Μια διαφωτιστική συζήτηση με τον Καρλ Τσιν, καθηγητή Ιστορίας και απόγονο μέλους των αληθινών Peaky Blinders.
Στις 27 Φεβρουαρίου στο BBC One ο Τόµας Σέλµπι (Κίλιαν Μέρφι) και τα «παιδιά του Μπέρµιγχαµ» επέστρεψαν για να ολοκληρώσουν µια ιστορία που ξεκίνησε λίγο µετά το τέλος του Μεγάλου Πολέµου και φτάνει στον καιρό που το προανάκρουσµα του Β΄ Παγκόσµιου Πολέµου αντηχεί εφιαλτικά στα αυτιά των λαών. Θέλοντας να ανακαλύψουµε για ποιους λόγους η τηλεοπτική σειρά έχει τεράστια απήχηση, όπως και ποια είναι η αλήθεια πίσω από τη µυθοπλασία των «Peaky Blinders», αναζητήσαµε τον Καρλ Τσιν (MBE), καθηγητή Ιστορίας και απόγονο µέλους µιας από τις θρυλικές συµµορίες της πόλης της κεντρικής Αγγλίας στον µεσοπόλεµο, του οποίου το βιβλίο «Peaky Blinders – Η αληθινή ιστορία των διαβόητων συµµοριών του Μπέρµιγχαµ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανός. «Ως ιστορικός, δεν µπορώ να σας πω γιατί η σειρά έχει γίνει τόσο επιτυχηµένη.
Οποιοι κι αν είναι οι λόγοι πάντως, ωφέλησε αρκετά το Μπέρµιγχαµ. Αλλά πρέπει πάντα να έχουµε κατά νου ότι πρόκειται για ιστορία µυθοπλασίας και ότι η πραγµατικότητα ήταν πολύ διαφορετική».
Μυθοπλασία Vs πραγµατικότητα
Τζόγος, εµπορία όπλων, συγκρούσεις µε άλλες συµµορίες, διαπλοκή µε την τοπικής εµβέλειας πολιτική αλλά και πέρασµα στο κεντρικό πολιτικό πεδίο: η δράση των τηλεοπτικών Peaky Blinders συνδυάζει την πραγµατικότητα µε καταστάσεις υπερ-ιστορικές (στον τελευταίο κύκλο ο Τόµας Σέλµπι οργάνωνε τη δολοφονία του φασίστα Οσβαλντ Μόσλι). Με ποιον τρόπο ωστόσο η αστική µνήµη έχει διασώσει στο πέρασµα του χρόνου τη δράση των πραγµατικών Peaky Blinders; «Στη λαογραφία του Μπέρµιγχαµ το όνοµά τους προέκυψε από την ιστορία που ανέφερε ότι είχαν ράψει ξυραφάκια στην κορυφή (peak) των επίπεδων καπέλων τους, ώστε στους καβγάδες που είχαν να κόβουν το µέτωπο του εχθρού. Το αίµα που πληµµύριζε τα µάτια των αντιπάλων τους τους τύφλωνε προσωρινά. Γεννήθηκα το 1956 και αυτή είναι η ιστορία που είχα ακούσει µικρός. Κάποιοι πιο παλαιοί στο Μπέρµιγχαµ µου είπαν ότι όταν ήταν παιδιά οι µητέρες τους για να τους φοβίσουν και να τους κάνουν να συµπεριφέρονται σωστά τους προειδοποιούσαν ότι αν δεν συνετιστούν, “θα έρθουν οι Peaky Βlinders”».
Υπήρχαν λοιπόν Peaky Blinders στο Μπέρµιγχαµ αλλά, όπως υπογραµµίζει ο καθηγητής, δεν ανήκαν µόνο σε µία συµµορία, δεν κινούνταν ή ζούσαν µόνο σε µία περιοχή ούτε έδρασαν τη δεκαετία του 1920. «Ευδοκίµησαν πριν από τον A΄ Παγκόσµιο Πόλεµο και όχι µετά, όταν δεν υπήρχε απλώς µία συµµορία. Επιπλέον, οι Blinders δεν ήταν ούτε λαµπεροί ούτε ισχυροί γκάνγκστερ, αλλά τραµπούκοι του υποκόσµου. Αν και αρκετοί από αυτούς ήταν µικροεγκληµατίες, οι περισσότεροι είχαν δουλειά και κανείς δεν ανήκε σε συµµορία µε σκοπό να βιοποριστεί από µεγάλης κλίµακας εγκληµατικές δραστηριότητες. Σύµφωνα µε µια επαινετική αναφορά του Αµερικανού δηµοσιογράφου Τζούλιαν Ραλφ το 1890, το Μπέρµιγχαµ ήταν η “η πιο ευνοµούµενη πόλη στον κόσµο”».
Βέβαια, η πραγµατικότητα ήταν διαφορετική: η φήµη του Μπέρµιγχαµ ήταν πολύ άσχηµη και όλοι γνώριζαν για τις συµµορίες του δρόµου που δρούσαν σε ένα από τα πιο βίαια µέρη στο Ηνωµένο Βασίλειο. «Στη σειρά φαίνεται ότι ο Τόµας Σέλµπι έλκεται από τις σοσιαλιστικές ιδέες και τον κοινωνικό ακτιβισµό, όµως πίσω από αυτήν τη βιτρίνα κρύβεται η καταστροφή χιλιάδων ζωών στις εργατικές και τις φτωχότερες γειτονιές που έγιναν θυσία στον βωµό της βίας των συµµοριών. Οι αληθινοί Peaky Blinders του ύστερου βικτοριανού και εδουαρδιανού Μπέρµιγχαµ δεν ήταν ούτε χαρισµατικοί αντιήρωες ούτε περιβεβληµένοι µε “γκανγκστερική αίγλη” ούτε φυσικά καλοντυµένοι. Ηταν µεγαλόσωµοι εγκληµατίες, µοχθηροί και άθλιοι τραµπούκοι που πολεµούσαν ο ένας τον άλλο και εκφόβιζαν την αξιοπρεπή πλειονότητα των εργατών ανάµεσα στους οποίους ζούσαν. Ηταν άντρες σαν τον προπάππου µου Εντουαρντ Ντέρικ».
Εντουαρντ Ντέρικ, ένα κάθαρµα ολκής
Ο προπάππους του Καρλ Τσιν, Εντουαρντ Ντέρικ, ήταν ένας µικροκλέφτης που επιτέθηκε σε έναν αστυνοµικό και χτύπησε µε µπαλτά ένα άλλο θύµα στο κεφάλι. «Το 1893 καταδικάστηκε για αλητεία και τον επόµενο χρόνο εξέτισε φυλάκιση επτά ηµερών για κλοπή πέντε ψωµιών. Μόλις λίγες εβδοµάδες αργότερα συνελήφθη για διάρρηξη και καταδικάστηκε σε τέσσερις µήνες καταναγκαστική εργασία. Ακολούθησαν περαιτέρω καταδίκες για κλοπή και χρήση άσεµνης γλώσσας και τον Οκτώβριο του 1898 φυλακίστηκε για δώδεκα µήνες επειδή προσπάθησε να κλέψει ένα λογιστήριο. Μόλις 1,61 µέτρο ψηλός, µε φακίδες, ένα µπλε σηµάδι στον ένα καρπό και ένα τατουάζ γοργόνας στο άλλο, το 1899 ο Ντέρικ ήταν ένας σεσηµασµένος κακοποιός που επιτέθηκε σε έναν αστυνοµικό µε τις γνωστές αιχµηρές λεπίδες. Ακολούθησε µια πιο άγρια επίθεση τον Οκτώβριο του 1901 µε θύµα έναν µικροπωλητή που έκανε και τατουάζ, εναντίον του οποίου ο Ντέρικ πρώτα επιτέθηκε µε φτυάρι και µετά του άνοιξε το κεφάλι µε µπαλτά. Χαρακτηριζόµενος επικίνδυνος, στο δικαστήριο που ακολούθησε κρίθηκε ένοχος για πρόκληση σοβαρής σωµατικής βλάβης και φυλακίστηκε για τρία χρόνια».
