Η χορογράφος της ομάδας χορού Αερίτες μιλά για την επικείμενη παράστασή τους στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών
Λίγο προτού αναχωρήσουν άλλη μια φορά για τη Γαλλία, η Πατρίσια Απέργη και η ομάδα χορού Αερίτες επιστρέφουν στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση (1-3 Μαρτίου) για να μας παρουσιάσουν τη νέα τους παραγωγή με τίτλο «Cementary». Πρόκειται για τον ευφάνταστο συνδυασμό των αγγλικών λέξεων τσιμέντο και νεκροταφείο. Για άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται το σταθερό ενδιαφέρον της χορογράφου για την πόλη, τους κατοίκους της, τις εναλλακτικές αστικές διαδρομές, ο διαρκής της διάλογος με τα μεγάλα θέματα της εποχής μας.
Εξι εξαιρετικοί συντελεστές καταλαμβάνουν τη σκηνή για να μιλήσουν για την ομορφιά σήμερα, για την προσαρμοστικότητα του σώματος στις αντιξοότητες του περιβάλλοντος που βρίσκεται, είτε είναι ένας άστεγος που ψάχνει να κοιμηθεί στη γωνιά του δρόμου είτε ένας χορευτής που υφίσταται τα πάνδεινα για να ξεχωρίσει στον κόσμο του μπαλέτου. Συναντήσαμε τη χορογράφο λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα.
Τι είναι το «Cementary»;
Πρόκειται για έναν συνδυασμό των λέξεων τσιμέντο και νεκροταφείο. Αυτό που μας ενδιαφέρει ως ομάδα είναι να παίρνουμε τα παραδείγματα του σήμερα, να σχολιάζουμε αυτό που βιώνουμε στις μέρες μας. Τον τελευταίο καιρό όμως, αισθάνομαι όχι μόνο για μένα αλλά και για τη γενιά μου, και τις επόμενες γενιές ότι μας έχουν αρπάξει το μέλλον. Οτι είμαστε η no future era. Με αυτήν τη σκέψη, που είναι αρκετά μονόδρομος και μπορεί να σε οδηγήσει σε πολύ σκοτεινά μονοπάτια, θεώρησα ότι μια από τις πράξεις αντίστασης είναι να μην επιτρέψει σε κάποιον, να μην μπορεί να κάνει προβολή για το μέλλον του. Για πρώτη φορά λοιπόν, η βασική μου ανάγκη ήταν να μιλήσω για κάτι, προκαλώντας τον εαυτό μου να κάνω κάποιες προβολές για το μέλλον, οι οποίες να έχουν μια ελπίδα, μια προοπτική, για να μην κόψουμε ομαδικά φλέβες.
Η σημερινή Αθήνα είναι ένα νεκροταφείο;
Θα έλεγα, μια νεκρή πόλη. Και όταν λέω νεκρή πόλη, εννοώ ότι έχει ζωντανούς ανθρώπους «νεκρούς». Ανθρώπους που καταπιέζονται πολύ, που δυσκολεύονται πολύ να ζήσουν, να τα βγάλουν πέρα. Το «Cementary» είναι για μένα μια πόλη που ανήκει στο μέλλον. Στο μέλλον όχι όμως της επιστημονικής φαντασίας, αλλά στο εγγύς μέλλον που θα ζήσουμε. Η βασική μου ιδέα σε σχέση με αυτό ήταν να επισκεφτώ ξανά το αστικό περιβάλλον, αυτήν τη φορά μέσα από το πρίσμα των αστέγων. Είναι ένα φαινόμενο που στην Αθήνα έχει γιγαντωθεί τα τελευταία χρόνια. Το «ενδιαφέρον» για μένα είναι πώς αυτοί οι άνθρωποι επαναχρησιμοποιούν σημεία της πόλης, που εμείς θεωρούμε περιττά, θα τα ονομάσω νεκρά. Είναι σημεία που δεν προορίζονται για το ανθρώπινο σώμα, γιατί είναι στενά, άβολα, δεν αναλογούν στα τετραγωνικά που χρειάζεται ένα ανθρώπινο σώμα.
«Το μεγάλο μας όπλο είναι η φαντασία, επειδή αυτή μας επιτρέπει να δούμε το αύριο, το μέλλον και να το αλλάξουμε»
Εκτός από τους αστέγους, ποια άλλη θεματική αποτέλεσε πηγή έμπνευσης γι’ αυτή την παράσταση;
Μπορεί να μην το πιστέψεις, αλλά βρήκα μια παράδοξη συνέχεια και συσχετισμό με το μπαλέτο. Αυτό το κομμάτι ξεκινά από έναν πολύ προσωπικό συνειρμό, που έχει να κάνει με το πώς έχω βιώσει το μπαλέτο σε νεαρή ηλικία. Το μπαλέτο είναι κάτι που a priori πάει κόντρα στην ανθρώπινη φύση και το ανθρώπινο σώμα. Είναι ένα είδος χορού, μια πρακτική που δημιουργεί καταπίεση, που προκαλεί πόνο. Για να χορέψεις μπαλέτο, πρέπει να πονέσεις. Ο συνειρμός μου έχει να κάνει λοιπόν συνολικά με το πώς νιώθουν τα σημερινά σώματα της κοινωνίας μας. Το μπαλέτο όμως έχει το εξής οξύμωρο σε σχέση με την κινητική έρευνα που έκανα: ενώ δημιουργεί τόσο σωματικό πόνο, χρησιμοποιώντας έναν παραλογισμό για το πώς πρέπει να είναι το ανθρώπινο σώμα, καταφέρνει να δημιουργήσει κάτι πολύ όμορφο. Κάτι όμορφο όχι μόνο γι’ αυτόν που το βλέπει, αλλά και γι’ αυτόν που το χορεύει. Το σχήμα που με ενδιέφερε να δημιουργήσω δεν έχει να κάνει με το ας πονάμε για να γίνουν τα πράγματα καλύτερα. Αυτό που μου κέντρισε την προσοχή είναι η δυνατότητα προσαρμογής που έχει το ανθρώπινο σώμα, ακόμη κι αν αυτό φαίνεται παράξενο και παράδοξο. Μπορεί αυτό στο μέλλον να είναι η δική μας ομορφιά.
Υπάρχει μια αισιοδοξία που βγαίνει από αυτήν τη δυστοπία;
Ναι. Αυτός είναι ο στόχος μου. Μια αισιοδοξία όμως που δεν έχει να κάνει με το ότι όλα θα είναι τέλεια, ούτε ότι με ένα κομμάτι ψωμί και λίγες ελιές μπορούμε να ζήσουμε. Δεν με αφορά καθόλου αυτή η προσέγγιση. Το θεωρώ αδιανόητο όταν αναφερόμαστε σε ανθρώπους που προσπαθούν να επιβιώσουν, που αγωνίζονται κάθε μέρα για τα προς το ζην, που δουλεύουν, που δεν εγκαταλείπουν. Αυτή είναι η πλειονότητα του πληθυσμού. Τα πράγματα γι’ αυτούς δεν πιστεύω ότι θα είναι καλύτερα στο μέλλον. Απλά ίσως υπάρξει μια αλλαγή, μια αντίδραση στις συνθήκες, που θα προέλθει από μέσα, από το ίδιο το σώμα που αγωνίζεται να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.
Ποιο είναι το δικό σου μότο σε σχέση με την παράσταση, αλλά και σε σχέση με αυτό που ζούμε σήμερα;
Το μέλλον είναι πόλεμος. Το μέλλον είναι ταραχή. Ο,τι απομείνει από όλα αυτά θα είναι το μέλλον. Καταλαβαίνω ότι μπορεί να ακούγεται μαύρο και δύσκολο, αλλά οι μέρες που έρχονται δεν θα είναι καθόλου εύκολες για κανέναν, ούτε για τους βολεμένους, ούτε και για αυτούς που έχουν χάσει τα πάντα. Το μεγάλο μας όπλο είναι η φαντασία, γιατί αυτή μας επιτρέπει να δούμε το αύριο, το μέλλον και να το αλλάξουμε. Αν οι προβολές μας δεν είναι μόνο αρνητικές, τότε η φαντασία αυτή είναι μια μορφή αντίστασης. Απλώς δεν πρέπει να εθελοτυφλούμε.