Να αποποιηθεί τις ευθύνες της επιχειρεί η κυβέρνηση ως προς τη μελέτη Τσιόδρα – Λύτρα για τις ΜΕΘ, για την οποία ισχυρίζεται ότι είχε παντελή άγνοια
Ημέρες ντροπής. Σε μια αδιανόητη επιχείρηση αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης και αποποίησης των ευθυνών της προχωράει τις τελευταίες ημέρες η κυβέρνηση αναφορικά με την αποκαλυπτική μελέτη των καθηγητών Σωτήρη Τσιόδρα και Θεόδωρου Λύτρα. Μια μελέτη που σε οποιαδήποτε φυσιολογική χώρα θα αποτελούσε την απόδειξη –με στοιχεία και αριθμούς– του προφανούς και αυταπόδεικτου: ότι στην Ελλάδα η θνησιμότητα όσων δεν διασωληνώνονταν σε ΜΕΘ ήταν –και παραμένει– τεράστια, ότι τα ποσοστά θνησιμότητας ακόμη και όσων διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ είναι αδιανόητα υψηλότερα από των περισσότερων χωρών του κόσμου, ότι χιλιάδες άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους θα μπορούσαν να είχαν σωθεί.
Οπως άλλωστε θα αναλυθεί παρακάτω, αν ίσχυαν για την Ελλάδα τα ευρωπαϊκά ποσοστά θνησιμότητας διασωληνωμένων σε ΜΕΘ, θα είχαμε 1.684 λιγότερους νεκρούς. Αν γίνει μια ανεπίσημη αναγωγή, αυτός ο αριθμός ξεπερνάει τους 2.800 λιγότερους νεκρούς από τους διασωληνωμένους σε ΜΕΘ για το σύνολο της πανδημίας. Αριθμός που ανεβαίνει κατακόρυφα αν αναλογιστούμε τους χιλιάδες ασθενείς που βάσει της μελέτης πέθαναν ενώ θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αν δεν υπήρχαν οι τρομακτικές ελλείψεις του ΕΣΥ. Επομένως δεν είμαστε μια φυσιολογική χώρα.
Πώς θα μπορούσαμε να θεωρηθούμε άλλωστε τέτοια, όταν η κυβέρνηση προσπαθεί να αποδείξει το τελευταίο χρονικό διάστημα ότι ούτε ο πρωθυπουργός ούτε κάποιος από το στενό του περιβάλλον είχε ενημερωθεί για τα αποτελέσματα της μελέτης; Αλήθεια; Αυτό έχει να προτάξει η κυβέρνηση; Οτι ο Σωτ. Τσιόδρας, ο επικεφαλής της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Λοιμωξιολόγων, ο οποίος παραμένει στενός σύμβουλος του πρωθυπουργού σε ζητήματα πανδημίας, δεν τον είχε ενημερώσει για τα αποτελέσματα της μελέτης; Και τι συμβουλές δίνει τότε ο Σωτ. Τσιόδρας στον πρωθυπουργό; Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δηλώσει σε συνέντευξη που παραχώρησε τον περασμένο Δεκέμβριο στον Alpha ότι «τρεις φορές την εβδομάδα ο κ. Τσιόδρας μου παρουσιάζει όλα τα δεδομένα». Και σήμερα αναζητούμε πού… παράπεσε η μελέτη. Σε άλλες περιπτώσεις αυτή η άγαρμπη επικοινωνιακή πρακτική της κυβέρνησης θα μπορούσε να εκληφθεί ως αστεία ή φαιδρή. Μόνο που είναι εξοργιστική.
Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας είναι ψεύτης
Και δεν είναι απλώς εξοργιστική γιατί ο ίδιος ο καθηγητής Λύτρας δήλωσε ότι «κοινοποιήσαμε την έρευνα σε αυτούς που μπορούν να πάρουν αποφάσεις και αυτό κάναμε… Ο καθένας καταλαβαίνει ότι εγώ και ο κ. Τσιόδρας έχουμε το αυτί της ηγεσίας. Εάν δεν είχαμε τρόπο να ενημερώσουμε την πολιτική ηγεσία, θα είχαμε κάνει προδημοσίευση, ώστε μέσα σε λίγες ημέρες να είναι κτήμα όλων». Δεν είναι ούτε καν εξοργιστική, γιατί είναι παντελώς απίθανη η πιθανότητα –που προφανώς δεν ισχύει– να μην είχε ενημερωθεί η πολιτική ηγεσία και ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης για τα αποτελέσματα της έρευνας. Αλλωστε και να μην είχε ενημερωθεί, είναι παντελώς αδιάφορο για την κοινωνία. Επρεπε και όφειλε να είχε ενημερωθεί. Και είχε ενημερωθεί. Αρα ο πρωθυπουργός, δυστυχώς, είναι ψεύτης.
