Παρακολουθήσαμε πρόβα από την «Ταράτσα» και μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη Τάσο Πυργιέρη

Παρακολουθήσαμε πρόβα από την «Ταράτσα» και μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη Τάσο Πυργιέρη
Φωτογραφίες: Κώστας Τζούμας/Eurokinissi

Η «Ταράτσα» είναι μια κωμωδία καταστάσεων με στόχο τα ήθη της καθεστηκυίας τάξης.

Οι περισσότεροι γνωρίζουν τον Ζαν-Κλοντ Καριέρ από τη συνεργασία του με τον Ισπανό σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ. Ο σεναριογράφος του «Σκοτεινού αντικειμένου του πόθου» και της «Κρυφής γοητείας της μπουρζουαζίας» ήταν μαέστρος στις κωμωδίες καταστάσεων που σκοπό έχουν τον εμπαιγμό της καθεστηκυίας τάξης. Στα ελάχιστα θεατρικά έργα που έχει γράψει, μεταξύ αυτών και η «Ταράτσα», με εκλεπτυσμένη αυθάδεια ο Καριέρ βάζει στο μικροσκόπιο τις ανθρώπινες σχέσεις τοποθετώντας τες πέρα από τις κοινωνικές νόρμες.

Στην «Ταράτσα» μια νεαρή γυναίκα ανακοινώνει στον έκπληκτο σύζυγό της ότι σκοπεύει να τον εγκαταλείψει και να φύγει με έναν άλλον άνδρα στην Ιταλία. Εκείνος, παρά την αγάπη του, αντιδρά τόσο όσο του επιτρέπουν οι κανόνες του σαβουάρ βιβρ. Στην προσπάθειά τους να νοικιάσουν το σπίτι τους έρχονται αντιμέτωποι με παράλογες καταστάσεις. Επτά Παριζιάνοι, οι Θάνος Μπίρκος, Ιάσων Παπαματθαίου, Αγγελική Καρυστινού, Μαριλένα Μόσχου, Βασίλης Αθανασόπουλος, Χριστίνα Ροκαδάκη και Ντίνος Γκελαμέρης, μπλέκουν σε ένα γαϊτανάκι παρεξηγήσεων και κωμικοτραγικών καταστάσεων. Η ταράτσα του σπιτιού αποτελεί τον μόνο τόπο διαφυγής.

Η κωμωδία είναι αδικημένη

Στο Σύγχρονο Θέατρο το σκηνικό της Ελίνας Δράκου μόλις έχει τοποθετηθεί. Υπερμεγέθη επιδαπέδια τελάρα με ζωγραφισμένα παράθυρα που κοιτούν στον δρόμο. Δύο είσοδοι – έξοδοι, μια τραπεζαρία και ένα μικρό σαλονάκι μετατρέπουν τη σκηνή σε ένα μικρό διαμέρισμα. Τα παστέλ χρώματα, το κρασί και η φωνή της Μπαρμπαρά Πραβί να ερμηνεύει το «Voilà» σε μεταφέρουν στις όχθες του Σηκουάνα. Αυτός ήταν και ο σκοπός του Τάσου Πυργιέρη, που τα τελευταία χρόνια μέσα από τις παραστάσεις που σκηνοθετεί εστιάζει σε ένα παρεξηγημένο είδος θεάτρου, το βοντβίλ ή αλλιώς φαρσοκωμωδία.

«Στην Ελλάδα υπάρχει η εσφαλμένη πεποίθηση ότι η κωμωδία είναι υποδεέστερη του δράματος. Πολλοί συνάδελφοί μου πιστεύουν πως, αν θέλεις να λέγεσαι σοβαρός σκηνοθέτης και –ακόμη περισσότερο– αν θέλεις να περνιέσαι για διανοούμενος, πρέπει να ανεβάζεις μόνο Ιψεν και Τσέχωφ. Το θέατρο είναι ένα και σημασία έχει να μιλάει στις καρδιές των ανθρώπων. Δεν είναι η τέχνη αποκούμπι για τη μεγαλομανία μας, αλλά ένας άλλος τρόπος επικοινωνίας» λέει.

