Οσες φορές κι αν παρακολουθήσεις την ελληνική ταινία «Σάντα Τσικίτα», αυθορμήτως γελάς στην ατάκα του Θ. Τζενεράλη, ο οποίος αναφερόμενος στη μητέρα του υπαλλήλου του (Β. Λογοθετίδης) αναρωτιέται και διατυπώνει τη θέση: «Εβδομήντα πέντε ετών, ρε παιδάκι μου, και εγχείρηση; Πεταμένα λεφτά, βρε παιδί μου! Βρε πεταμένα λεφτά!».
Προφανώς και το γέλιο δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε την άποψη, αντίθετα διασκεδάζουμε με τη γελοιότητα που εμπεριέχει και με τη βεβαιότητα ότι πλέον μια τέτοια αντίληψη έπαψε να είναι επικίνδυνη (ως μη επικρατούσα) όπως το μακρινό 1953.
Ως μη επικρατούσα; Μην είστε και τόσο βέβαιοι. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει βαλθεί να μας επαναφέρει στο αλήστου μνήμης κράτος της Δεξιάς της περιόδου «Ευτυχές το νέον έτος 195…» (συμπληρώστε όποιον αριθμό επιθυμείτε).
Τελευταίας εσοδείας κυβερνητική απόφαση είναι η αντικατάσταση του Μιχάλη Ψαλιδόπουλου – εκπροσώπου της χώρας μας στο ΔΝΤ– με τον Μιχάλη Μασουράκη, ο οποίος για μία εικοσαετία διετέλεσε διευθυντής οικονομικών μελετών στην Alpha Bank και από το 2015 ανέλαβε τη θέση του επικεφαλής οικονομολόγου του ΣΕΒ.
Ο νέος εκπρόσωπος της χώρας μας στο ΔΝΤ δεν είναι ένας ακόμη οικονομολόγος της Σχολής του Σικάγου, αλλά ένας αμετανόητος οπαδός της εφαρμογής πολιτικών σκληρής λιτότητας και συνεχών μνημονίων.
Ενώ μετά την άγρια φτωχοποίηση της Ελλάδας (απώλεσε το 25% του ΑΕΠ, εκτόξευσε την ανεργία στο 29% και εκμηδένισε τις κοινωνικές δαπάνες) οι αξιωματούχοι εφαρμοστές αυτών των πολιτικών (ομόσταβλοι του κ. Μασουράκη) ανακρούουν πρύμνα, ο ίδιος επιμένει και κρατάει το ίσο στο κοντάκιο «Βάστα, Σόιμπλε» και το απολυτίκιο «Γερούν, γερά».
Μετά την έξοδο από τα «σωτήρια» μνημόνια ο Ντάισελμπλουμ εξήγησε ότι «επιδίωξη των Βρυξελλών δεν ήταν η σωτηρία της Ελλάδας, αλλά η σωτηρία των γερμανικών και γαλλικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα-σκουπίδια», ο Γιούνκερ εξομολογήθηκε ότι «τσαλακώσαμε την αξιοπρέπεια των Ελλήνων ιδιαίτερα μετά το 2015», ο Τόμσεν παραδέχτηκε ότι «ο πολλαπλασιαστής που χρησιμοποίησε το ταμείο ήταν λανθασμένος», ο Αλμούνια ομολόγησε ότι «έγιναν χοντρές αστοχίες και εγκληματικές παραλείψεις στη διαχείριση του ελληνικού προβλήματος» και ο Σόιμπλε δήλωσε «μεγάλος οπαδός της διδασκαλίας του Τζον Μέιναρντ Κέινς», ενώ συνεχίζει χαρακτηριστικά και αποκαλύπτει ότι κατά τη διάρκεια της κρίσης λάμβανε πολλές επιστολές από την Ελλάδα που έλεγαν ότι «γνωρίζουμε ότι υπαίτιος δεν είστε εσείς, αλλά η κυβέρνησή μας».
Κόντρα στην (ανέξοδη πλέον) ομολογία της πάσας αλήθειας –από τους θύτες και αυτουργούς– για το διαρκές και ειδεχθές έγκλημα που συντελέστηκε στη χώρα, το θύμα επίσημα (με κυβερνητικές αποφάσεις και τοποθετήσεις πρωτοκλασάτων στελεχών του) εμμένει στην εφαρμογή της ίδιας οικονομικής πολιτικής που γέννησε τη νόσο και τη λήψη μέτρων που δεν θεραπεύουν αλλά σκοτώνουν.
Κόντρα στη μαθηματική παραδοχή ότι «η ίδια λύση στο πρόβλημα όσες φορές κι αν επαναληφθεί, το ίδιο αποτέλεσμα θα βγάλει», αλλάζουν το λεκτικό στην εκφώνηση της άσκησης για να φαίνεται ότι διαφορετικό είναι το πρόβλημα και διαφορετική η λύση του, έως ότου βέβαια αποκαλυφθεί ότι «τέτοια γίδια έχει το μαντρί, τέτοιο γάλα βγάζουν», αλλά τότε η νέα καταστροφή θα έχει επανασυντελεστεί και τα ίδια συμφέροντα θα έχουν επικρατήσει ξανά.
Η μυστικιστική αριθμολογία του Γιάννη Στουρνάρα αποτυπώνει την έκφραση της μεγάλης ανησυχίας του λόγω της «αναιμικής» ανάπτυξης επί ΣΥΡΙΖΑ στο 2,8% και λόγω του υπερπλεονάσματος που οδήγησε στην απεξάρτηση από την «ασφάλεια» των μνημονιακών δεσμεύσεων, ενώ αντίθετα αισθάνεται ευτυχής με την ύφεση 0,9% (την περίοδο προ πανδημίας) της ΝΔ και το ξεκοκάλισμα των 37 δισ. ευρώ από τους παρασιτούντες κολλητούς της.
Η ίδια μυστικιστική αριθμολογία της Μιράντας Ξαφά αποδίδει καταστροφικές συνέπειες σε οποιαδήποτε αύξηση του κατώτατου μισθού ή των συντάξεων και απαιτεί ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις τους, παρά το γεγονός ότι σε διεθνές επίπεδο όπου εφαρμόστηκε η οικονομική της άποψη κατέστρεψε τις κοινωνίες.
Οσο για τον Μιχ. Μασουράκη, διαβατήριο για την επιλογή του ως εκπροσώπου της χώρας μας στο ΔΝΤ αποτελούν οι σταθερές και ακλόνητες πεποιθήσεις του που έχουν (και πρόσφατα) δημόσια διατυπωθεί:
«Φοβάμαι (!) ότι το πλεόνασμα θα σπαταληθεί σε κοινωνικές πολιτικές… Τα χρήματα που δίνονται στον κοινωνικό τομέα είναι πεταμένα λεφτά (!)».
Ο Θύμιος Γεωργόπουλος είναι οικονομολόγος