To 1974 ο γνωστός Χένρι Κίσινγκερ έλεγε: «Ελέγξτε το πετρέλαιο και θα ελέγχετε έθνη. Ελέγξτε το φαγητό και θα ελέγχετε τον κόσμο». Και αυτός ο έλεγχος μέσα από την εμπορευματοποίηση της τροφής και τον καθορισμό των τιμών σε βασικά αγαθά διατροφής έχει κατά καιρούς οδηγήσει ολόκληρους λαούς σε απόγνωση, ακόμη και σε εξεγέρσεις, ιδιαίτερα κατά την περίοδο κρίσεων όπου παρατηρείται άνοδος των τιμών.
Το 1984 στην Τυνησία ξεσπούν γενικευμένες ταραχές εξαιτίας της αύξησης της τιμής του ψωμιού, με πρωταγωνιστές τους άνεργους νέους. Το 1989 στο Καράκας της Βενεζουέλας ο στρατός εισβάλλει στις παραγκουπόλεις, που είχαν εξεγερθεί λόγω της αύξησης της τιμής του ψωμιού κατά 200%, και δολοφονεί 1.000 ανθρώπους. Το 1990 στο Περού ο κόσμος εξεγείρεται ύστερα από αύξηση της τιμής του ψωμιού δώδεκα φορές μέσα σε μια νύχτα κάτω από τις επιταγές του ΔΝΤ και καταστέλλεται άγρια από τον στρατό. Κι αυτά είναι μόνο ορισμένα επιλεκτικά παραδείγματα.
Παράλληλα, στις 26 Μαρτίου, όταν εξαπλωνόταν η πανδημία, το Επισιτιστικό Σώμα των Ηνωμένων Εθνών προειδοποιούσε τα κράτη-παραγωγούς να μην επιμείνουν στην εφαρμογή μέτρων προστατευτισμού (όπως δασμοί και απαγορεύσεις εξαγωγών) γιατί αυτό ενδεχομένως να δημιουργούσε πρόβλημα επισιτισμού, τουλάχιστον σε κάποιες χώρες-εισαγωγείς. Το Καζακστάν, για παράδειγμα, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, απαγόρευσε τις εξαγωγές σιτάλευρου ενώ επέβαλε και περιορισμούς για το φαγόπυρο και τα λαχανικά, συμπεριλαμβανομένων των κρεμμυδιών, των καρότων και των πατατών. Το Βιετνάμ, ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας ρυζιού στον κόσμο, ανέστειλε προσωρινά τα συμβόλαια εξαγωγών ρυζιού. Η Ρωσία, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας σιταριού στον κόσμο, επίσης σκεφτόταν να περιορίσει τις εξαγωγές, όπως έχει πράξει και στο παρελθόν, ενώ η θέση των ΗΠΑ ήταν υπό αμφισβήτηση δεδομένης της προθυμίας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για εμπορικό πόλεμο σε άλλα βασικά προϊόντα.
Και το ερώτημα που τίθεται είναι τι θα μπορούσε να γίνει με την Ελλάδα αν σε ένα πιθανό δεύτερο κύμα της πανδημίας, που κατά πολλούς ερευνητές ενδέχεται να είναι και ισχυρότερο, διάφορες κυβερνήσεις περιορίσουν τη ροή τροφίμων και δεν αντισταθούν στην τάση προστασίας της δικής τους παραγωγής και εφοδιασμού τροφίμων περιορίζοντας τις εξαγωγές. Θα μπορούσαμε να έχουμε εκτός από υγειονομική κρίση και κρίση επισιτισμού όταν γνωρίζουμε ότι το 68% των προϊόντων που είναι στα ράφια των σουπερμάρκετ είναι εισαγωγής; Σκεφτείτε μόνο τι τρώμε: φασόλια από Κίνα, φακές από Καναδά, ρεβίθια από Μεξικό, λεμόνια από Αργεντινή και κουκιά από Συρία, ενώ μόνο το 22% της κατανάλωσης χοιρινού παράγεται στην Ελλάδα όταν πριν από 15 χρόνια το ποσοστό ήταν 75%. Και το χειρότερο είναι ότι κοντεύουμε να πούμε το «ψωμί ψωμάκι» –ναι, αυτό για το οποίο αιματοκυλίστηκαν λαοί– όταν εισάγουμε ετησίως πάνω από 1.000.000 τόνους μαλακού σιταριού (από το οποίο φτιάχνεται το ψωμί) αξίας εκατομμυρίων ευρώ, κυρίως από χώρες όπως η Ρωσία, η Γαλλία και η Ουκρανία.
