Πέτα τα κλειδιά του σπιτιού, ανοίξου στον κόσμο

Πέτα τα κλειδιά του σπιτιού, ανοίξου στον κόσμο
Sandboard στους αμμόλοφους έξω από την όαση Σίβα στην Αίγυπτο

Ο Δημήτρης Τζιμέας μιλάει για τα ταξίδια που γέννησαν τους στίχους των RadioSol και το καινούργιο του βιβλίο «Η αγάπη είναι η μόνη επίθεση».

Η ιστορία του βιβλίου «Η αγάπη είναι η µόνη επίθεση» ξεκινάει από τους RadioSol, µια ξεχωριστή µουσική παρέα µε έδρα το Μεταξουργείο, η οποία παίζει σκα, ρέγκε και µπάλκαν µελωδίες. Ενα πολιτικό, καλλιτεχνικό και κοινωνικό χωριό που ενώθηκε µέσα από τη µουσική. «Σε κάθε ζωντανή εµφάνιση δηµιουργείται διονυσιακή ατµόσφαιρα. Ιδρωµένες καταστάσεις, χορός, επικοινωνία και έντονα συναισθήµατα ανάµεσα στους ανθρώπους. Σε αυτό το είδος µουσικής ο ρυθµός, ο στίχος και η µελωδία γίνονται ένα. Κάποια στιγµή διαπίστωσα ότι σχεδόν κανένας –ούτε καν οι άνθρωποι που έρχονταν σε όλες µας τις συναυλίες– δεν γνώριζε τους στίχους των τραγουδιών. Έτσι γεννήθηκε αυτό το βιβλίο. Όλα συνδυάστηκαν µε έντονες προσωπικές στιγµές, ιστορίες και ταξίδια» λέει στο Documento ο ∆ηµήτρης Τζιµέας.

Στους ρυθμούς του Φεστιβάλ της Ερήμου, Μάλι

Το βιβλίο είναι ένα µικρό ταξίδι από εικόνες ενός κόσµου που είναι γεµάτος στιγµές που δενόµαστε ισόβια µαζί τους, το οποίο –όπως αναφέρει και η περιγραφή– πάει µε οτοστόπ στην έρηµο και σκοτώνει το Τέρας µε το σπαθί του Μπόµπι Σαντς. «Έµπλεξα τους στίχους των τραγουδιών µε τις φωτογραφίες και τις αναµνήσεις από όσα έζησα στα ταξίδια µου. Πέρασα αρκετά χρόνια στο εξωτερικό – τα περισσότερα στο ∆ουβλίνο. Eκείνη την εποχή έκανα παράλληλα έρευνα στο πανεπιστήµιο στον τοµέα της πληροφορικής» εξηγεί ο ∆ηµήτρης Τζιµέας και προσθέτει: «Τα ταξίδια ήταν µια προσιτή και πολύ οικονοµική δυνατότητα από το ∆ουβλίνο. Θυµάµαι ότι µε 20 ευρώ παρακολούθησα µια απίθανη συναυλία στο Όσλο και µε 7 ευρώ βρέθηκα στο Μουντιάλ της Γερµανίας. Αν εθιστείς, µετά πατάς γκάζι και τερµατίζεις τον χάρτη. Έκανα φίλους και µουσικές παρέες παντού. Πιστεύω ότι το καλύτερο ταξίδι είναι η αίσθηση ότι δεν έχεις κλειδιά σπιτιού. Απλώς προχωράς». Υστερα από έξι χρόνια περίπου κάτω από το σύννεφο της Ιρλανδίας ταξίδεψε πολύ για να… στεγνώσει τη βροχή. Από το Κέιπ Τάουν έφτασε στην Αθήνα και από το Πράσινο Ακρωτήρι βρέθηκε στην έρηµο της Σαχάρας.

