Μάταιη απόπειρα αλλαγής της ατζέντας χαρακτηρίζουν κοινοβουλευτικές πηγές του ΣΥΡΙΖΑ την ανακοίνωση του Σάμπυ Μιωνή για τις παρανόμως καταγεγραμμένες συνομιλίες με τον Νίκο Παππά.
Οι κοινοβουλευτικές πηγές του ΣΥΡΙΖΑ κάνουν λόγο για ομολογία εγκλήματος από τον Σ. Μιωνλη και συγκεκριμένα για διάπραξη τουλάχιστον δύο πλημμελημάτων, συμπληρώνοντας ότι επιχειρείται μια μάταιη αλλαγή ατζέντας λίγα μόνο 24ωρα μετά της αποκαλύψεις για την Ελ. Ράϊκου και τον σύζυγο της εν είδει αντιπερισπασμού.
Μάλιστα, κρίνουν πως πρόκειται για προϊόν «κοπτοραπτική» σε ό,τι αφορά την αυθεντικότητα του ηχητικού, υπονοώντας πως θα πρέπει να ακολουθήσει πραγματογνωμοσύνη. «Επιστρατεύτηκε το πραγματικό παρακράτος» κατέληξαν με νόημα.
Η ανακοίνωση Μιωνή
Στην ανακοίνωσή του, ο Σ. Μιωνή παραθέτει στιχομυθίες από την συνομιλία που -όπως ισχυρίζεται- είχε με τον Ν. Παππά για τις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις με τον εκδότη της «Δημοκρατίας», Γιάννη Φιλιππάκη.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Υπέβαλα, σήμερα, στην Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων, αντίγραφο της συνομιλίας μου με τον πρώην Υπουργό Επικρατείας, Νίκο Παππά, που έλαβε χώρα στο εξωτερικό την 21η Μαΐου 2016.
Στη συνομιλία αυτή, ο Νίκος Παππάς, απαντώντας στο ερώτημά μου “πως διαβάζεις τον Παπαγγελόπουλο”, μου είπε ξεκάθαρα ότι “ο Παπαγγελόπουλος έχει τη δική του ατζέντα” και ότι “ξέρω, καταλαβαίνω και μαθαίνω” ότι “κάποιοι βγάζουν λεφτά” και, μάλιστα, “πολλά λεφτά”. Επιπλέον, μου ανέφερε ότι ο Παπαγγελόπουλος “έκανε το δικό του outsourcing”
Από την πρώτη στιγμή, κατέθεσα ενόρκως, ότι ο Νίκος Παππάς δεν έχει απολύτως καμία σχέση με οποιαδήποτε πράξη εκβίασης, πράγμα το οποίο επαναλαμβάνω και σήμερα. Αντιθέτως, προσπάθησε να είναι μέρος της λύσης, χωρίς να έχει οποιαδήποτε σχέση με το πρόβλημα. Όμως γνώριζε. Γνώριζε, όπως και πολλοί άλλοι, ότι ο Δημήτριος Παπαγγελόπουλος και η ομάδα του “είχαν τη δική τους ατζέντα” και “έβγαζαν πολλά λεφτά”, όπως ο ίδιος μου είπε.
Στην ίδια συνομιλία, ο Νίκος Παππάς, για άλλη μία φορά, μου ζήτησε “να βγει να μιλήσει” ο δικηγόρος Σταύρος Παπασταύρου, για την σύζυγο του τότε αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και σημερινού Πρωθυπουργού, κυρία Μαρέβα Γκραμπόφσκι. Θεωρώ άδικο και ανήθικο να στοχοποιείται ένας αθώος και να του ζητείται, σαν αντάλλαγμα, να καταθέσει ψευδώς εναντίον άλλου αθώου προσώπου με το οποίο συνδέεται φιλικά. Ο κ. Παπασταύρου, ασφαλώς, δεν δέχτηκε ποτέ να μπει σε αυτή τη συλλογιστική και, ίσως αυτός να ήταν ένας από τους λόγους που, στην περίπτωσή του, υπήρξε πλήρης κατάλυση του τεκμηρίου αθωότητας και δημιουργία ουσιαστικά τεκμηρίου ενοχής, σε σωρεία διαδικασιών, στις οποίες τελικώς δικαιώθηκε.
