylvain Vriens
Κοστούμια: Tentacle Studio
Τεχνικό σύστημα ανάπτυξης: Nelissen decorbouw
Σχεδιασμός Βίντεο (πρακτική): Casper Wortmann
Σκηνοθεσία (πρακτική): Carmen Schwarz
Φωτογραφία: Willem Popelier
Τρέιλερ Βίντεο: Bowie Verschuuren
Τεχνικός Διευθυντής: Roel Evenhuis
Παραγωγή: Olga Godschalk
Βοηθός παραγωγής: Bart van de Woestijne
Εκτέλεση παραγωγής: Νικήτας Βασιλάκης
Δημόσιες σχέσεις: Harmen van Twillert
Διοίκηση: Valérie Julémont, Cees van Gemert, Inez Coumans
Συν-ανάθεση: Στέγη Ιδρύματος Ωνάση / Fast Forward Festival και Holland Festival
Παγκόσμια πρεμιέρα: Στέγη Ιδρύματος Ωνάση / Fast Forward Festival (Μάιος 2017)
Το Phobiarama υλοποιείται χάρη στο Creative Industries Fund NL, The Prins Bernhard Cultuurfonds, NORMA Fonds και VSBfonds.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΔΡΑΣΗ
Παρασκευή 12 Μαΐου | 11:00-14:00
Εργαστήριο με τον Dries Verhoeven (στα αγγλικά χωρίς διερμηνεία)
Διαβάστε περισσότερα
Το Phobiarama, μετά την παγκόσμια πρεμιέρα του στην Ελλάδα, θα παρουσιαστεί στο Holland Festival (12-20/6), πάντα σε συμπαραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.
Ο διακεκριμένος Ολλανδός σκηνοθέτης και εικαστικός Ντρις Φερχόφεν (γενν. 1976), με σπουδές σκηνογραφίας στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μάαστριχτ (1995-99), αρχικά συνεργάστηκε με διάφορους σκηνοθέτες και σκηνογράφους. Το 2002 ξεκίνησε να εργάζεται ως ανεξάρτητος θεατρικός δημιουργός, παρουσιάζοντας εγκαταστάσεις, site-specific παραστάσεις και χάπενινγκ σε μουσεία, διεθνή φεστιβάλ, αλλά και στο δημόσιο χώρο. Τα έργα του, στη μεθόριο μεταξύ περφόρμανς και εικαστικής εγκατάστασης, εξετάζουν κριτικά τις σχέσεις ανάμεσα στους θεατές, τους περφόρμερ, την καθημερινότητα και την τέχνη. Ο Φερχόφεν αρνείται στο κοινό το ρόλο παθητικών θεατών μιας θεατρικής παράστασης και το εμπλέκει σε μια δυναμική σχέση με το έργο και/ή τους ερμηνευτές ή το παροτρύνει να βιώσει το χάπενινγκ ως εμπειρία. Οι δουλειές του παρουσιάζονται διεθνώς και ο ίδιος ζει μεταξύ Βερολίνου και Άμστερνταμ.
Στις πρώτες περφόρμανς του, ο Φερχόφεν συνεργάστηκε με ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες: παιδιά και ηλικιωμένους (Empty Hands, 2010), τυφλούς (Dark Room, 2011), πρόσφυγες και μετανάστες (No Man’s Land, 2011), προκαλώντας τους θεατές να αντιληφθούν την πραγματικότητα μέσα από μια απροσδόκητα διαφορετική οπτική.
Το 2007, για τις ανάγκες της performance-installation, You Are Here, ο Φερχόφεν δημιούργησε ένα «ξενοδοχείο» για 30 επισκέπτες, σε καθέναν από τους οποίους αναλογούσε ένα δωμάτιο. Ένας καθρέπτης 400 τ.μ. τοποθετήθηκε στην οροφή, ούτως ώστε κάθε επισκέπτης/θεατής να μπορεί να βλέπει τους υπόλοιπους στα δωμάτιά τους. Η εγκατάσταση λειτούργησε σαν μια προσομοίωση της μοναχικότητας των σύγχρονων μεγαλουπόλεων.
