Ενισχυμένους θεωρεί τους πολίτες που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό ο υπουργός Οικονομικών τη στιγμή που η πλειονότητα των νοικοκυριών δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει εξαιτίας των ανατιμήσεων σε είδη πρώτης ανάγκης και ενέργεια. «Το συνολικό ετήσιο όφελος για όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό κυμαίνεται από 305 έως 533 ευρώ» είπε χαρακτηριστικά, γεγονός που σημαίνει 25 έως 44 ευρώ μηνιαίως.
Πρωτοφανή χαρακτήρισε τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης σε σχέση με την αντιμετώπιση των πολλαπλών οικονομικών προκλήσεων ο Χρήστος Σταϊκούρας. Καυχήθηκε για τους ρυθμούς ανάπτυξης -διευκρινίζοντας ότι η πρόβλεψη για 5.9% σημαίνει «ισχυρή ανάκαμψη», ενώ σε αντίστοιχο ύφος κινήθηκε και για τη μείωση της ανεργίας, τις εξαγωγές, τη βιομηχανική δραστηριότητα αλλά και την ενίσχυση των εισοδημάτων, παρά τα αποκαρδιωτικά στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η ΕΛΣΤΑΤ.
«Το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων έχει ενισχυθεί ως αποτέλεσμα της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, της αναστολής της εισφοράς αλληλεγγύης, της μείωσης της φορολογίας εισοδήματος, της μείωσης του ΕΝΦΙΑ και της αύξησης του κατώτατου μισθού» ανέφερε και πρόσθεσε πως «το συνολικό ετήσιο όφελος για όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό κυμαίνεται από 305 έως 533 ευρώ».
Παραδέχθηκε δε ότι τα στοιχεία αποτυπώνουν σταθερότητα της θέσης των φτωχότερων στρωμάτων έναντι των πλουσιότερων στρωμάτων, συμπληρώνοντας πως προκύπτει ενίσχυση της μεσαίας τάξης έναντι των πλουσιότερων στρωμάτων και μείωση του κινδύνου φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού στο σύνολο του πληθυσμού.
«Παροδικές οι αυξήσεις»
Ο υπουργός εκτίμησε ότι οι ανατιμήσεις που παρατηρούνται θα είναι παροδικές, επικαλούμενος τα ποσοτικά στοιχεία από τις διεθνείς αγορές αλλά και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την εξέταση της καμπύλης αποδόσεων της ευρωπαϊκής και της αμερικανικής οικονομίας. «Το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από τις απαντήσεις που δίνουν ανεξάρτητοι οικονομικοί αναλυτές σε εξειδικευμένες έρευνες γνώμης που διεξάγουν οι κεντρικές τράπεζες» συνέχισε και έκανε λόγο για πληθωρισμό που θα παραμείνει κάτω από τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%.
Παροδικές αποκάλεσε και τις αυξήσεις των τιμών στην ενέργεια, αλλά δεν έκρυψε την ανησυχία του για το πρωτοφανές -τα τελευταία 30 χρόνια- φαινόμενο της αύξησης του φυσικού αερίου, η οποία αντί να ακολουθεί, ξεπερνά αυτήν της τιμής του πετρελαίου. «Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις τιμών στον τομέα της ενέργειας καταδεικνύουν τη σημασία της περαιτέρω ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ειδικά στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης, αλλά και της σημασίας της στρατηγικής αυτονόμησης της Ευρώπης στον κρίσιμο αυτόν τομέα» κατέληξε.