Ο Παύλος Γιαννακόπουλος ανέλαβε τις τύχες του ερασιτέχνη Παναθηναϊκού μια νύχτα που το μπάσκετ μεγάλωνε. Το ημερολόγιο έγραφε 10 Ιουνίου 1987 και η Εθνική Ελλάδας αντιμετώπιζε την Ιταλία στα προημιτελικά του Ευρωμπάσκετ. Ο σύλλογος όρισε τις αρχαιρεσίες του για εκείνο το βράδυ Τετάρτης, χωρίς να υποψιάζεται ότι όλη η χώρα θα το περνούσε μπροστά στη μικρή οθόνη. Πολλοί από τους ψηφοφόρους πήγαν στο κλειστό της Λεωφόρου (αυτό που σήμερα φέρει το όνομα του Παύλου) με φορητές τηλεοράσεις στο χέρι.
Λίγα χρόνια αργότερα, οι εμβληματικοί άνδρες που έκαναν τους Έλληνες να χορεύουν και την Ελλάδα να ερωτευτεί το μπάσκετ φόρεσαν τα πράσινα χάρη στον Παύλο Γιαννακόπουλο. Ο Νίκος Γκάλης. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης. Ο Φάνης Χριστοδούλου. Ο Κώστας Πολίτης. Κάποιοι από την απέναντι όχθη, όπως ο Στόγιαν Βράνκοβιτς, ο Ντίνο Ράτζα, ο Σάσα Βολκόφ, ο Ζάρκο Πάσπαλι.
Ο Παναθηναϊκός έγινε μεγάλος. Πολύ μεγάλος. Στην εποχή των Γιαννακόπουλων, Παύλου και Θανάση, κατέκτησε όχι ένα, όχι δύο, αλλά έξι Κύπελλα Πρωταθλητριών: Παρίσι 1996, Θεσσαλονίκη 2000, Μπολόνια 2002, Αθήνα 2007, Βερολίνο 2009, Βαρκελώνη 2011. Ο εξάστερος της Ευρώπης! Μετά από προσπάθειες ετών και ποταμούς πολυέξοδων μετεγγραφών, αποκαθήλωσε τον Ολυμπιακό από την κορυφή του εγχώριου στερεώματος και έγινε κυρίαρχος του παιχνιδιού.
Και κάθε καλοκαίρι, ο Παύλος ζούσε το προσωπικό του όνειρο. «Ο Παναθηναϊκός ανακοινώνει την απόκτηση του αθλητή Ντομινικ Ουίλκινς». «Ο Παναθηναϊκός ανακοινώνει την απόκτηση του αθλητή Μπάιρον Σκοτ». Και Μποντιρόγκα και Ρέμπρατσα και Κουτλουάι και Σοκ και Ντίνκινς και Μίντλετον και Αλβέρτης και Οικονόμου και Παταβούκας και Μυριούνης και Φώτσης και Διαμαντίδης και Σπανούλης και …όλοι οι καλοί! Πότε με εισήγηση του προπονητή, πότε «δώρο από την οικογένεια Γιαννακόπουλου».
Η μοναδική ανακοίνωση που κλειδώθηκε αναπόδραστα στο χρονοντούλαπο ήταν αυτής για τον Ντράζεν Πέτροβιτς, ο οποίος έσβησε σε έναν παγερό αυτοκινητόδρομο της Γερμανίας, ενώ πρόβαρε τα πράσινα. Δεν ήταν γραφτό, να γίνει συμπαίκτης με τον Γκάλη.
Ο Γιαννακόπουλος ξόδεψε πολλά μέχρι να μάθει. Έμελλε να κλείσει συναπτή δεκαετία στο τιμόνι του τμήματος μπάσκετ πριν πανηγυρίσει τον πρώτο εγχώριο τίτλο (1998). Ο δρόμος προς την κορυφή στρώθηκε με το κατάλληλο υλικό όταν βρέθηκε ο κατάλληλος προπονητής, με ανάστημα και ικανότητες για να κρατήσει τα κλειδιά της ομάδας στην τσέπη.
Αλλά και οι προκάτοχοι του Ζέλικο Ομπράντοβιτς δεν ήταν τίποτε παρακατιανοί. Ο Ζέλικο Παβλίτσεβιτς και ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς είχαν στο παλμαρέ τους ευρωπαϊκά τρόπαια. Ο Πολίτης, ο Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου, αργότερα ο Λευτέρης Σούμποτιτς ήταν ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει η ελληνική σχολή πέρα από τον Ιωαννίδη. Ο ίδιος ο «ξανθός» συζήτησε διεξοδικά την πρόταση του Παναθηναϊκού πριν την αρνηθεί.
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος ήθελε πάντοτε τους καλύτερους και δεν δίσταζε να πληρώσει υπεραξίες για να τους πλευρίσει. Ακόμα και σούπερ σταρ από το ΝΒΑ, όπως ο Τσαρλς Μπάρκλεϊ και ο Κρις Ουέμπερ, βρέθηκαν στο στόχαστρό του. Η μετεγγραφή του Ντόμινικ Ουίλκινς τον Αύγουστο του 1995 έκανε πάταγο και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ο γαλαξίας των αστέρων που φόρεσαν την πράσινη στολή με το τριφύλλι στα 25 χρόνια που ακολούθησαν εκείνο το ζεστό βράδυ του ’87 έφερε την υπογραφή του Παύλου Γιαννακόπουλου, όπως και οι επιταγές με τις οποίες πλούτιζαν.
Ωστόσο, η μεγαλύτερη κληρονομιά του εκλιπόντος είναι το ήθος και η ευγένειά του. Το μέγεθος του ανδρός δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ούτε από τον πιο φανατικό οπαδό άλλης ομάδας. Ακόμα και τα λάθη του ήταν έντιμα «λάθη αγάπης» και όχι υστερόβουλες κινήσεις παρασκηνίου.
Όσο και αν φαίνεται απίστευτο για άνθρωπο που έζησε στο προσκήνιο της αθηναϊκής κοινωνίας και της επιχειρηματικής δραστηριότητας επί 60-70 χρόνια, όσο και αν ακούγεται ακατόρθωτο για παράγοντα που έζησε από την πρώτη γραμμή τα χρόνια της πόλωσης στον αθλητισμό, ο Παύλος Γιαννακόπουλος αφήνει πίσω του μόνο φίλους και θαυμαστές.
Το μπάσκετ θα τον αποχαιρετίσει με υγρά μάτια και θερμές ευχαριστίες. Θα μας λείψει όσο λίγοι.