Από το ∆ουβλίνο στην έρηµο της Σαχάρας

Η µουσική παράδοση της Ιρλανδίας είναι πολύ πιο αυθόρµητη και βιωµατική. «Το ∆ουβλίνο είναι µεγάλη µουσικοµάνα. Ο Ρόρι Γκάλαχερ, ο Βαν Μόρισον, ο Μπόνο (ονοµάστηκε έτσι επειδή έπαιζε µπροστά στο BonaVox, ένα µαγαζί µε βοηθήµατα ακοής), ο Φιλ Λίνοτ και πολλοί άλλοι σπουδαίοι µουσικοί ξεκίνησαν την πορεία τους από εκεί. Στην Ελλάδα η µουσική δυστυχώς αναπαράγεται µέσα από το ωδειακό πρότυπο. Στην Ιρλανδία όµως ο κόσµος µπαίνει σε µπάντες επειδή ξέρει τρεις νότες στο µπάσο και απλώς γουστάρει να παίζει. Η µουσική του δρόµου είναι θεσµός. Εκεί ένιωσα ότι θέλω να δραπετεύσω από το καλούπι που δηµιουργεί κανείς στο µυαλό του όταν µαθαίνει µουσική σε ωδείο. Βασικά κοµµάτια της αντίληψης των RadioSol και των συναυλιών µας είναι η τυχαιότητα, η αµεσότητα και ο αυθορµητισµός. Καρφώνουµε τις κιθάρες, ξεκινάει η συναυλία και νιώθουµε ότι όλα συµβαίνουν µέσα σε στιγµές».

Στο πολυήμερο μονοπάτι του Annapurna, Νεπάλ

Κάθε χώρα έχει διαφορετική σχέση µε τη µουσική. Μπορεί και κάθε πόλη. «Στην Καστοριά η τοπική κοινωνία νιώθει άνετα αν δει στον δρόµο ένα µπουλούκι µε χάλκινα όργανα ακόµη και στις 5 το πρωί. Αυτό δεν συµβαίνει στην Αθήνα. Η γλώσσα της µουσικής εκφράζει τις αξίες και τις κοινωνικές αναφορές του κάθε τόπου. Η µουσική του δρόµου είναι ειδική κατηγορία. ∆εν ευδοκιµεί παντού. Η Ιρλανδία έχει τεράστια παράδοση. Είναι η κουλτούρα αυτής της χώρας τέτοια. ∆εν συµβαίνει το ίδιο ούτε στη Βρετανία που βρίσκεται απέναντι ούτε στη Σκωτία που είναι ακριβώς δίπλα. Οσο διαφέρουν οι άνθρωποι από τόπο σε τόπο τόσο επηρεάζονται η µουσική έκφραση και η επικοινωνία µέσα από αυτή».

