Η ιστορία, λένε, γράφεται από τους νικητές.
Είναι όμως εκείνη η ιστορία που εξυμνεί νεκρούς και τους ηρωοποιεί ώστε να είναι έτοιμοι προς χρήση. Οι ίδιοι οι «ιστοριογράφοι» πετυχαίνουν ένα αφήγημα περί συνέχειας των ανδραγαθημάτων ενός λαού και φυσικά την άμεση υποσυνείδητη ταύτισή τους με αυτό το «πάνθεον των ηρώων». Πάντα οι ήρωες ήταν «πατριώτες» που… γαριβάλδησαν σε μάχες και έπεσαν για το έθνος και την πατρίδα. Μια ενδελεχής ανάγνωση και ίσως άρνηση αυτής της ιστορίας μάς δείχνουν ότι πολλοί από αυτούς τους ήρωες όχι μόνο δεν άξιζαν τον τίτλο που τους απένειμε ο «ιστοριογράφος», αλλά αντιθέτως υπήρξαν μεγάλοι προδότες και άκρατης δειλίας άνθρωποι. Κανένας τόπος δεν έχει μόνο ήρωες και ποτέ η ιστορία δεν βασίστηκε σε θετικά μόνο γεγονότα.
Το σημερινό ελληνικό κράτος έχει ακριβώς την ίδια ουσία με την εποχή που δημιουργήθηκε. Αν όχι ευθέως ή τυπικά προτεκτοράτο, τότε σίγουρα βρισκόταν υπό τη σφαίρα επιρροής κάποιας μεγάλης δύναμης, η οποία βάσιζε την επιρροή της κυρίως στα ακραία συντηρητικά και ακροδεξιά στοιχεία, τα οποία και τροφοδοτούσε. Οι δεξιές παρατάξεις ήταν μια σύνθεση που ξεκινούσε από τη συντηρητική μετριοπάθεια και έφτανε στα όρια –και κάποιες φορές τα ξεπερνούσε– ολοκληρωτικών και αντιδραστικών τάσεων του δεξιού πολιτικού φάσματος.
Η κρίση χρέους που συντάραξε την ελληνική κοινωνία σε όλα τα επίπεδα επανάφερε στο προσκήνιο τα πιο ακραία στοιχεία που τόσα χρόνια βρίσκονταν σε σχετική αδράνεια. Ανθρωποι που καπηλεύονταν την ιστορία και τους ήρωές της για δεκαετίες βρέθηκαν σε θέσεις ευθύνης, ποτίζοντας την κοινωνία με το δηλητήριο της ακροδεξιάς κανονικότητας. Ατομα που η Ιστορία θα κατατάξει ανάμεσα στις πιο ακραίες και επικίνδυνες φυσιογνωμίες διαχειρίστηκαν και διαχειρίζονται δημόσια και εθνικά ζητήματα με ελαφρότητα και λαϊκίστικη διάθεση. Η στάση της σημερινής ακροδεξιάς κυβέρνησης στο ζήτημα της συμφωνίας των Πρεσπών αποτελεί ένα παράδειγμα το οποίο η πραγματική ιστοριογραφία θα απέδιδε περισσότερο σε τυχοδιώκτες, καιροσκόπους, πατριδοκάπηλους, προδότες και δωσίλογους και λιγότερο σε υποκριτές και πολιτικούς απατεώνες.
Ο ιστορικός χρόνος όμως είναι τόσο πυκνός και η έλλειψη ιστορικής ειλικρίνειας ξεκολλά πολύ γρήγορα την παρακμιακή πατίνα, η οποία τόσα χρόνια κάλυπτε την ανικανότητα της Δεξιάς να χειριστεί εθνικά θέματα και να υπηρετήσει τις κοινωνικές ανάγκες. Η πολιτική εκμετάλλευση μιας μεγάλης καταστροφής και μιας συμφωνίας ταιριάζει απόλυτα σε κυβερνήσεις που οι ενέργειές τους παραβιάζουν την ισχυρή ηθική δέσμευση απέναντι στον λαό και στο κράτος. Μεγαλόστομες εθνικές ρητορικές σκοπό είχαν όχι την ηθική ανύψωση, την τόνωση του φρονήματος και την αισιοδοξία στον πάντα προδομένο λαό, αλλά κυρίως την ανάδυση φασιστικών ενστίκτων.
Παραφράζοντας τον Βασίλη Ραφαηλίδη από το βιβλίο του με τίτλο «Ιστορία (κωμικοτραγική) του νεοελληνικού κράτους 1830-1974», παρατηρούμε ότι στη σύγχρονη ελληνική ιστορία του τόπου δεν ανήκουν ήρωες… ανήκουν τα καθάρματα. Οσο βέβαια δεν αποκαλύπτονται όλα τα ακροδεξιά ίχνη που άφησε ο χρόνος στο πέρασμά του και όσο ο κρυπτοφασισμός και ο λαϊκισμός της Δεξιάς παραμένουν ανίκητοι, δεν θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε και να καταπολεμήσουμε τον ριζοσπαστισμό της νέας Δεξιάς, που σε συνδυασμό με τον νεοφιλελευθερισμό, λεηλατεί κάθε δημιουργική και προοδευτική δύναμη. Οσες απόπειρες εκδημοκρατισμού και εξανθρωπισμού του πολιτικού συστήματος κι αν έγιναν από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα δεν ήταν ικανές να απαλλάξουν την κοινωνία από τα αντικοινωνικά ακροδεξιά στοιχεία, αλλά και να της προσδώσουν διαφορετικό νόημα και όραμα.
Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος που, σύμφωνα πάλι με τον Ραφαηλίδη, η κοινωνία αφέθηκε έρμαιο «της απατεωνιάς των γυπών και των καθαρμάτων», που ανενόχλητα και ανεξέλεγκτα, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση θέτουν σε κίνδυνο την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, αποκρύπτοντας συμφωνίες με δυνάμεις που επιβουλεύονται την εθνική ασφάλεια της Ελλάδας και της Κύπρου.
Ο Ευάγγελος Κωνσταντέλος είναι δρ ακαδημαϊκός – εικαστικός