Και να σκεφτεί κανείς ότι ακόμη και στο μακρινό 1957 είχαμε επάρκεια μαλακού σιταριού, ενώ από το 1970 έως και το 1984 είχαμε ακόμη και πλεονάσματα! Για να μην αναφερθούμε στα δισεκατομμύρια που δίναμε στους δανειστές μας, ακόμη και κατά την περίοδο της πρόσφατης οικονομικής κρίσης, ώστε να μη λείψουν βασικά αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα από το ελληνικό τραπέζι, όπως μοσχαρίσιο και χοιρινό κρέας, γάλα, τυριά, ψωμί (μαλακό σιτάρι), λαχανικά, φρούτα και ζάχαρη! Κι όμως παρ’ όλα αυτά κάθε χρόνο εγκαταλείπονται στη χώρα μας πάνω από 200.000 στρέμματα γης, δηλαδή 2 εκατ. στρέμματα ανά δεκαετία. Κοντολογίς σε λίγο δεν θα έχουμε καθόλου σιτάρι για ψωμί!
Κι έτσι ενώ ο πρωτογενής τομέας έχει φτάσει να αποτελεί περίπου το μίζερο 3,6% του ΑΕΠ, ο τριτογενής (παροχή υπηρεσιών) διογκώθηκε τόσο που έφτασε σχεδόν το 80%! Δηλαδή πήγαμε σε μια «μονοκαλλιέργεια» τουρισμού (1/4 του ΑΕΠ), που τώρα με την κρίση της πανδημίας και το lockdown των μεταφορών απειλεί με συνολικό αφανισμό την ελληνική οικονομία και με βαθιά ύφεση, που μάλλον θα μας ταλαιπωρήσει για χρόνια. Ακριβώς γιατί βάλαμε όλα τα αυγά μας στο ίδιο καλάθι και τώρα που το καλάθι έπεσε κινδυνεύουν να σπάσουν όλα.
Επομένως η παρούσα υγειονομική κρίση πρέπει να γίνει η ευκαιρία ώστε να πάμε σε μια συνολική παραγωγική ανασυγκρότηση μέσα από νέα μοντέλα παραγωγής και κατανάλωσης κυκλικής οικονομίας,
ιδιαίτερα σε σχέση με την πολιτική της αυτάρκειας προϊόντων, με στρατηγική βάθους. Να δώσουμε έμφαση στα ελληνικά προϊόντα ως πρώτη ύλη για την παραγωγή καινοτόμων, μοναδικών τροφίμων, ελκυστικών στον καταναλωτή, ικανών να εξαχθούν στην παγκόσμια αγορά με ιδιαίτερη σπουδή στην τυποποίηση βάσει των διεθνών προδιαγραφών. Παράλληλα πρέπει επιτέλους να προχωρήσουμε στη δημιουργία περιφερειακών και τοπικών «έξυπνων» ψηφιακών clusters επιχειρήσεων που να συνδέουν τον πρωτογενή με τον τριτογενή τομέα έτσι ώστε να ανατάξουμε την απώλεια εισοδημάτων, θέσεων εργασίας και επενδύσεων που χάνουμε κάθε χρόνο από τις εισαγωγές βασικών αγροτοκτηνοτροφικών αγαθών. Τα οποία, βεβαίως, κάποτε παρήγαμε αλλά δυστυχώς με την πολιτική των επιδοτήσεων αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε. Αραγε πόσο επίκαιρος είναι σήμερα ο Λαλάκης ο Εισαγόμενος του 1984 στη διαφήμιση «Ο επιμένων ελληνικά»;
Ενώ ο πρωτογενής τομέας έχει φτάσει στο μίζερο 3,6% του ΑΕΠ, ο τριτογενής διογκώθηκε στο 80%! Πήγαμε σε «μονοκαλλιέργεια» τουρισμού, απ’ όπου προέρχεται το 1/4 του ΑΕΠ