Και συνεχίζει εξηγώντας γιατί προτιμά να ανεβάζει κωμωδίες: «Με ενδιαφέρει η ευφροσύνη. Θέλω να κάνω τους ανθρώπους να γελάνε. Ξέρω ότι δεν είναι καμιά σπουδαία φιλοσοφία αυτό που λέω, αλλά έχω γνωρίσει τη λύπη και γι’ αυτό πιστεύω στο δώρο της κωμωδίας. Γελάω όταν ακούω για τα βαθύτερα νοήματα που προσπαθεί να περάσει ένας σκηνοθέτης. Ποιοι είναι όλοι αυτοί που νιώθουν τόσο σπουδαίοι για να δείξουν στους άλλους πώς να ζήσουν; Ας αφήσουμε την τέχνη και τους ανθρώπους στην ησυχία τους».

Ενας παράλογος κόσμος

Υπάρχει κάτι μεταφυσικό στην «Ταράτσα» του Ζαν-Κλοντ Καριέρ. Κάτι εύπλαστο που, αφού συνέλθεις από τα γέλια, στο τέλος σού αφήνει μια επίγευση μελαγχολίας. Ολα τα πρόσωπα του έργου προσπαθούν να αλλάξουν τη ζωή τους. Αλλος θέλει να φύγει, άλλος να μείνει και όλοι έχουν ανάγκη να αγαπηθούν.

Παραπονιούνται για όσα τους συμβαίνουν, όμως επιστρέφουν πάντα στο ίδιο σημείο. Τυχοδιώκτες, υποψήφιοι εραστές, τυφλοί στρατηγοί και επιτήδειες σύζυγοι, όλοι τους προσπαθούν να αποδεσμευτούν από τις συμβάσεις που δεν τους αφήνουν να ζήσουν όπως οι ίδιοι επιθυμούν. Ακόμη και ο θάνατος δεν τους κάνει τη χάρη να ορίσουν τη ζωή τους.

«Γελάω όταν ακούω για τα βαθύτερα νοήματα που προσπαθεί να περάσει ένας σκηνοθέτης. Ποιοι είναι όλοι αυτοί που νιώθουν τόσο σπουδαίοι για να δείξουν στους άλλους πώς να ζήσουν;» , μας λέει ο σκηνοθέτης Τάσος Πυργιέρης

Για τον Τάσο Πυργιέρη η κοινωνία έχει πολλούς τρόπους να σου επιβάλλει τα πρέπει της. Οπως λέει: «Με απασχολεί πολύ το ζήτημα της ελευθερίας. Η επιθυμία συχνά θυσιάζεται στον βωμό του καθωσπρεπισμού. Διαβάζοντας το έργο μού φάνηκε αδιανόητη η εικόνα ότι ένας άνθρωπος πέφτει από μια ταράτσα και αντί να πεθάνει επιστρέφει. Αμέσως σκέφτηκα “μα ούτε να πεθάνουμε δεν έχουμε δικαίωμα αν δεν μας το επιτρέψουν;”. Να θέλεις να φύγεις και να μην μπορείς. Μόνο να γερνάς σου επιτρέπεται και να περιμένεις. Να παρατηρείς τη ζωή σου μέσα από όνειρα που δεν κατάφερες να πραγματοποιήσεις».

Τρικλοποδιά στα αστικά πρότυπα
Το κείμενο του Καριέρ είναι πυκνογραμμένο. Κάθε σκηνή κρύβει ανατροπές που συνδέουν τις πράξεις του έργου. Το γέλιο που προκύπτει από τα παθήματα των ηρώων βγαίνει αβίαστα. Eνα χιούμορ που μετά το τέλος της παράστασης το παίρνεις μαζί σου. Πρόκειται για μια ευφυή κωμωδία που η εντροπική ροή της βάζει τρικλοποδιά στα αστικά πρότυπα.

Αυτό είναι που εμπνέει τον σκηνοθέτη στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει το κείμενο που έχει στα χέρια του. Οπως λέει: «Ο καλύτερος τρόπος να καυτηριάσεις την εποχή σου είναι να χρησιμοποιήσεις τα ίδια της τα όπλα. Ζούμε σε μια παράλογη εποχή, όλες οι βεβαιότητές μας επανεξετάζονται καθημερινά. Οι φίλοι μας στο έργο δεν θέλουν απλώς να αλλάξουν τη ζωή τους. Μαθαίνουν να πέφτουν και να σηκώνονται ξανά. Δεν το κάνουν μέσα από βαρύγδουπες κορόνες και διαγγέλματα, αλλά φανερώνοντας την αστεία και ευτελή πλευρά τους. Γελούν με την αδυναμία τους κι αυτό στα μάτια τα δικά μου τους κάνει δυνατούς».

INFO
Πρεμιέρα στις 2/5. Έως 1/6 στο Σύγχρονο Θέατρο

Documento Newsletter