Πήρα την απόφαση να καταγράψω τη συνομιλία μου με τον Νίκο Παππά τον Μάιο του 2016, για να προστατεύσω εμένα, τους συνεργάτες μου και την οικογένειά μου και να αποδείξω τον εκβιασμό που δεχόμουν, ελλείψει άλλου μέσου έννομης προστασίας μου. Δύο μήνες νωρίτερα, στις 10 Μαρτίου 2016, ο Δημήτριος Παπαγγελόπουλος με είχε εκβιάσει, ευθέως, στο γραφείο του Νίκου Παππά, ζητώντας να πληρώσω δήθεν «έξοδα» στον Ιωάννη Φιλιππάκη, όταν δεν του όφειλα τίποτα. Από τη στιγμή που αρνήθηκα κατηγορηματικά να πληρώσω και σε λιγότερο από σαράντα ημέρες, έλαβαν χώρα, μεταξύ άλλων, τα εξής αντίποινα:
α) Μέσα σε 7 ημέρες, οι εισαγγελείς Χρ. Ντζούρας και Γ. Καλούδης, υπό την εποπτεία της Ελ. Τουλουπάκη, ταξίδεψαν στο Παρίσι, για να συναντήσουν για δεύτερη φορά τον Ερβέ Φαλτσιανί, προκειμένου να συνεχίσουν προκαταρκτική εξέταση σε βάρος μου και των συνεργατών μου. Προκαταρκτική εξέταση, η οποία ξεκίνησε από ψευδή καταγγελία του Ιωάννη Φιλιππάκη στον συνεργάτη του, Δημήτριο Παπαγγελόπουλο, η οποία τελικά μπήκε στο αρχείο τον Ιούνιο του 2019, καθώς δεν προέκυψαν καν ενδείξεις τέλεσης κανενός αδικήματος, αποδεικνύοντας ότι όλα ήσαν κατασκευασμένα. Στο πλαίσιο αυτής της αρχειοθέτησης, αξιολογήθηκε και η από 4/1/2019 έκθεση της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία στηρίχτηκε στους ψευδείς ισχυρισμούς των μελών της εγκληματικής συμμορίας, Ιωάννη Φιλιππάκη και Αλέξανδρου Τάρκα.
β) Την 23.03.2016, δεκατρείς ημέρες μετά, οι ίδιοι Εισαγγελείς, Ελ. Τουλουπάκη, Χρ. Ντζούρας και Γ. Καλούδης, παραγγέλλουν προκαταρκτική εξέταση σε βάρος μου και σε βάρος του δικηγόρου μου, Σταύρου Παπασταύρου, για το αδίκημα της χρήσης ψευδούς βεβαίωσης σε βάρος του Δημοσίου κ.λπ.,
γ) Τριάντα οκτώ ημέρες μετά την άρνησή μου να υποκύψω στον εκβιασμό, γίνεται έφοδος της Οικονομικής Αστυνομίας στο σπίτι που διέμεναν οι υπερήλικες γονείς μου, την παραμονή του εβραϊκού Πάσχα, προφανώς για εκφοβισμό, από την οποία δεν προέκυψε τίποτα επιλήψιμο. Και τέλος,
δ) Σαράντα ημέρες μετά, “θάβεται” δικαστική συνδρομή από το Υπουργείο Δικαιοσύνης της Κύπρου, η οποία αθώωνε τόσο εμένα όσο και τον δικηγόρο μου, Σταύρο Παπασταύρου, καταρρίπτοντας τις σε βάρος μας στημένες κατηγορίες.
Μετά από τον κυκεώνα των παραπάνω ενεργειών σε βάρος μου, όταν αρνήθηκα να εκβιαστώ, ήταν μονόδρομος για εμένα η καταγραφή της συνομιλίας μου με τον Νίκο Παππά, ούτως ώστε να αποκαλύψω αυτά που συνέβαιναν και να προστατεύσω τον εαυτό μου και την νομιμότητα. Μάλιστα, είναι προς τιμήν του Νίκου Παππά ότι, στην κατάθεσή του ενώπιον της Προανακριτικής Επιτροπής, συναίνεσε ρητώς στη δημοσιοποίηση του σχετικού ηχητικού υλικού.
Αντιλαμβάνομαι την ευθύνη αυτής της πράξης μου. Θεωρώ, όμως, υποχρέωσή μου να συμβάλλω, με όλες μου τις δυνάμεις, στην τιμωρία των υπευθύνων, ώστε να ξεριζωθεί οριστικά αυτό το παραδικαστικό καρκίνωμα».
Ερωτήματα
Τα ερωτήματα που εγείρονται με φόντο τα προαναφερθέντα είναι τα εξής:
1. Δεν φανερώνει σκοπιμότητα το γεγονός ότι πολίτης κατέγραφε τη συνομιλία του με
υπουργό όταν, μάλιστα, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, η συνάντησή τους ήταν για δικό θέμα που αφορούσε αποκλειστικά τον ίδιο;
2. Γιατί στην ανακοίνωση το υλικό είναι αποσπασματικό και δεν παρατίθεται το σύνολο όσων διημείφθησαν;
3. Απ’ ό,τι φαίνεται, γιατί η πλειοψηφία προτρέχει και νομιμοποιεί πολιτικά τέτοιου είδους πρακτικές; Πώς γίνεται μήνες πριν στελέχη της σε πάνελ να άφηναν υπονοούμενα για όσα λαμβάνουν χώρα σήμερα; Και γιατί άραγε έγινε η σχετική αλλαγή στον Ποινικό Κώδικα κατά την τελευταία τροποποίηση του από τον νυν υπουργό Δικαιοσύνης; Ήξερε κι εκείνος;
4. Θα πάρουν θέση όλα τα κόμματα για την πολιτική των κασετών για την εξυπηρέτηση μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και τη δημιουργία εντυπώσεων;