Πέτρος Τατσόπουλος: Ο Πέτρος, το άλμπατρος και η κοπριά στα λάχανα

Πέτρος Τατσόπουλος: Ο Πέτρος, το άλμπατρος και η κοπριά στα λάχανα

O λογοτέχνης που ήθελε να γίνει –και έγινε– ο «μικρός σερίφης» του Facebook

Κείμενο: Tάσος Κατρής-Θεοδωρόπουλος

Έρευνα: Παύλος Μεθενίτης

Είναι μεγάλη πρόκληση να γράψω κάτι σαν άποψη για τον Πέτρο Τατσόπουλο γιατί αισθάνομαι ότι πέφτω στην παγίδα του, από τη στιγμή που είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας χώρας και ενός συστήματος όπου όλοι θεωρούν ότι πρέπει να έχουν άποψη για όλα. Θα μου πεις, αν δεν έχουν οι διανοούμενοι, ποιοι θα έχουν; Σου απαντώ. Πώς χρίζεται κάποιος διανοούμενος; Από μόνος του; Από τους άλλους; Επειδή έχει γράψει βιβλία; Και πώς ακριβώς εκφράζεται ο εξευγενισμός της διανόησής του όταν έχει καταφέρει να έχει σχεδόν ξεχαστεί το συγγραφικό έργο του από δική του επιλογή;

Με ολόκληρο ανθολόγιο χυδαίας ατάκας, ενίοτε δικαιολογημένης οργής, σεξισμού και φεϊσμπουκοτραμπουκισμού σαν να είναι 16άχρονος κολλημένος στο ίντερνετ; Γιατί ο Τατσόπουλος είναι ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά δείγματα μιας γενιάς 50 και πάνω που χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως ένας έφηβος σε ορμονική έξαψη το πέος του. Με μανία εκσπερμάτισης προς κάθε κατεύθυνση και ουσιαστική έλλειψη στόχου, εφόσον το μπινελίκωμα καθίσταται αυτοσκοπός και η παρέμβασή του από ουσιαστική μετατρέπεται σε ναρκισσιστικό παραλήρημα στα όρια της ψυχικής ισορροπίας.

Κατά κάποιον τρόπο αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα ότι το μέσο είναι το μήνυμα χρησιμοποιώντας τον εαυτό του ως μέσο. Μοιάζει σαν να μη νοιάζεται ούτε ο ίδιος τι θα πει, αρκεί να το πει για να ξεκινήσει άλλος ένας βαρετός κύκλος σχολιασμού με τον ίδιο στο επίκεντρο και αποτέλεσμα αντίθετο από την κριτική του.

Ακόμη και αν ο στόχος του είναι αντιπαθής ή πράγματι έχει υποπέσει σε παπαριά, καθίσταται αυτόματα συμπαθής μετά την επίθεση του Τατσόπουλου, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την περίπτωση της Λυδίας Κονιόρδου.

Τον σεξιστή κι αν τον φτύνεις, το σάλιο σου χαλάς

Ναι, ήταν άστοχα τα σχόλιά της με αφορμή τον θάνατο του Λουκιανού Κηλαηδόνη, αυτό όμως δεν διαγράφει την αναμφισβήτητη καλλιτεχνική της ποιότητα. Η απόφασή της να ασχοληθεί με την πολιτική είναι κάτι που με βρίσκει κάθετα αντίθετο και αυτό ισχύει ως προσωπική στάση για όλους τους καλλιτέχνες. Ωστόσο, αισθάνομαι πως η στοχοποίησή της δεν ήταν γι’ αυτό που είπε, αλλά γι’ αυτό που είναι σωματικά, ενδυματολογικά κ.λπ., σε αντίθεση, π.χ., με τη Μελίνα που είχε εκστομίσει ουκ ολίγες μαλακίες, αλλά κανείς δεν της ασκούσε κριτική επειδή ήταν η λαμπερή σταρ Μελίνα. Αν αυτό δεν είναι ρατσιστικό ως και σεξιστικό, τότε τι είναι; Ναι, ξέρω πως ο σεξισμός είναι μια καραμέλα πολιτικής ορθότητας που σπάει και τα δικά μου νεύρα, όμως οι επιθέσεις του Πέτρου Τατσόπουλου, ειδικά σε γυναίκες του δημόσιου βίου, εστιάζονται στην καταγωγή τους, την εμφάνισή τους ή την απαξίωσή τους με πιασάρικους –για το σαρκοφαγικό κοινό– μειωτικούς, εξυπνακίστικους χαρακτηρισμούς.

