Σε μικρή απόσταση από το πολύβουο κέντρο του Καΐρου, την πλατεία Ταχρίρ και τις όχθες του Νείλου, νοτιοανατολικά, βρίσκεται μια μεγάλη γειτονιά όπου βασιλεύει απόκοσμη ησυχία.
Διασχίζοντας πεζός τους στενούς, ήσυχους, δαιδαλώδεις και χωμάτινους δρόμους, πασπαλισμένους με άμμο της ερήμου, δεν συναντάς ουρανοξύστες, ωραίες πολυκατοικίες, τουριστικά καταλύματα, αυτοκίνητα, εμπορικά καταστήματα, αλλά μια συνοικία από παραγκόσπιτα, σκονισμένα με ώχρα χρώμα, ανάμεσα σε ένα πλέγμα τάφων και μαυσωλείων. Μάλιστα, οι περισσότεροι από αυτούς έχουν μετατραπεί σε δωμάτια και σε υπέργειες κατοικίες που στο κέντρο τους, αντί για πλατείες, δεσπόζουν επιβλητικά τζαμιά. Στον τοίχο ενός σπιτιού που αποτελεί και την είσοδο σε μεσαιωνικό ισλαμικό ταφικό συγκρότημα, το βλέμμα ανεπιτήδευτα μαγνητίζεται από ένα εντυπωσιακό γκράφιτι στο οποίο απεικονίζεται ένα ποντίκι με στρογγυλά αυτιά και πράσινα μάτια να βάζει λουρί σε μια γάτα Σφίγγα. Είναι η Νεκρόπολη του Καΐρου (Ελ-Αράφα), εκεί όπου οι ζωντανοί συγκατοικούν με τους νεκρούς.
Η έντονη και γρήγορη αστικοποίηση από τη δεκαετία του ’50 και η οικονομική αδυναμία ενοικίασης κατοικίας λόγω του υψηλού κόστους ζωής, τούς ανάγκασαν να βρουν στέγη στη μεσαιωνική ισλαμική νεκρόπολη, που αποτελείται από μια σειρά νεκροταφείων. Παιδιά, νέοι και ηλικιωμένοι- εκτιμάται ότι κατοικούν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, ενώ κάποιοι κάνουν λόγο για 1,5 εκατ.- βιώνουν εδώ και δεκαετίες την τραγική πραγματικότητα σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης, χωρίς κάποια δημοτική υπηρεσία, ούτε καν επίσημη διεύθυνση. Ορισμένοι, μάλιστα, από όσους ζουν εκεί εργάζονται ως μαρμαράδες για την κατασκευή τάφων.
Η ιστορία του χώρου ως νεκροταφείου ξεκινάει με την κατάκτηση της Αιγύπτου από τους μουσουλμάνους, το 642 μ.Χ. Ωστόσο, οι περίβλεπτοι μεγαλοπρεπείς ισλαμικοί τάφοι χτίστηκαν λίγους αιώνες αργότερα από τους Μαμελούκους για να στεγάσουν τη μεταθανάτια ζωή των χαλίφηδων και των σουλτάνων, αλλά και των οικογενειών τους, και φυσικά κανείς τότε δεν μπορούσε να φανταστεί τη μετέπειτα χρήση του μεσαιωνικού νεκροταφείου.
Σήμερα, σε αυτά τα κοιμητήρια, την τελευταία κατοικία για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους εδώ και αιώνες, φτωχές οικογένειες αλλά και μετανάστες από άλλες περιοχές της Αιγύπτου χωρίς στέγη βρίσκουν καταφύγιο. Η συγκατοίκηση με τους νεκρούς, που για πολλούς φαντάζει αλλόκοτη έως και ανατριχιαστική, γι’ αυτούς αποτελεί την απλή και συνάμα σκληρή καθημερινότητα. Και όλα αυτά, στην καρδιά της αιγυπτιακής πρωτεύουσας των σχεδόν 20 εκατ., μιας από τις μεγαλύτερες σε αστική ανάπτυξη περιοχές του πλανήτη και της μεγαλύτερης πόλης του αραβικού κόσμου και της Αφρικής.
Εκτός από κατοικίες, μερικοί τάφοι έχουν μετατραπεί σε μικρά καταστήματα και σε εργαστήρια υαλουργίας, όπου κατασκευάζονται σε παραδοσιακούς φούρνους γυάλινα ποτήρια, βάζα και άλλα αντικείμενα. Την απόκοσμη ησυχία της παραγκούπολης σπάνε μόνον οι πλανόδιοι μικροπωλητές που διαλαλούν την πραμάτεια τους, την οποία μεταφέρουν με κάρα που σέρνουν μουλάρια.
«Είναι το σπίτι μας, η ζωή εδώ κυλά ήρεμα και η… συγκατοίκηση με τους νεκρούς είναι μια καθημερινότητα, όπως σε κάθε φτωχή συνοικία», ανέφερε ηλικιωμένος κάτοικος της Πόλης των Νεκρών στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, στο πλαίσιο δημοσιογραφικής αποστολής που διοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην Αίγυπτο.
(Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ)