Ο ρεπόρτερ μιλά στο Documento για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανεξάρτητη δημοσιογραφία στην Ουγγαρία
«Ισως όλα όσα σας περιέγραψα να σας φαίνονται ξένα και μακρινά. Ισως να μη σας περνά από το μυαλό ότι όλα αυτά μπορεί να συμβαίνουν στα αλήθεια, αλλά σας διαβεβαιώνω ότι συμβαίνουν… Kαι ότι μπορεί να συμβούν και στη δική σας χώρα». Με αυτή την πρόταση ο Πέτερ Ερντλι, ρεπόρτερ στο ανεξάρτητο ουγγρικό δημοσιογραφικό portal 444.hu, έκλεισε τον προηγούμενο μήνα την ομιλία του ενώπιον της Επιτροπής Πολιτικών Δικαιωμάτων, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το θέμα της ομιλίας του δεν ήταν άλλο από την κατάσταση των ΜΜΕ στην Ουγγαρία μετά την ανάδειξη του Βίκτορ Ορμπάν ως πρωθυπουργού. Οσα περιέγραψε στην επιτροπή προκάλεσαν μεγάλες αντιδράσεις στη χώρα του και τα κυβερνητικά ΜΜΕ έσπευσαν να τον χαρακτηρίσουν «προδότη». Οπως δήλωσε ο ίδιος όμως στην αποκλειστική του συνέντευξη στο Documento, «η κυβέρνηση ξοδεύει πολλά λεφτά για να με εκφοβίσει. Ομως δεν έχω κάνει τίποτε λάθος».
Πώς έχει αλλάξει το μιντιακό πεδίο στην Ουγγαρία μετά την εκλογή Ορμπάν;
Κοιτάζοντας πίσω τώρα, κατανοώ ότι όσα θα περιέγραφα ως παρεμβατικά και απειλητικά για την ελευθερία του Τύπου πριν από λίγα χρόνια σήμερα έχουν ενταχθεί τόσο πολύ στην καθημερινότητά μας που σχεδόν τα έχουμε κανονικοποιήσει. Εξακολουθούν να υπάρχουν ανεξάρτητα ΜΜΕ –το ειδησεογραφικό portal στο οποίο εργάζομαι είναι ένα από αυτά, ίσως και το πιο ανεξάρτητο– αλλά η αλήθεια είναι ότι το να είσαι ανεξάρτητος σήμερα στην Ουγγαρία και ειδικά το να μπορείς να είσαι επικριτικός απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση είναι κάτι πολύ δύσκολο και για ορισμένα Μέσα είναι ακόμη και ταμπού. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών πολλοί δισεκατομμυριούχοι κυβερνητικοί φίλοι του Ορμπάν έκαναν μεγάλες επενδύσεις στα ΜΜΕ. Τον περασμένο Νοέμβριο όλοι αυτοί οι δισεκατομμυριούχοι επιχειρηματίες στους οποίους ανήκαν περισσότερα από 400 ΜΜΕ αποφάσισαν –την ίδια ημέρα– να χαρίσουν τα Μέσα τους σε ένα ίδρυμα. Ετσι αυτήν τη στιγμή η πλειονότητα των ΜΜΕ δεν βρίσκεται στα χέρια ενός μεμονωμένου επιχειρηματία αλλά ανήκει σε αυτό το ίδρυμα, το οποίο με κυβερνητικό διάταγμα έχει εξαιρεθεί από κάθε είδους έλεγχο. Το ίδρυμα διοικείται από ένα διοικητικό συμβούλιο εξόχως φιλοκυβερνητικό. Ουσιαστικά η κυβέρνηση, αφού πρώτα έδρασε εναντίον των ανεξάρτητων ΜΜΕ, στη συνέχεια δημιούργησε τη δική της μιντιακή αυτοκρατορία.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπα τα ανεξάρτητα Μέσα στην Ουγγαρία;