Πιθανότατα επειδή, όπως έχει δηλώσει, πήδηξε τη μισή Αθήνα, οπότε έχει δικαίωμα να τα βάζει με όσες δεν του κάτσανε. «Λυδία, διάβασα τον επικήδειό σου για τον Λουκιανό. Στάθηκα ιδιαίτερα στα θερμά σου λόγια για τη στάση του Λουκιανού κατά το δημοψήφισμα του 2015, μια στάση που η κυβέρνησή σου την πήρε και την έριξε στα σκουπίδια την ίδια κιόλας νύχτα του δημοψηφίσματος, πριν καν ξημερώσει. Λυδία, το περιστατικό που διάλεξες και η στιγμή που διάλεξες για να μας το υπενθυμίσεις με πείθουν ότι έχεις νοημοσύνη βερίκοκου και ευαισθησία μικρότερη από όση διαθέτει ένα πόμολο. Είσαι ηλίθια, κοπέλα μου. Δηλαδή, όχι απλώς ηλίθια. Καρα-ηλίθια. Να σε διδάσκουν στα σχολεία. Προς αποφυγήν» ήταν το ευγενικό του σχόλιο στο Facebook και επιμένω για το Facebook, εφόσον δεν επιχειρηματολογεί μέσω ενός δομημένου άρθρου, αλλά λαϊκίζει χωρίς να δικαιολογεί την «καταδίκη» της υπουργού.

Γυναίκες νούμερο 2 και 3: μετά το δημοψήφισμα, το 2015, σε πάνελ του Μega τσακώθηκε με τη Θεανώ Φωτίου, κατηγορώντας την ότι έχει λεφτά στο εξωτερικό, και με τη δημοσιογράφο Ελένη Καλογεροπούλου, η οποία τον χαρακτήρισε «ψυχασθενή». Γυναίκα νούμερο 4: η διαδικτυακή έκδοση της «Daily Mail» (αλλά και η «Αυγή») τον είχε κράξει, μαζί και τον Ψαριανό, γιατί ο Τατσόπουλος κρατούσε το παλτό της Ραχήλ Μακρή και ο άλλος το μύριζε στα έδρανα της Βουλής γελώντας – ο ιστότοπος τους χαρακτήρισε «σεξιστές και χυδαίους». Επίσης, μάλλον είναι φετιχιστές, δεν εξηγείται αλλιώς αυτό με το παλτό, ή είναι κολλημένοι στην αισθητική της δεκαετίας του ’80, τότε που έκανε μεγάλο σουξέ στα θέατρα η κωμωδία «Χάρισέ μου το γουνάκι σου».

«Τσατσόπουλος» ή απλώς ξαναμμένος φασιστάκος;

Για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο, ο Τατσόπουλος έχει εμμονή με τη Ραχήλ Μακρή. Το 2015 τη χαρακτήρισε στο Facebook «βλίτο της Κοζάνης». Επίσης, την έχει χαρακτηρίσει «αρχηγό» στο κόμμα «Βολική Λαϊκή Απογοήτευση Βλαμμένων Ηλιθίων». Γυναίκα νούμερο 5: με βαρείς χαρακτηρισμούς αναφέρθηκε το 2014 στις καταγγελίες περί απόπειρας χρηματισμού της βουλευτή των Ανεξάρτητων Ελλήνων Σταυρούλας Ξουλίδου, δηλώνοντας στον ραδιοφωνικό σταθμό Βήμα FM ότι «η κ. Ξουλίδου είναι ηλίθια». Πρόσεχε, αναγνώστη. Οι χαρακτηρισμοί του δεν είναι επί της ουσίας, αλλά πυροτεχνήματα με κοινό παρονομαστή την ηλιθιότητα των άλλων, επομένως θεωρεί δεδομένη την προσωπική του ανώτερη ευφυΐα.

Ειδικά για έναν συγγραφέα, κατά συνέπεια δυνητικά άριστο χειριστή του λόγου, η επανάληψη της λέξης «ηλίθια» δείχνει τουλάχιστον περιορισμένη και προβληματική έμπνευση. Οχι, λάθος, τον Στέφανο Χίο τον αποκάλεσε «σκατοσακούλα», ενώ στον Στέλιο Σταυρίδη είπε στον αέρα να «πάει να γαμηθεί», οπότε αυταπόδεικτα διαθέτει πλούτο λεξιλογίου. Το μοναδικό για το οποίο τον παραδέχονται όλοι είναι η ανοιχτά επιθετική στάση του απέναντι στη Χρυσή Αυγή, μολονότι και αυτό πλέον είναι της μόδας και θεωρείται δεδομένο για κάθε πολιτισμένο δημοκράτη, την ώρα που ο Πέτρος χρησιμοποιεί φρασεολογία ξαναμμένου φασιστάκου από την αντίπερα πολιτική όχθη και αφήνει ξεκάθαρα να αναδειχθεί το κόμπλεξ του με τις προσωπικές του επιλογές και ατάκες (εκ των υστέρων και αφού έχει φάει γιούχα) όταν παθαίνει κανονικά εγκεφαλικό και κοκκινίζει μόλις κάποιος τον αποκαλέσει «Τσατσόπουλο». Η ευθύνη όλη δική του.