Αυτή ήταν η ιστορία του Peaky Ντέρικ, ο οποίος παντρεύτηκε την προγιαγιά του Καρλ Τσιν, Αντα Ουέλντον, το 1907 στην Christ Church στο Σπάρκµπρουκ. Ο γάµος βέβαια δεν τον άλλαξε προς το καλύτερο. «Οταν έκανα τη διδακτορική µου διατριβή στις αρχές της δεκαετίας του 1980 µίλησα µε τον Λιλ Νιντ, απόγονο της οικογένειας των Πρέστον που είχε ζήσει στην οδό Στάντλι, στην ίδια αυλή µε τους Ντέρικ, και ήταν φίλος µε τη γιαγιά µου Μέιζι. Ο Λιλ θυµόταν ότι ο Ντέρικ ήταν ένας κακοποιητικός νταής που συχνά έσπαγε πράγµατα στο σπίτι όταν ήταν µεθυσµένος και πως η Αντα και η Μέιζι έπρεπε να κρύβονται στο κοινόχρηστο πλυσταριό ή το σπίτι της γιαγιάς τού Λιλ για να γλιτώσουν από τη µανία του. Γνωστή ως Old Mother Carey, η Λιλ ήταν αγαπητή σε όλους τους ανθρώπους της Στάντλι και είχε αρκετούς δυνατούς γιους. Ε λοιπόν, ο Ντέρικ δεν θα κυνηγούσε εκεί την κακοµεταχειρισµένη σύζυγό του. Υπήρχε επίσης µια ιστορία στην οικογένεια που ανέφερε ότι η προγιαγιά µου προσπάθησε να πάρει διαζύγιο αφού την εγκατέλειψε. Πάντα αµφέβαλλα γι’ αυτό, θεωρώντας ότι ήταν πολύ ακριβό για µια γυναίκα της εργατικής τάξης να µπορεί να αντέξει οικονοµικά το υψηλό κόστος ενός διαζυγίου. Εκανα λάθος» αναγνωρίζει ο Καρλ Τσιν.
Και αυτό γιατί αργότερα ανακάλυψε πως ύστερα από χρόνια απίστευτης σκληρότητας εκ µέρους του άντρα της, η προγιαγιά του χώρισε τον Ντέρικ το 1922 – ως «φτωχή» σύµφωνα µε αποφάσεις του Ανωτάτου ∆ικαστηρίου. «Τα έγγραφα διαζυγίου επιβεβαιώνουν ότι από το καλοκαίρι του 1913 ο Ντέρικ δεν είχε παράσχει τρόφιµα ή ρούχα στη γυναίκα και στο παιδί του· τα έφερναν βόλτα µε τον µισθό της ως εργάτριας στο εµπόριο ορείχαλκου. Ο Ντέρικ τον Απρίλιο του 1915 επιτέθηκε βίαια στην Αντα και απείλησε να τη σκοτώσει στο σπίτι της. Εξι µήνες αργότερα τη γρονθοκόπησε, προκαλώντας της σωµατικές βλάβες. Τα δικαστικά έγγραφα αναφέρουν ότι “έπινε συχνά και είχε χρησιµοποιήσει άσεµνη και υβριστική γλώσσα” στη σύζυγό του, ενώ “έσπαγε διάφορα είδη επίπλων και διέλυσε δυο σπίτια”. Ευτυχώς, από τον Ιανουάριο του 1916 εγκατέλειψε την Αντα και τη Μέιζι και µετακόµισε στο Κόβεντρι. Ο Ντέρικ έζησε µέχρι τα 85 του – πέθανε το 1964 στο Νούνιτον. Οσο για τη σύζυγό του Αντα, ύστερα από µια ζωή φτώχειας και κακουχιών πέθανε από καρκίνο του στοµάχου το 1925, σε ηλικία µόλις 39 χρόνων» ολοκληρώνει την προσωπική του ιστορία ο καθηγητής.