Είναι ψεύτης καθώς προ δύο εβδομάδων δήλωνε από το βήμα της Βουλής ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχει μεγαλύτερη θνησιμότητα σε όσους διασωληνώνονται εκτός ΜΕΘ και προκαλούσε μάλιστα την αξιωματική αντιπολίτευση αν έχει σχετική μελέτη να την παρουσιάσει. Ενώ είχε τις ενδείξεις. Στο γραφείο του. Από τον περασμένο Μάιο. Ούτε καν αυτό όμως δεν είναι το πλέον εξοργιστικό. Το εξοργιστικό είναι ότι αυτήν τη στιγμή η κοινωνία και ο πολιτικός κόσμος ασχολούνται με το αν ο πρωθυπουργός είχε λάβει γνώση της μελέτης και όχι με το ότι η κυβέρνηση, είτε λόγω ανικανότητας είτε απλώς λόγω πολιτικής επιλογής, άφησε αθωράκιστο το ΕΣΥ. Γιατί αυτή της η επιλογή –όπως επισημαίνεται ξεκάθαρα και στη μελέτη– είχε ως αποτέλεσμα από τον Σεπτέμβριο του 2020 έως και τον Μάιο του 2021 να χάσουν τη ζωή τους 1.535 άνθρωποι οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί. Και. δυστυχώς, είναι πολύ περισσότεροι και από αυτό τον μακάβριο αριθμό.
Κι όμως η κυβέρνηση ούτε τώρα κάνει κάτι για να βελτιώσει την κατάσταση. Γιατί πολύ απλά αυτό έχει επιλέξει. Και ακόμη χειρότερα, δεν αναλαμβάνει ούτε τώρα την πολιτική ευθύνη, ως ελάχιστο δείγμα σεβασμού στους νεκρούς και τους κοντινούς τους ανθρώπους. Δεν είναι απλώς ζήτημα πολιτικής επιλογής εκ μέρους της κυβέρνησης. Είναι πολιτικός καιροσκοπισμός πάνω σε νεκρούς. Είναι ντροπή να χαρακτηρίζει ο υπουργός Επικρατείας Ακης Σκέρτσος «ήσσονος σημασίας» τη μελέτη. «Ησσονος σημασίας» το ότι χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί. Είναι απλώς ντροπή.
«Θα ήμασταν υπόλογοι αν δεν είχαμε δώσει τη μελέτη»
Αυτό που αντιθέτως είναι πολιτική επιλογή εκ μέρους της κυβέρνησης είναι ότι ποτέ δεν προσέλαβε το απαραίτητο ιατρικό προσωπικό. Γιατί προσέλαβε αστυνομικούς. Γιατί αυτή ήταν η προτεραιότητά της ακόμη και στην πανδημία: η εξυπηρέτηση του ακροδεξιού δόγματος «νόμος και τάξη». Δεν ήταν όμως αυτός ο μόνος λόγος που ποτέ δεν προσέλαβε το επαρκές και κατάλληλο ιατρικό προσωπικό. Είναι ότι μονίμως η στόχευσή της ήταν η εξυπηρέτηση των ιδιωτικών συμφερόντων. Ετσι και τώρα: άφησε στο απυρόβλητο την ιδιωτική υγεία και εξυπηρέτησε τους κλινικάρχες. Ολα αυτά για τη μελλοντική απαξίωση και εντέλει αποδυνάμωση του ΕΣΥ, ώστε να ενισχυθεί την επομένη της πανδημίας η ιδιωτική υγεία.
