Πέδρο Αλμοδόβαρ: «Είμαι σίγουρος για τη λογοτεχνική μου κλίση»

Δώδεκα αφηγήσεις του Πέδρο Αλμοδόβαρ που έχουν τον χαρακτήρα αποσπασματικής αυτοβιογραφίας.

«Θυμάμαι πως έγραφα από παιδί, πάντα έγραφα. Αν για κάτι είμαι σίγουρος, είναι η λογοτεχνική μου κλίση, και αν για κάτι δεν είμαι σίγουρος, είναι για αυτά που έχω καταφέρει» γράφει ο Πέδρο Αλμοδόβαρ στην εισαγωγή του βιβλίου του «Το τελευταίο όνειρο». Πρόκειται για συλλογή αφηγήσεων αυτοβιογραφικών αλλά και μυθοπλασίας. Αυτή η μείξη αληθινού και φανταστικού είναι και ο δρόμος που ο ίδιος επιλέγει για την τέχνη του κινηματογράφου αλλά και ως μπούσουλα ζωής, ενώ όπως εξομολογείται είναι από τα πιο ουσιώδη πράγματα που έμαθε από τη μητέρα του. «Η πραγματικότητα πρέπει να συμπληρώνεται από τη μυθοπλασία για να γίνεται η ζωή πιο εύκολη» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Οι δώδεκα ιστορίες που γράφτηκαν από το 1968 μέχρι σήμερα λειτουργούν σύμφωνα με τον Ισπανό σκηνοθέτη συμπληρωματικά με την κινηματογραφική του δουλειά και κάποιες φορές χρησίμευσαν ως αντανάκλαση των βιωμάτων του. Κάποιες από αυτές έγιναν ταινίες και άλλες πρόκειται να γίνουν στο μέλλον. Ο ίδιος τις χαρακτηρίζει κείμενα ενηλικίωσης και αρκετές από αυτές γράφτηκαν στην προσπάθειά του να καταπολεμήσει τη βαρεμάρα. Τα περισσότερα από αυτά τα κείμενα είχαν ξεχαστεί μέχρι τη στιγμή που τα έβγαλε στο φως η βοηθός του Λόλα Γκαρθία.

Παρά την πολύ έντονη ζωή του (ή ίσως εξαιτίας αυτής), ο Αλμοδόβαρ δεν κράτησε ποτέ ημερολόγιο. Οπως περιγράφει, κάθε φορά που προσπάθησε να το κάνει έφτανε μέχρι τη δεύτερη σελίδα κι έπειτα το παρατούσε, καθώς του είναι εξαιρετικά δύσκολο να μιλάει αποκλειστικά για τον εαυτό του. Εξού και όσες φορές του πρότειναν να γράψει την αυτοβιογραφία του ή να το κάνει κάποιος άλλος για λογαριασμό του αρνήθηκε. Αυτό το βιβλίο, που αποτελεί ένα είδος αποσπασματικής αυτοβιογραφίας, είναι ό,τι πιο κοντινό επιθυμεί ο ίδιος να αποκαλύψει για τον εαυτό του στο αναγνωστικό κοινό.

Οσοι παρακολουθούν και αγαπούν το έργο του, σε αυτό θα νιώσουν την επιρροή που δέχτηκε ο Αλμοδόβαρ στα παιδικά του χρόνια από τις γυναίκες που έπλεκαν και κουτσομπόλευαν στις μεσαυλές των σπιτιών της Μάντσα, τις πιέσεις που βίωσε η γενιά του στα καθολικά σχολεία, την ασφυξία που αισθάνθηκε στη νιότη του ζώντας στη μικρή επαρχιακή πόλη, το ξύπνημα του έρωτα, τη μετέπειτα πορεία του στην ελευθερία που του πρόσφερε η Μαδρίτη, την επαφή του με την γκέι κοινότητα και την άνθηση της προσωπικότητάς του. Το άγχος της εφηβείας, η μοναξιά, η απώλεια, η θνητότητα, η κρίση μέσης ηλικίας και η ανία που φέρνει (μια κατάσταση που ο ίδιος αντιμετωπίζει ως βαριά ήττα) είναι οι θεματικές στις οποίες κινούνται οι καλογραμμένες αν και άνισες ιστορίες.

Από αυτές ξεχωρίζει το σουρεάλ διήγημα «Η ζωή και ο θάνατος του Μιγέλ» που βρίθει συμβολισμών και θυμίζει την «Απίστευτη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον» (1922) του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ, την οποία ο Πέδρο Αλμοδόβαρ δεν γνώριζε όταν έγραψε σε νεαρή ηλικία το δικό του αφήγημα. Επίσης δυνατά είναι τα πιο προσωπικά του κείμενα, κυρίως το «Τελευταίο όνειρο» που αναφέρεται στον θάνατο της μητέρας του, το «Χρονικό μιας άδειας μέρας» στο οποίο περιγράφεται η ανία της ωριμότητας από την οποία δεν γλιτώνει κανείς όσο σπουδαίος ή διάσημος κι αν είναι και τέλος το «Ενα κακό μυθιστόρημα», στο οποίο ο Αλμοδόβαρ διαχωρίζει τη γλώσσα του σινεμά από εκείνη της λογοτεχνίας.

INFO
Το βιβλίο «Το τελευταίο όνειρο» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα σε μετάφραση της Μαρίας Παλαιολόγου