Η ΝΔ φοράει την προβιά του αντιφασισμού μόνο όταν χάνει ψήφους προς τους νεοναζί
Με γνώμονα το κομματικό συμφέρον και δη τη μη διαρροή των ακροδεξιών ψήφων από τη «γαλάζια» παράταξη, η κυβέρνηση της ΝΔ, φορώντας τον μανδύα ενός υποτιθέμενου αντιφασισμού, νομοθετεί με τρόπο που περισσότερο αβαντάρει και ηρωοποιεί παρά απομονώνει και αποδυναμώνει τον Ηλία Κασιδιάρη και το κόμμα του, που δεν κινήθηκε στην πεπατημένη τού άλλοτε πολιτικού του μέντορα και αρχηγού της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης.
Ετσι, την ώρα που η κυβέρνηση υποκριτικά προσπαθεί να πείσει ανεπιτυχώς τους μελλοντικούς ψηφοφόρους της ότι θέλει να αποκλείσει από την εκλογική μάχη το μόρφωμα Κασιδιάρη δήθεν για λόγους δημοκρατίας, η «μαμά» Χρυσή Αυγή, που δεν «απειλεί» εκλογικά, παραμένει νόμιμο πολιτικό κόμμα και ο φιρερίσκος Νίκος Μιχαλολιάκος πολιτικός ενάγων ως γραμματέας του στην υπόθεση των δύο διωκόμενων για επιθέσεις στα γραφεία της εγκληματικής οργάνωσης.
Την περασμένη Τετάρτη κοινοποιήθηκαν στους δύο κατηγορούμενους η πρόταση της εισαγγελέα Μαρίας Καταπίδη για παραπομπή τους σε δίκη για τα αδικήματα που τους αποδίδονται –αν και δεν υπάρχουν σε βάρος τους σοβαρές ενδείξεις ενοχής– και η απάντησή της στις αντιρρήσεις κατά της δήλωσης παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας του Μιχαλολιάκου που υπέβαλε ο πρώτος κατηγορούμενος, προτείνοντας να απορριφθούν.
Ο κατηγορούμενος ζητάει να κριθεί ως μη νόμιμη η παράσταση και να αποβληθεί από την ποινική διαδικασία επικαλούμενος την καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης και το γεγονός ότι τα πολιτικά κόμματα στερούνται νομικής προσωπικότητας και δεν έχουν δικαίωμα παράστασης στην ποινική διαδικασία.
Η εισαγγελική λειτουργός επισήμανε ορθά μεν ότι δεν υπάρχει τελεσίδικη απόφαση για τους καταδικασμένους χρυσαυγίτες, προβληματικά δε ότι τα πολιτικά κόμματα μπορεί να είναι «ενώσεις προσώπων προς επίδειξη σκοπού» που εκπροσωπούνται από τον γενικό γραμματέα «τόσο στις σχέσεις τους με τους τρίτους όσο και ενώπιον δικαστηρίου».
Η εισαγγελική οπτική
Η εισαγγελέας, εξηγώντας την ένωση προσώπων, αναφέρει: «Αναγνωρίζεται δικαίωμα οργανώσεως και δράσεως αυτών εντός των πλαισίων του δημοκρατικού πολιτεύματος. […] διάδικοι μπορούν να είναι και ενώσεις προσώπων που επιδιώκουν κάποιο σκοπό χωρίς να είναι σωματεία καθώς και εταιρείες που δεν έχουν νομική προσωπικότητα, παρίστανται δε στο δικαστήριο με τα πρόσωπα στα οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση των υποθέσεών τους ή αντιπροσωπεύουν αυτά στις συναλλακτικές τους σχέσεις» αναφέρει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «Εξάλλου τα πολιτικά κόμματα μη υφιστάμενης ρητής διατάξεως και μη τηρουμένων για αυτά των διατάξεων περί σωματείων δεν αποκτούν νομική προσωπικότητα, όπως όμως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 29, 37, 72, 76 του Συντάγματος αυτά αποτελούν ενώσεις προσώπων προς επιδίωξη σκοπού και προς επιδίωξη αυτού αναγνωρίζεται δικαίωμα οργανώσεως και δράσεως αυτών εντός των πλαισίων του δημοκρατικού πολιτεύματος και δη προς εξυπηρέτηση αυτού. Κατά την ανάπτυξη δε αυτής της δραστηριότητάς τους και των –συνεπεία αυτής– δημιουργούμενων σχέσεων (όπως μίσθωση γραφείων, αιθουσών ομιλιών, αγορά επίπλων κ.λπ.) στην ενάσκηση των οικείων δικαιωμάτων και εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους τα πολιτικά κόμματα (ως ενώσεις προσώπων προς επίδειξη σκοπού) εκπροσωπούνται από τον προς τούτο οριζόμενο ως διαχειριστή των υποθέσεών τους, πρόεδρο ή Γενικό Γραμματέα αυτών, τόσο στις σχέσεις τους με τους τρίτους όσο και ενώπιον δικαστηρίου».