Κι ενώ τώρα έρχεται μια… φίλια μελέτη –αφού έχει εκπονηθεί και από τον Σωτ. Τσιόδρα– που αναφέρεται σε τεράστιο ποσοστό θνησιμότητας το οποίο εν πολλοίς εκπορεύεται από την υποβάθμιση του ΕΣΥ, ο πρωθυπουργός δεν έχει σταματήσει να δηλώνει ότι… νικήσαμε την πανδημία. Οπως όμως δήλωσε στο documentonews.gr ο Θεοδ. Λύτρας, «αν δεν είχαμε δώσει τα στοιχεία σε αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις, θα ήμασταν εμείς υπόλογοι». Υπόλογοι γι’ αυτό το έγκλημα είναι αυτοί που λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις. Γιατί η ανάλυση των αποτελεσμάτων της μελέτης αποκρυσταλλώνει ξεκάθαρα τη διάπραξη εγκλήματος εις βάρος χιλιάδων ανθρώπων.
Τα δεδομένα από Σεπτέμβριο του 2020 έως Μάιο του 2021
Η περίφημη μελέτη λοιπόν αφορά δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από την 1η Σεπτεμβρίου του 2020 έως και την 6η Μαΐου του 2021. Συνολικά αναλύθηκαν 6.282 περιπτώσεις ασθενών. Από αυτούς, οι 5.971 πέρασαν μέρος ή το σύνολο της νοσηλείας τους σε ΜΕΘ. Από το σύνολο των 6.282 ασθενών πέθαναν οι 3.988. Αυτός ο αριθμός ισοδυναμεί με ποσοστό θνησιμότητας 63,5%. Ακόμη χειρότερα, πέθαναν 3.713 ασθενείς που εισάχθηκαν σε ΜΕΘ. Αυτό το ποσοστό θνησιμότητας ανέρχεται σε 62,2%. Δεν είναι απλώς τεράστιο ποσοστό, αλλά ξεπερνάει κατά πολύ τα αντίστοιχα ποσοστά των περισσότερων χωρών του κόσμου, όπως αποκαλύπτει σήμερα το Documento βάσει σχετικής μελέτης που δημοσιεύτηκε από Κινέζους ερευνητές. Αλλωστε το Documento εδώ και πολύ καιρό –βασιζόμενο στις μαρτυρίες των γιατρών, που πλέον δεν χειροκροτούνται αλλά λοιδορούνται από την κυβέρνηση– έγραψε ότι τα ποσοστά θνησιμότητας ξεπερνούν κατά πολύ το 50%.
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη κινεζική μελέτη, που φέρει τον τίτλο «Θνησιμότητα και κλινικές παρεμβάσεις σε σοβαρά αρρώστους ασθενείς με Covid-19: Μια συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση», αναδεικνύεται με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι η θνησιμότητα για όσους διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ στην Ελλάδα ξεπερνάει κατά πολύ τα αντίστοιχα ποσοστά παγκοσμίως. Η επίμαχη μελέτη εκπονήθηκε από οκτώ Κινέζους καθηγητές και επιστήμονες που προέρχονται από κορυφαία ιδρύματα της Κίνας και δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2021. Οπως αναφέρεται στη συγκεκριμένη μελέτη, συγκεντρώθηκαν στοιχεία από δεκάδες άλλες μελέτες και έρευνες, οι οποίες αφορούσαν 42.219 συμμετέχοντες-ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια των μελετητών. Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν αφορούσαν την περίοδο έως και τις 15 Μαΐου του 2021 και προήλθαν από τα περισσότερα μέρη του πλανήτη, όπως η Ευρώπη, οι ΗΠΑ, η Ασία και η Μέση Ανατολή.
Οπως χαρακτηριστικά αναγράφεται στην κινεζική μελέτη, «η θνησιμότητα κατά τη διάρκεια νοσηλείας σε ΜΕΘ στην Κίνα ανήλθε σε 39%, στην Ασία –εξαιρουμένης της Κίνας– σε 48%, στην Ευρώπη σε 34%, στην Αμερική σε 15% και στη Μέση Ανατολή σε 39%». Στην Ελλάδα όμως –όπως ήδη προαναφέρθηκε– την περίοδο που ανέλυσαν οι δύο Ελληνες μελετητές πέθαναν 3.713 άνθρωποι που εισήλθαν σε ΜΕΘ, αριθμός που αντιστοιχεί βάσει της ελληνικής μελέτης σε 62,2% θνησιμότητα και όχι σε 34% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος.