Χωρίς αμφιβολία, η μεγαλύτερη συστημική πρόκληση είναι η οικονομική πίεση. Αντίθετα με ό,τι θα περίμενε κανείς, οι μεγαλύτεροι διαφημιστές δεν είναι τράπεζες ή αυτοκινητοβιομηχανίες αλλά το κράτος, το οποίο ξοδεύει συνήθως πολλά χρήματα για τη διαφήμισή του. Αυτό αποτελεί μεγάλη πρόκληση για την αγορά επειδή το κράτος διαφημίζεται αποκλειστικά σε φιλικά του ΜΜΕ και το κρατικό χρήμα που κατευθύνεται σε Μέσα που ασκούν κριτική είναι σχεδόν μηδαμινό. Σαν να μη φτάνει αυτό, ακόμη και οι ιδιώτες διαφημιστές είναι πολύ προσεκτικοί ως προς το πού δίνουν τα χρήματά τους, καθώς ξέρουν ότι αν χρηματοδοτήσουν κάποιο Μέσο που έχει κριτική στάση απέναντι στην κυβέρνηση θα προκαλέσουν την οργή της και θα υποστούν τις συνέπειες. Αυτός είναι ο πιο συστημικός τρόπος με τον οποίο εφαρμόζεται η οικονομική πίεση στην ελευθερία του Τύπου. Υπάρχουν βέβαια και άλλοι τρόποι με τους οποίους η κυβέρνηση προσπαθεί να επιτεθεί στα Μέσα. Μέχρι πρόσφατα είχαμε πολύ καλό νομικό πλαίσιο προστασίας της ελευθερίας του Τύπου. Η κυβέρνηση όμως το τροποποίησε και πλέον είναι πραγματικά δύσκολο να αποκτήσεις πρόσβαση σε δημόσιες πληροφορίες αν δεν καταβάλεις ένα αρκετά σεβαστό χρηματικό ποσό. Σήμερα όλοι διστάζουν να πληρώσουν τόσα χρήματα για μια πληροφορία που μπορεί και να μην αποτελέσει πηγή είδησης. Ετσι γίνεται σαφές ότι η κυβέρνηση δεν χρειάζεται να κάνει χρήση σωματικής απειλής ή να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή των δημοσιογράφων που ασκούν ερευνητική και κριτική δημοσιογραφία. Εχει διαφορετικούς, πιο αποτελεσματικούς και λιγότερο ακριβούς τρόπους για να τους κάνει να σιωπήσουν.
Οι υπόλοιποι συνάδελφοί σου πώς ακριβώς έχουν διαχειριστεί αυτές τις πιέσεις;
Δεν γνωρίζω προσωπικά δημοσιογράφους που εργάζονται σε φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ αλλά φαντάζομαι ότι μερικοί από αυτούς μπορεί να είναι αξιοπρεπείς δημοσιογράφοι και ίσως να αυτολογοκρίνονται προκειμένου να παραμείνουν στη δουλειά τους. Μετά την άνοδο του Ορμπάν στην εξουσία πολλοί αναγκάστηκαν είτε να αυτολογοκριθούν είτε να εγκαταλείψουν τη δημοσιογραφία. Για παράδειγμα, ο αρχισυντάκτης της μεγαλύτερης περιφερειακής εφημερίδας στον νότο τώρα πουλάει λουκάνικα σε έναν χώρο στάθμευσης. Η αλήθεια είναι πως αν δεν ζεις στη Βουδαπέστη, την πρωτεύουσα, οι δυνατότητες για να συνεχίσεις να εργάζεσαι σε ανεξάρτητο Μέσο είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Αυτό είναι τρομερό. Το να αναγκάζεται κάποιος που αγαπά το επάγγελμα και είναι καλός στη δουλειά του να παραιτείται είναι τεράστια απώλεια για τα Μέσα.
Δέχτηκες πολύ μεγάλη επίθεση από φιλοκυβερνητικά Μέσα, χαρακτηρίστηκες και προδότης. Τι εξακολουθεί να σου δίνει κίνητρο για να παραμένεις σε αυτήν τη δουλειά;
Καταρχάς να πω ότι δεν είμαι καλός σε τίποτε άλλο. Ολη μου τη ζωή δούλευα ως δημοσιογράφος και θα είχα πραγματικά πολύ σοβαρό πρόβλημα αν χρειαζόταν να κάνω κάτι άλλο. Είναι και κάτι άλλο όμως που με κάνει να επιμένω σε αυτήν τη δουλειά. Ξέρω ότι η κυβέρνηση ξοδεύει πολλά χρήματα για να με εκφοβίσει. Ομως δεν έχω κάνει τίποτε λάθος και δεν πρόκειται να της κάνω τη χάρη να αλλάξω επάγγελμα. Εχω συνηθίσει να δέχομαι απειλές. Αλλά, ξέρεις, κάποια στιγμή τείνεις να τα κανονικοποιείς όλα αυτά επειδή δεν έχεις άλλη επιλογή. Ζω εδώ που ζω και όλα αυτά, οι απειλές, οι δυσκολίες, οι παρεμβάσεις, είναι κομμάτι του τι σημαίνει να είσαι δημοσιογράφος.