Η υπόθεση
Την υπόθεση είχε αναδείξει το Documento όταν περαιώθηκε η ανάκριση που έχει κρατήσει σε ομηρία τους κατηγορούμενους πάνω από τρία χρόνια. Οι δύο άντρες κατηγορούνται ότι εμπλέκονται σε δύο εμπρηστικές επιθέσεις σε γραφεία της ΧΑ στην Αθήνα τον Μάιο και τον Νοέμβριο του 2019 και για την επίθεση στα γραφεία της εγκληματικής οργάνωσης στον Ασπρόπυργο τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους.
Κατηγορούνται για συγκρότηση και ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση, στην οποία αποδίδουν ενέργειες με τη συμμετοχή ακόμη «εννέα άγνωστων στην ανάκριση προσώπων», με χρόνο δράσης από τον Μάρτιο του 2017 έως τον Νοέμβριο του 2019 και στόχο χώρους και μέλη της ΧΑ.
Σύμφωνα με τις δικαστικές αρχές, η οργάνωση αυτή ονομάζεται «Ταξιαρχία» και, όπως έχουν αποφανθεί, είχε πανομοιότυπο τρόπο δράσης, αλλά στην ανάληψη ευθυνών αλλάζει την υπογραφή της κατά το δεύτερο συνθετικό. Υπήρξαν δηλαδή επιθέσεις όπου στις αναλήψεις ευθύνης υπάρχουν διάφορες υπογραφές, όπως για παράδειγμα «Ταξιαρχία Παύλος Φύσσας», «Ταξιαρχία Σαχζάτ Λουκμάν», τις οποίες οι αρχές βάζουν αυθαίρετα κάτω από την ομπρέλα μιας γενικής ονομασίας.
Άννυ Παπαρρούσου: «Σημείο σύγκλισης του δικαστικού σώματος τα ακροδεξιά πολιτικά μορφώματα και πρόταγμα η υπεράσπισή τους»
Σε εισαγγελική πρόταση προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών τέθηκε το ζήτημα της δυνατότητας παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας εκ μέρους της ΧΑ σε ποινική δίκη κατά πολιτών που στοχοποιήθηκαν και κατηγορήθηκαν χωρίς στοιχεία για επιθέσεις κατά γραφείων του μορφώματος. Η αντεισαγγελέας πλημμελειοδικών που υπέβαλε την πρόταση υποστήριξε τα ακόλουθα:
* Ο Μιχαλολιάκος έχει δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας γιατί δεν έχει κριθεί σε δεύτερο βαθμό το ζήτημα της εγκληματικής οργάνωσης. * Ενα πολιτικό κόμμα έχει δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας (νομικά απαράδεκτο, διότι το πολιτικό κόμμα δεν είναι νομικό πρόσωπο ώστε να μπορεί να δηλώσει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας).
Είναι σαφής η βούληση κάποιων δικαστικών λειτουργών να θέσουν και πάλι διά της πλαγίας και εκ του πονηρού τη νομιμοποίηση του κόμματος της Χρυσής Αυγής στην πολιτική και νομική διαδικασία.
Οι υπερβάσεις αυτές και η προνομιακή μεταχείριση των ακροδεξιών – φασιστικών μορφωμάτων πιθανότατα εντάσσονται στην ιδιαίτερη ασυλία και ευμένεια της οποίας έχαιραν και χαίρουν από την τρέχουσα πολιτική διαχείριση αλλά και τους νομιμοφανείς μηχανισμούς που εκτρέφονται εντός της.