Θα έπρεπε να είχαμε 1.648 λιγότερους νεκρούς
Βάσει της μελέτης των Ελλήνων καθηγητών, από το σύνολο των 5.971 ασθενών που πέρασαν μέρος ή το σύνολο της νοσηλείας τους σε ΜΕΘ πέθαναν οι 3.713. Δηλαδή υπήρξε ποσοστό θνησιμότητας 62,2%. Σύμφωνα με τα δεδομένα της κινεζικής έρευνας, αν ίσχυε και για την Ελλάδα ο ευρωπαϊκός μέσος όρος θνησιμότητας για όσους διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ, τότε οι ασθενείς που διασωληνώθηκαν και πέθαναν στην Ελλάδα θα έπρεπε να ανέρχονται σε 2.029. Θα έπρεπε δηλαδή να είναι 1.684 λιγότεροι. Αυτό για το διάστημα από την 1η Σεπτεμβρίου του 2020 έως και την 6η Μαΐου του 2021, την περίοδο που συγκεντρώθηκαν τα στοιχεία για την ελληνική έρευνα.
Βάσει της ημερήσιας έκθεσης του ΕΟΔΥ, στις 6 Μαΐου του 2021 είχαν εξέλθει από τις ΜΕΘ 2.153 άνθρωποι από την αρχή της πανδημίας. Ο αντίστοιχος αριθμός την περασμένη Παρασκευή, 17 Δεκεμβρίου 2021, ήταν 3.656. Αρα οι άνθρωποι που εξήλθαν από ΜΕΘ μετά τη χρονική περίοδο που εκπονήθηκε η μελέτη ανήλθαν σε 1.503. Αν λάβουμε ως δεδομένο ότι ο δείκτης θνησιμότητας όσων διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ και στη μετέπειτα από την εκπόνηση της μελέτης χρονική περίοδο παρέμεινε στο 62,2%, τότε με την απλή μέθοδο των τριών προκύπτει ότι έχασαν τη ζωή τους 2.473 άνθρωποι παρότι διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ. Αν όμως η Ελλάδα διέθετε το ευρωπαϊκό ποσοστό θνησιμότητας όσων διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ, τότε και πάλι με την απλή μέθοδο των τριών προκύπτει ότι οι νεκροί θα ανέρχονταν σε 1.352. Θα είχαμε δηλαδή για τη συγκεκριμένη περίοδο 1.121 λιγότερους νεκρούς. Ως αποτέλεσμα, με αυτήν τη μαθηματική αναγωγή προκύπτει ότι εφόσον διαθέταμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο θνησιμότητας διασωληνωμένων σε ΜΕΘ, από την 1η Σεπτεμβρίου του 2020 έως και την περασμένη Παρασκευή θα μπορούσαμε να είχαμε χάσει 2.805 λιγότερους ανθρώπους. Βάσει αυτής της μαθηματικής αναγωγής που βασίζεται στην ελληνική και την κινεζική μελέτη 2.805 άνθρωποι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αν η κυβέρνηση ακολουθούσε τα ευρωπαϊκά πρότυπα αναφορικά με τη λειτουργία των ΜΕΘ.
Γιατί η Ελλάδα παρουσιάζει τόσο χαώδη διαφορά σε αυτό το ποσοστό; Γιατί ακόμη κι αν οι ασθενείς διασωληνώνονταν σε ΜΕΘ, πέθαιναν σε τόσο μεγάλο βαθμό συγκριτικά με τις περισσότερες χώρες του πλανήτη; Ενα στοιχείο είναι σίγουρα ότι η Ελλάδα έχει πιο ελαστικά κριτήρια εισαγωγής σε ΜΕΘ από τις περισσότερες χώρες. Δηλαδή η διαλογή που γίνεται στη χώρα μας επιτρέπει να εισέλθει σε ΜΕΘ και κάποιος που μπορεί να είναι υπέργηρος, ενώ κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει εύκολα διεθνώς. Αυτό όμως από μόνο του δεν είναι αρκετό για να εξηγήσει αυτήν τη χαώδη διαφορά. Αλλωστε, όπως σημειώνουν γιατροί στο Documento, αυτό που δεν είναι συγκρίσιμο με τις άλλες χώρες είναι οι υποδομές του ΕΣΥ, η ποιότητα και η ποσότητα του ιατρικού προσωπικού. Σε αυτούς τους τομείς η χώρα μας υπολείπεται τρομερά από τις άλλες χώρες και αυτή η υστέρηση έχει οδηγήσει στο να πεθάνουν άνθρωποι που θα μπορούσαν να είχαν σωθεί. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι στον Ευαγγελισμό το ποσοστό θνησιμότητας στις ΜΕΘ ήταν πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά στις ΜΕΘ Covid-19 του Αγρινίου έφτασε στο 100%.