Τυπική υποδοχή στο Masai Mara, Κένια

Η αγάπη για τη µουσική οδήγησε τον ∆ηµήτρη Τζιµέα στα πιο απίθανα µέρη του κόσµου. «Θυµάµαι ένα καλοκαίρι που γύρισα στην πόλη σχεδόν πρώτος από τις διακοπές. Είχαν αρχίσει τα πρωτοβρόχια, υπήρχε διάχυτη µελαγχολία και εγώ άκουσα τυχαία στον υπολογιστή µου ένα αφρικανικό τραγούδι που µε ξετρέλανε. Εψαξα τον συνθέτη, το αναζήτησα σε όλες τις εκτελέσεις και τελικά ανακάλυψα µια ζωντανή ερµηνεία σε ένα διαστηµικό µέρος της Αφρικής στο πλαίσιο µιας διοργάνωσης που ονοµαζόταν Φεστιβάλ της Ερήµου. Ηθελα σαν τρελός να βρεθώ σε αυτό τον τόπο και ανακάλυψα ότι το επόµενο φεστιβάλ θα διεξαγόταν ύστερα από κάποιους µήνες στο Μάλι, βαθιά µες στην έρηµο. Βρήκα εισιτήρια, έδωσα ό,τι είχα (και προπάντων ό,τι δεν είχα) και αποφάσισα να πάω στη δυτική Αφρική. Το να καταφέρεις να διασχίσεις την έρηµο είναι από µόνο του εµπειρία ζωής. Μπορεί να µη γυρίσεις ποτέ, ενώ πάντοτε προχωράς µε τη συνοδεία του στρατού. Το Φεστιβάλ της Ερήµου τελικά σταµάτησε να διεξάγεται γιατί ο τόπος αυτός µετατράπηκε σε εµπόλεµη ζώνη. Ενα ταξίδι στην Αφρική δύσκολα περιγράφεται. ∆εν ξέρεις από πού ξεκινάς και πού µπορείς να φτάσεις. Θυµάµαι ότι περίµενα δύο µέρες στα σύνορα της Σενεγάλης ένα λεωφορείο που δεν θα ξεκινούσε ποτέ και εκεί παίζαµε µουσική µε κάποιους άγνωστους ανθρώπους στη µέση του πουθενά. Κάποια στιγµή έπαιξαν και το τραγούδι που µε είχε οδηγήσει εκεί. Φεύγοντας χάρισα την κιθάρα µου σε κάποιον από αυτούς, ο οποίος µου εξηγούσε πόσο αδύνατο είναι γι’ αυτούς να αγοράσουν µουσικά όργανα και ότι στην πραγµατικότητα κληροδοτούνται από τους γονείς στα παιδιά, κάτι σαν µορφή κάστας».

Ωδεία, αποστείρωση και καταστολή

Η αποστειρωµένη εκµάθηση της µουσικής διεµβολίζει τη χαρά και τα συναισθήµατα που µπορεί να γεννήσει. «Οι θυσίες που κάνει µια οικογένεια για να στηρίξει ένα παιδί που σπουδάζει µουσική είναι απίστευτες. Πρόκειται για εκµετάλλευση χωρίς προηγούµενο. Είναι σαν να µαθαίνει κανείς ξένη γλώσσα. Αυτό που διδάσκεται για δέκα χρόνια µε αυτό που είναι τελικά µια ξένη γλώσσα δεν έχει καµία σχέση. Οταν συνειδητοποιήσεις ότι η γλώσσα υπάρχει για να εκφράζει συναισθήµατα και την τοποθετήσεις µε ηδονικό τρόπο µες στη ζωή, τότε δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσεις τη γραµµατική και το συντακτικό µιας φράσης. Το ίδιο συµβαίνει και µε τη µουσική. Ο τρόπος που διδάσκεται είναι στεγνός, ωδειακός και αποστειρωµένος. ∆εν έχει κανένα νόηµα να βιώνουµε τη µουσική ασκησιολογικά. Υπήρξα για αρκετά χρόνια δάσκαλος µουσικής σε όλες τις ηλικίες. Ο τρόπος διδασκαλίας έχει κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις και η σύνδεση µε τον εαυτό και τα συναισθήµατά µας είναι αδύνατο να εκπληρωθεί µέσα σε αυτό το µοντέλο. Όλοι σκεφτόµαστε τις ασκήσεις και βαριόµαστε τη µουσική. Μου έχει τύχει να παρακαλάω µαθητές να παίξουν πιο ελεύθερα και αυτοσχεδιαστικά και να µην µπορούν. Υπάρχει µια λοβοτοµή και αυτό είναι το µοντέλο της κυρίαρχης αφήγησης. ∆εν µπορούµε να εκφραζόµαστε, να επικοινωνούµε, να βρίσκουµε τον παιδικό µας εαυτό. Είναι σαν να προσπαθούµε να αποκοπούµε από το βάρος της παιδικής ηλικίας, αλλά εντέλει µόνο αυτό πραγµατικά είµαστε. Και δυστυχώς αυτό το συνειδητοποιούµε στις πιο δύσκολες στιγµές της ζωής µας».