Μόνος του αποφάσισε να στρατευτεί πολιτικά με τον ΣΥΡΙΖΑ, μόνος του να τον αποκηρύξει, μόνος του να κάνει κωλοτούμπες με το Ποτάμι, μόνος του να μείνει στην ιστορία όχι για το έργο του αλλά για το Δελφινάριο, τις γκόμενες που έχει πηδήξει (ο Σπαλιάρας το έκανε καλύτερα φαντάζομαι) – δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ένα φανερό προβληματάκι που έχει μην τυχόν και θεωρηθεί αδερφή. Οπως πολύ σωστά είπε ο Χρήστος Χωμενίδης: «Παρακολουθώντας τα παθήματα του Πέτρου Τατσόπουλου, δεν μπορώ παρά να φτύνω τον κόρφο μου που απέρριψα την προοπτική της περαιτέρω ανάμειξης μου στην ενεργή –τουτέστιν αγοραία– πολιτική. Πόσες ώρες χαμένες σε τηλεοπτικούς σκυλοκαβγάδες! Πόση ενέργεια ξοδεμένη σε προσχηματικές συγκρούσεις, σε καταδικασμένες προσπάθειες να αποκρούεις τις πιο εξωφρενικές συκοφαντίες, στη φαντασίωση ότι μπορείς να κρατήσεις δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη! Πόση φθορά. Και να βοηθούσε τουλάχιστον όλο αυτό το λασπόλουτρο στην αντιμετώπιση των ουσιαστικών προβλημάτων της χώρας… Κάθε άλλο. Όπως το άλμπατρος του Μπωντλέρ τρεκλίζει και λοιδορείται όταν, αντί να πετάει, περπατάει, έτσι παθαίνει και ο καλλιτέχνης όταν εγκαταλείπει το έργο του και στρατεύεται κομματικά. Έκαστος εφ ω ετάχθη, εν ολίγοις. Και η κοπριά στα λάχανα».

Aυτόβουλο ψυχολουμπάγκο

Γιατί τιμωρήθηκε ο ρινόκερος σε ζωολογικό κήπο της Κίνας;

Ψυχολογεί ο Χάνιμπαλ Λέκτερ

Την εποχή που στις κινηματογραφικές αίθουσες είχε κυκλοφορήσει η αλησμόνητη βιογραφία του Ιωάννη Βαρβάκη σε σκηνοθεσία του Γιάννη Σμαραγδή «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι», στα social media έκανε πάταγο η επίσημη αφίσα της ταινίας σε παραλλαγή, όπου στο σώμα του πρωταγωνιστή είχε τοποθετηθεί σε ναπολεόντεια πόζα το κεφάλι του Πέτρου Τατσόπουλου και ο τίτλος είχε μεταλλαχθεί σε «Ο Θεός αγαπάει τον καβλιάρη». Πετυχεσιά και στα δύο, εφόσον ο Πέτρος βαθιά μέσα του αισθάνεται κάτι σαν εθνικός ευεργέτης, ενώ το «καβλιάρης» το έχει δηλώσει καθαρά και ξάστερα, γεγονός που φαίνεται σχεδόν σε όλες τις πόζες του όπου είναι κάτι μεταξύ του Πέτρου Γαϊτάνου μετά την εκκλησιαστική επιφοίτηση, του Σκεπτόμενου του Ροντέν και του Αντονι Πέρκινς ιερέα να κυνηγάει με υπερμεγέθη μεταλλικό φαλλό την Κάθλιν Τέρνερ στο «Νύχτες της Τσάινα Μπλου». Θα μπορούσε να έχει μια επιτυχημένη τρίτη καριέρα ως πανελίστας σε μεσημεριανάδικο, αλλά λόγω γλώσσας τελικά θα τον έβαζαν σε κανένα μεταμεσονύχτιο σαν αυτά της εποχής της trash TV όπου μεσουρανούσε ο Κώστας Μυλωνάς, ο οποίος με παθιασμένη φωνή έκανε σχεδόν τηλεφωνικό σεξ με τις ξαναμμένες τηλεθεάτριες που επικοινωνούσαν με την εκπομπή. Βουδιστικά και μεταφυσικά μιλώντας, δεν νομίζω ότι έχει ζήσει προηγούμενες ζωές, εφόσον υποτίθεται ότι από αυτές μαθαίνουμε και εξελισσόμαστε στην επόμενη μετενσάρκωσή μας, ή αν τέλος πάντων έχει ζήσει, ήταν θηλυκός ρινόκερος με προβλήματα στειρότητας, επιθετικότητας και Αλτσχάιμερ σε ζωολογικό κήπο επαρχίας της Κίνας που έκανε το λάθος να αφοδεύσει τη μέρα που επισκέφτηκε το πάρκο ο Μάο Τσε Τουνγκ και τιμωρήθηκε αυστηρά γι’ αυτό.

Documento Newsletter