1.535 άνθρωποι πέθαναν λόγω των ελλείψεων στο ΕΣΥ
Αλλωστε, την απάντηση στο ερώτημα γιατί η Ελλάδα έχει τόσο υψηλά ποσοστά θνησιμότητας τη δίνουν και οι δύο Ελληνες καθηγητές στη μελέτη τους: «Στην Ελλάδα οι αυξημένες ανάγκες των εργαζόμενων στον τομέα της υγείας εξαιτίας της Covid-19 αντιμετωπίστηκαν σε μεγάλο βαθμό με ανακατατάξεις προσωπικού, βραχυπρόθεσμες προσλήψεις και επιτάξεις υπηρεσιών ιδιωτικών ιατρών». Η κυβέρνηση που επί δύο χρόνια έχει αφήσει αθωράκιστο το ΕΣΥ είναι αυτή που ευθύνεται για την υποβάθμιση της παροχής δημόσιας υγείας και έχει οδηγήσει στην εκτίναξη των θανάτων ακόμη και των ασθενών που διασωληνώθηκαν εντός ΜΕΘ. Πρόκειται πλέον για ένα στοιχειοθετημένο με αριθμούς έγκλημα.
Λένε και κάτι άλλο όμως οι δύο μελετητές: «Από τους 3.988 θανάτους που αναφέρθηκαν, οι 947 αποδίδονταν στο υψηλό φορτίο των διασωληνωμένων ασθενών με Covid-19, 133 θάνατοι στο ότι βρίσκονταν εκτός ΜΕΘ και 656 θάνατοι στο ότι νοσηλεύονταν εκτός Αττικής. Συνολικά 1.535 θάνατοι αποδόθηκαν σε αυτούς τους τρεις παράγοντες συνολικά». Αριθμός που προφανώς είναι πολύ μεγαλύτερος αν γίνει αναγωγή στο σύνολο της πανδημίας, στην οποία περίπτωση ξεπερνάει τους 3.000 νεκρούς. Παράλληλα, στη μελέτη αναγράφεται χαρακτηριστικά ότι «τα αποτελέσματα μας υποδεικνύουν ότι η ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα των βαρέως πασχόντων ασθενών με Covid-19 επηρεάζεται αρνητικά από το υψηλό φορτίο ασθενών ακόμη και χωρίς υπέρβαση χωρητικότητας, καθώς και από περιφερειακές ανισότητες. Αυτό αναδεικνύει την ανάγκη για ουσιαστικότερη ενίσχυση των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης, εστιάζοντας στην ισότητα και την ποιότητα της περίθαλψης, εκτός από την αύξηση της χωρητικότητας».
Αναγράφεται επίσης στη μελέτη ότι «η θνησιμότητα αυξήθηκε σημαντικά σε περισσότερους από 400 ασθενείς… Ακόμη και χωρίς υπέρβαση της χωρητικότητας, ένα υψηλό φορτίο ασθενών θα μπορούσε εύλογα να θέσει σε κίνδυνο την ποιότητα της περίθαλψης, ειδικά εάν συμβαίνει σε πλαίσιο χρόνιας υποχρηματοδότησης ή κακής ετοιμότητας για την πανδημία». Με άλλα λόγια, 1.535 άνθρωποι θα μπορούσαν να μην έχουν πεθάνει εφόσον είχε γίνει –επί δύο χρόνια πανδημίας– το στοιχειώδες: η ενίσχυση του ΕΣΥ. Στην Ελλάδα όμως ακόμη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός απαξιώνει τη σπουδαιότητα των ΜΕΘ, που σε κάθε χώρα αποτελούν την κορωνίδα της ιατρικής φροντίδας.
Πολλές χιλιάδες πέθαναν χωρίς διασωλήνωση
Δεν είναι όμως αυτά τα μοναδικά ευρήματα της μελέτης: η διασωλήνωση εκτός ΜΕΘ συνδέεται με θνησιμότητα σε ποσοστό 87%. Σχεδόν εννέα στους δέκα ανθρώπους που διασωληνώθηκαν εκτός ΜΕΘ επειδή δεν υπήρχαν κλίνες ή το απαραίτητο ιατρικό προσωπικό έχασαν τη ζωή τους. Είναι αυταπόδεικτο ότι για κάθε ημέρα που κάποιος ασθενής παραμένει διασωληνωμένος εκτός ΜΕΘ αυξάνεται δραματικά η πιθανότητα να πεθάνει, αφού δεν λαμβάνει την κατάλληλη ιατρική φροντίδα. Oχι όμως, τελικά δεν είναι αυταπόδεικτο, αφού ο Aδωνης Γεωργιάδης δήλωσε την περασμένη Παρασκευή στο Open ότι «καίτοι το σύστημα έχει άδειες ΜΕΘ, τον διασωληνώνει εκτός ΜΕΘ. Αυτή όμως η απόφαση με τα συν και τα πλην είναι των γιατρών, δεν είναι του υπουργού». Οι γιατροί φταίνε λοιπόν που είναι ανθρωπίνως αδύνατο να δοθεί η κατάλληλη ιατρική φροντίδα σε όλους τους ασθενείς. Oχι η κυβέρνηση.
Υπάρχει ακόμη ένα τρομερό στοιχείο που τεκμαίρεται από τη μελέτη. Οι δύο μελετητές έχουν αναλύσει στοιχεία για όσους ασθενείς διασωληνώθηκαν την επίμαχη περίοδο. Αυτός είναι και ο λόγος που στη μελέτη αναφέρεται ότι το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα πέθαναν 3.988 άνθρωποι. Δεν πέθαναν όμως τόσοι. Αυτοί είναι οι ασθενείς που διασωληνώθηκαν και πέθαναν. Από την 1η Σεπτεμβρίου του 2020 έως και την 6η Μαΐου του 2021 πέθαναν συνολικά 10.576 άνθρωποι. Δηλαδή επιπλέον 6.588 άνθρωποι από όσους αναφέρονται στη μελέτη, αφού αυτή αφορά μόνο όσους διασωληνώθηκαν.
Αν πραγματοποιηθεί μια αναγωγή βάσει του συνόλου των ανθρώπων που έχουν χάσει τη ζωή τους καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, αυτός ο αριθμός ξεπερνάει κατά πολύ τις 10.000. Περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι –σε σύνολο 20.000 νεκρών– πέθαναν χωρίς να διασωληνωθούν. Και σε αυτό τον αριθμό δεν προσμετρούνται καν οι άνθρωποι (άγνωστο πόσοι) που έχασαν τη ζωή τους από ημιτελείς ή ανεπαρκείς ιατρικές πράξεις, εξαιτίας λοιπής νοσηρότητας ή έλλειψης ιατρικού προσωπικού. Πώς πέθαναν λοιπόν όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Πού πέθαναν; Στο σπίτι τους; Σε κάποια κλινική Covid-19; Στα επείγοντα; Πέθαναν αβοήθητοι; Γιατί δεν διερευνώνται οι αιτίες θανάτου τόσων χιλιάδων ανθρώπων; Είναι κι αυτό θέμα «ήσσονος σημασίας»; Δεν είναι ρητορικά τα ερωτήματα. Δεν είναι ερωτήματα που θέτει κάποιο αντιπολιτευόμενο Μέσο, κάποιος κακοπροαίρετος που θέλει να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση. Είναι αγωνιώδη ερωτήματα που θέτει η κοινωνία. Πρέπει να απαντηθούν. Κι όσο κι αν το αποφεύγει η κυβέρνηση, θα απαντηθούν. Είναι χρέος, της Δικαιοσύνης πρωτίστως, απέναντι σε όσους χάθηκαν.