Έργα συντήρησης στο Abu Simbel στη νότια Αίγυπτο

Η κουβέντα έφτασε στην τρέχουσα συγκυρία, τη δυστοπία και την αποµόνωση της πανδηµίας. «Ένα τραγούδι µας στο ρεφρέν αναφέρει ότι “αν δεν είχαµε δοθεί, πώς θα µας δρόσιζαν οι πρώτες σκέψεις το πρωί”. Ζούµε σε πολύ δύσκολη συγκυρία και ο κόσµος από τα κάτω, ο κόσµος της αλληλεγγύης που έχει ευαίσθητες αντένες και λαµβάνει τα σήµατα έχει περάσει αυτά τα χρόνια πολύ δύσκολη δοκιµασία µε τιτάνια υποµονή και επιµονή. Ο αγώνας θα είναι διαρκής γιατί η µια κρίση θα φέρνει την άλλη σε όλα τα επίπεδα. Οι άνθρωποι που συνειδητοποιούν τον κίνδυνο θα πρέπει να καταλάβουν ότι είναι τρόπος ζωής να αντιστέκεσαι και να υπάρχεις. Εχουµε πολύ δρόµο µπροστά µας. Αυτό που µας µένει είναι οι πρώτες µας σκέψεις το πρωί, τα συναισθήµατα που δηµιουργούνται κατά τη διάρκεια του αγώνα. Η µάχη είναι γιγαντιαία και έρχεται να παρασύρει κι εµάς που προσπαθούµε να αλλάξουµε και να κάνουµε πραγµατικότητα τα όνειρά µας» λέει και προσθέτει για τις κυβερνητικές απαγορεύσεις:

Δημήτρης Τζιμέας

«Η µουσική την περίοδο που βιώνουµε αντιµετωπίζεται ως πολυδιάστατη οντότητα. Αν αποφέρει χρήµατα είναι χρήσιµη, αν όχι είναι αδιάφορη, ενώ αν ενοχλεί την καταδιώκουν και την πολεµάνε. Στην Ισπανία εφαρµόζεται ήδη ο γνωστός νόµος-φίµωτρο και αν προσβάλεις κάποιο θεσµό µέσα από την τέχνη σου µπαίνεις στη φυλακή (το ίδιο πήγε να γίνει και στην Ελλάδα πριν από λίγο καιρό). Αν ένας Αφροαµερικανός είναι καλός µπασκετµπολίστας και βγάζει χρήµατα, είναι θεός· αν ένας µετανάστης από τη Σενεγάλη είναι κλεισµένος σε κάποιο καταγώγι στο κέντρο της Αθήνας και την παλεύει µόνος του, είναι αδιάφορος – αν όµως εκφράσει λόγο και διεκδικήσει κάτι παραπάνω, καταδιώκεται. Είναι ενιαία η αφήγηση των θεσµών και του οικονοµικού συστήµατος απέναντι στις ανθρώπινες συµπεριφορές».

Η θέα από το Table Mountain στο Κέιπ Τάουν, Νότια Αφρική

«Η διαφορά της µουσικής είναι ότι διαθέτει ένα µαγικό κλειδί που επικοινωνεί πολύ βαθιά µε την ψυχή του ανθρώπου. Αυτό δεν µπορεί να το διαστρεβλώσει, να το κατευθύνει ή να το καταστείλει κανένας οργανωµένος θεσµός. Η µουσική έχει ξεχωριστή δύναµη. Και εκεί πρέπει να επικεντρωθούµε. Στους δύσκολους καιρούς αυτή η διάσταση της τέχνης υπερισχύει. Το είδαµε και µε αφορµή τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη. Τα τραγούδια µιλούν σε µια διάσταση που δεν γνωρίζει η οικονοµία. Η εργασία, ο χρόνος, τα χρήµατα αθροίζονται και αφαιρούνται. Η τέχνη όµως πετάει σε άλλη διάσταση» λέει ολοκληρώνοντας ο ∆ηµήτρης Τζιµέας.

INF0

Το βιβλίο «Η αγάπη είναι η μόνη επίθεση» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δίαυλος

Documento Newsletter