Στην ανθρώπινη εγκατάσταση, Ceci n’est pas… (2013), ο Φερχόφεν εξέθετε στο δημόσιο χώρο, σε διαφανείς προθήκες που στήνονταν στο κέντρο της πόλης, ιδιαίτερους ανθρώπους σε ιδιαίτερα πλαίσια (μια νάνος που απολάμβανε ένα κοκτέιλ, μια γυμνή ηλικιωμένη με μια νεανική μάσκα στο πρόσωπο, ένα ημίγυμνο κοριτσάκι στα γόνατα ενός άνδρα που της διάβαζε ένα βιβλίο κ.ά.). Σύμφωνα με τον Φερχόφεν, πίσω από τη βιτρίνα εγκιβωτιζόταν κάθε μέρα μία ακόμη «εξαίρεση στον κανόνα». Όπως γράφτηκε, «ήταν μια έκθεση του DNA των καιρών μας», προορισμένη να κάνει τους περαστικούς να σταθούν μπροστά της.
Στο μαζικό χάπενινγκ-μνημόσυνο, The Funeral (2014), το οποίο παρουσιαζόταν σε εκκλησίες και στα παρακείμενα κοιμητήρια τους, ακολουθώντας το τυπικό μιας Ρωμαιοκαθολικής κηδείας, το κοινό και οι συμμετέχοντες συνόδευαν στους τάφους τους τα χαμένα ιδανικά της ευρωπαϊκής κοινωνίας: το κράτος δικαίου, την ιδιωτικότητα, τον ανθρωπισμό, τη μητέρα-φύση, τη χριστιανική πίστη κ.λ.π.
Στην πρώτη ατομική έκθεση του Φερχόφεν, Homo Desperatus (2014), 70.000 μυρμήγκια εκτίθεντο ελεύθερα μέσα σε 44 μακέτες – προσομοιώσεις των τόπων όπου συντελέστηκαν οι πιο μεγάλες ανθρώπινες καταστροφές στη σύγχρονη ιστορία του πλανήτη μας: Τσερνόμπιλ, Γκουαντάναμο, Μπαγκλαντές, Λαμπεντούζα, Φουκουσίμα κ.ά.
O Ντρις Φερχόφεν παρουσίασε για πρώτη φορά έργο του στην Ελλάδα στο πλαίσιο του 1ου Fast Forward Festival της Στέγης (Μάιος 2014), με την περιπατητική και ακατάλληλη για ανηλίκους παράσταση No Man’s Land. Είκοσι θεατές συναντιούνταν στο σταθμό του μετρό «Μοναστηράκι» με είκοσι οικονομικούς μετανάστες και πολιτικούς πρόσφυγες. Κάθε θεατής, έχοντας ένα iPod που του έδινε ηχητικές πληροφορίες, ακολουθούσε τον «δικό» του μετανάστη-οδηγό σε έναν αποκαλυπτικό περίπατο. Από τα ακουστικά του iPod, ο θεατής μάθαινε τη βιογραφία ενός μετανάστη, που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι εκείνος που τον οδηγούσε στους δρόμους της πόλης. Θεατής και οδηγός αποκτούσαν μια ιδιότυπη σχέση, καθώς ο πρώτος εμπιστευόταν τον δεύτερο σε μια περιήγηση στην αθέατη πλευρά της πόλης του. Μετά την Ολλανδία, τη Γερμανία και την Ισπανία, το συγκεκριμένο πρότζεκτ No Man’s Land αναπροσαρμόστηκε ειδικά για την παρουσίασή του στην Αθήνα, όπου, σύμφωνα με τον δημιουργό του, «η συνθήκη ήταν τόσο επείγουσα ώστε έπρεπε να δοθεί μια συγκινητική, ποιητική όσο και γεμάτη νόημα απάντηση στο τι μπορεί να σημαίνει “διαπολιτισμικό περιβάλλον”».
Η βρετανική εφημερίδα Observer έχει γράψει: «Ο Ολλανδός σκηνοθέτης Ντρις Φερχόφεν είναι ένας αθλητής με όραμα, που πραγματοποίησε ένα ασυνήθιστο και ευφάνταστο άλμα». Το 2016 κυκλοφόρησε το δίγλωσσο (στα ολλανδικά και τα αγγλικά) λεύκωμα Scratching Where It Hurts, στο οποίο περιλαμβάνονται τα έργα του Φερχόφεν της περιόδου 2012-2016, με φωτογραφίες του Willem Popelier.