Εξέγερση; Last years
Υπήρξε κοινωνική έκρηξη στο Μπέρμιγχαμ στα 1920s;
«Δεν υπήρχε πιθανότητα κοινωνικής εξέγερσης στο Μπέρμιγχαμ τη δεκαετία του 1920. Εχω ένα απόσπασμα στο βιβλίο μου σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο απεικονίστηκε η πόλη το 1919, στον πρώτο κύκλο της τηλεοπτικής σειράς. Τότε το Μπέρμιγχαμ δεν ήταν παραδομένο σε πόλεμο συμμοριών· οι δολοφονίες στον δρόμο δεν ήταν διαδεδομένες· δεν υπήρχαν ταραχές ούτε υπήρχε η συμμορία Peaky Blinders. Για τους γνώστες η μεγαλύτερη ένδειξη της ακμής της εγκληματικότητας στο Μπέμιγχαμ εκείνη την εποχή ήταν η αύξηση επιθέσεων κατά των αστυνομικών σε μια πόλη με πληθυσμό περίπου 900.000· οι αστυνομικές δυνάμεις μετρούσαν 1.341 άντρες.Φυσικά υπήρξαν καταδίκες για βίαιες επιθέσεις: εκείνη τη χρονιά καταδικάστηκαν 134 άνθρωποι, μικρότερο νούμερο φυσικά από τις 557 καταδίκες το 1899 σε λιγότερο πληθυσμό (λίγο πάνω από 500.000). Η πτώση ήταν αξιοσημείωτη. Στην πραγματικότητα το βίαιο έγκλημα είχε μειωθεί τόσο πολύ ώστε δεν δικαιολογούσε καν αναφορά στην ετήσια έκθεση του αρχιφύλακα του Μπέρμιγχαμ. Το έκανε ως υπογράμμιση της αύξησης των στοιχηματζήδων στον δρόμο, των αυτοκτονιών και των τροχαίων ατυχημάτων, ενώ τα εγκλήματα ανηλίκων είχαν μειωθεί. Αν και δεν σημειώνεται στην έκθεση, διαπράχθηκαν 18 αδικήματα ανθρωποκτονίας μεταξύ του 1918 και του 1920. Παρότι ο νόμος Riot Act (σ.σ.: εξουσιοδοτούσε τις τοπικές αρχές να κρίνουν παράνομες συγκεντρώσεις ομάδων δώδεκα ή περισσότερων ατόμων) μπήκε σε ισχύ στη Γλασκώβη και στο Μπέρκενχεντ το 1919 προκαλώντας ταραχές σε Κόβεντρι, Μπίλστον και Γουλβερχάμπτον, στο Μπέρμιγχαμ δεν συνέβη το παραμικρό. Οι αναταραχές στη μεταπολεμική Βρετανία βέβαια ενισχύθηκαν από τους θυμωμένους στρατιώτες που επέστρεψαν από το μέτωπο, τις εκτεταμένες απεργίες, τον σεχταρισμό στη Βόρεια Ιρλανδία αλλά και τις ρατσιστικές επιθέσεις στο Κάρντιφ, το Χαλ και άλλα λιμάνια. Το Μπέρμιγχαμ είδε μάχες που σχετίζονταν με συμμορίες, κοινωνικές ταραχές και δολοφονίες κυρίως πριν από τον Μεγάλο Πόλεμο».
INF0
Το βιβλίο «Peaky Blinders – Η αληθινή ιστορία των διαβόητων συμμοριών του Μπέρμιγχαμ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανός