Ο Ανεστόπουλος, ο τραγουδιστής των Διάφανων Κρίνων που έφυγε από κοντά μας αγκαλιά με τα τραγούδια και τα στιχάκια του, έγραφε ότι «δεν θα υπάρξει ποτέ θρησκεία ανώτερη απ’ την αλήθεια».
Μεγάλη κουβέντα… Συνεπώς, πέραν πάσης αμφιβολίας ως χώρα είμαστε ακραία άθεοι, αφού έχουμε πάρει διαζύγιο με την αλήθεια ή, αν θέλετε, θεσμοποιήσαμε την πλάνη, είτε επειδή μας γεμίζει την τσέπη είτε επειδή δεν βλέπουμε πέρα από τη μύτη μας.
Σκεφτείτε μόνο πόσα παιδιά βιώνουν τον γολγοθά των Πετραλώνων και του Κολωνού χρόνια τώρα κάτω από τη ραφιναρισμένη μύτη του κράτους που έπαψε από δεκαετίες να είναι κράτος, να είναι δηλαδή το κοινό μας σπίτι.
Πόσα νέα παιδιά θάβουν τα όνειρά τους κάτω από εκατοντάδες
πρεσαρισμένα «πρέπει» που διακινούνται ως θέσφατα από ομιλούσες κεφαλές.
Πόσοι Πάτσηδες, Χειμάρες, Μαραβέγιες τιτλοποιούν τις ζωές μας για να τις πουλήσουν στο 5% της προστιθέμενης αξίας ενός ξενυχτάδικου στην παραλιακή;
Πώς μας έπεισαν ότι το ελάχιστο που μας αφήνουν να ζήσουμε λέγεται ζωή;
Οτι το μητσοτακικό ρεσάλτο στο δημόσιο και οι τηλεοπτικές τσιρίδες του Αδωνη συνιστούν αξιόπιστη πολιτική πρόταση εξόδου από τον ζόφο στον οποίο μας έριξαν οι ίδιοι άνθρωποι που τώρα μας πουλούν σωτηρία με διάφορα pass;
Θα κλειστώ στο σπίτι και θα γράφω υστερικά, μανιακά, εκμαυλιστικά, αλλά θα γράφω. Δεν θα τρώω, δεν θα μιλάω σε κανέναν, δεν θα κοιτάω κανέναν, θα κλείσω τηλεοράσεις και κινητά και θα γράφω. Θα κάνω τα ρήματα επίθετα και τα επίθετα ουσιαστικά. Θα επανεφεύρω την περισπωμένη σε περίπτωση που βρέχει και την οξεία αν θέλω να σου δείξω κάτι που δεν βλέπεις.
Πώς μας έπεισαν ότι το ελάχιστο που μας αφήνουν να ζήσουμε λέγεται ζωή;
Θα γράφω σαν μπουζουξής σε υπόγα στην Ανω Πόλη παίζοντας το εναρκτήριο ταξίμι στο «Είναι αργά πολύ αργά» του Χιώτη!
Μακριά από «θέλω» και βιοπορισμούς, θα ταυτιστώ με τον εσωτερικό μου ρυθμό, θα βαράω και θα χορεύω με τα νταούλια μέσα μου σε ρυθμούς αλλότριους, εξωτικούς και ταξιδιάρικους, μπας και ξαναβρεί η δημοσιογραφία τον εσωτερικό της χαβά.
Αν για κάτι θα πρέπει να απολογηθώ, θα είναι μόνο η κλίση στα εντός μου μινοράκια. Και μόνο για το γεγονός ότι η μελαγχολία δεν πουλάει. Αλλά πάλι συντροφιά με όσα δεν πουλάνε μπορεί να συναντηθώ με τον εσωτερικό μου ρυθμό, την αλήθεια του Ανεστόπουλου, κι αν βρεθούμε πολλοί «Πατησιών και Παραμυθιού γωνία», μπορεί και να μας ακούσουν μέχρι το Σύνταγμα, ποτέ δεν ξέρεις…