Την ώρα που το σχέδιο του «αναβαθμισμένου σχολείου» της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει μπει σε εφαρμογή, τα πρώτα μηνύματα για συγχωνεύσεις εκατοντάδων τμημάτων σε πολλές περιοχές της χώρας έχουν ήδη σταλεί ένα μήνα μετά την έναρξη της χρονιάς, αποκαλύπτοντας έτσι την πραγματική σημασία που δίνει στην έννοια της «αναβάθμισης» το υπουργείο Παιδείας. Μια σημασία που την κατάλαβαν νωρίτερα οι δεκάδες χιλιάδες υποψήφιοι που τα όνειρά τους για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ψαλιδίστηκαν. Ενώ τα κενά του προσωπικού καλύπτονται εμβαλωματικά με κλείσιμο τμημάτων, ο εκπαιδευτικός κόσμος βράζει βλέποντας την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων να οδηγεί στην κατηγοριοποίησή τους και το υπουργείο Παιδείας να αποποιείται τις ευθύνες του για την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει. Εκπρόσωπος ενός από τα μεγαλύτερα εκπαιδευτικά σωματεία της Αγγλίας μιλώντας στο Documento κρούει τον κώδωνα του κινδύνου εντοπίζοντας ομοιότητες στις αλλαγές με το δικό τους σύστημα, τις οποίες χαρακτηρίζει «αχρείαστες» και εκτιμά ότι «θα πληγώσουν» την εκπαίδευση. Είναι μια ζοφερή εικόνα, με θύματα πρώτα τους μαθητές και κατόπιν τα υπόλοιπα μέλη της σχολικής κοινότητας.
Συγχωνεύσεις και λουκέτα
«Οχι στα “κορονοτμήματα”, δεν είμαστε αριθμοί» γράφουν σε πανό μαθητές που αντιδρούν στις συγχωνεύσεις τμημάτων και στην αύξηση των μαθητών ανά τάξη εν μέσω πανδημίας. «Αυτή η “πανδημία” συγχωνεύσεων τμημάτων σε όλη την Ελλάδα επικρατεί επειδή το υπουργείο Παιδείας δεν έχει προσλάβει το επαρκές εκπαιδευτικό προσωπικό. Λείπουν χιλιάδες εκπαιδευτικοί που θα έπρεπε αυτήν τη στιγμή να είναι στις σχολικές αίθουσες και προσπαθούν με τις συγχωνεύσεις τμημάτων να καλύψουν τα κενά στο εκπαιδευτικό προσωπικό» εξηγεί ο γενικός γραμματέας της ΟΛΜΕ Θοδωρής Μαλαγάρης. Η ύπαρξη των κενών επιβεβαιώνεται άλλωστε από την ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας την Παρασκευή για προσλήψεις 2.512 εκπαιδευτικών και από τις δηλώσεις της υπουργού Νίκης Κεραμέως σε ραδιοφωνική συνέντευξη ότι την ερχόμενη εβδομάδα θα ακολουθήσουν άλλες 3.000 προσλήψεις.
Σε πολλές τοπικές κοινωνίες επικρατεί αναβρασμός. Το θέμα έχει φτάσει και στη Βουλή μέσω ερωτήσεων βουλευτών της αντιπολίτευσης. Εν τω μεταξύ σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων σε πολλές περιοχές αντιδρούν και ζητούν ανάκληση των μεταβολών. Χαρακτηριστική είναι η χειρόγραφη επιστολή μαθητών του 1ου Γυμνασίου Νέας Μηχανιώνας προς την υπουργό Παιδείας, την οποία γνωστοποίησε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δώρα Αυγέρη. Οι μαθητές τονίζουν ότι η απόφαση Κεραμέως να συγχωνευτούν τμήματα σε δημόσια γυμνάσια και λύκεια θέτει τη ζωή τους σε κίνδυνο λόγω της πανδημίας.
Αναστατωμένοι είναι και οι γονείς στην Αττική για τις ξαφνικές συγχωνεύσεις τμημάτων σε σχολεία. Για παράδειγμα στη Β΄ ΕΛΜΕ απειλούνται τμήματα σε επτά σχολεία και γονέας μαθητή γυμνασίου στο Χαϊδάρι αναφέρει σε επιστολή του: «Αντιδρούμε σε αυτό το ενδεχόμενο πρωτίστως γιατί είναι αδιανόητο εν μέσω πανδημίας να δημιουργούν τμήματα με 28-30 παιδιά, με ελλιπές προσωπικό καθαρισμού».
Αντιδράσεις έχει προκαλέσει η υποβάθμιση σχολείων και σε πυρόπληκτες περιοχές της Εύβοιας. Οπως εξηγεί στο Documento o δήμαρχος Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Αννας Γιώργος Τσαπουρνιώτης, «τα τρία σχολεία που υποβαθμίζονται είναι του Πηλίου, της Κηρίνθου και των Ροβιών. Στο Πήλι έχει 14 παιδιά και το κάνουν μονοθέσιο επειδή ο νόμος λέει ότι κάτω από 15 γίνεται μονοθέσιο. Εφαρμόζουν πιστά τον νόμο, με αποτέλεσμα έξι τάξεις να κάνουν μάθημα με έναν δάσκαλο. Το ίδιο λένε και για τα άλλα δύο σχολεία στην Κήρινθο και στις Ροβιές, ότι δηλαδή είναι οι μαθητές τόσοι ώστε να μη δικαιολογούν το εξαθέσιο και το τετραθέσιο σχολείο αντίστοιχα».
Παράλληλα, αντιμέτωποι με την πρόθεση του υπουργείου Παιδείας να προχωρήσει στην αναστολή λειτουργίας του Ειδικού Σχολείου Κωφών και Βαρήκοων Πάτρας βρίσκονται οι γονείς των παιδιών που αντιμετωπίζουν προβλήματα ακοής. Το θέμα έφεραν στη Βουλή με ερώτησή τους 25 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Ρωτάνε την υπουργό αν προτίθεται να λάβει υπόψη τις ανησυχίες και τις αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας και να μην αναστείλει τη λειτουργία του νηπιαγωγείου.
Την ίδια ώρα γονείς με παιδιά που η κατάσταση της υγείας τους επιβάλλει να έχει το σχολείο σχολικούς νοσηλευτές καταγγέλλουν σοβαρές ελλείψεις, εκφράζοντας ανησυχία. Βουλευτές της αντιπολίτευσης έφεραν το θέμα στη Βουλή και ζητούν να δοθούν λύσεις.
«Αποδεικνύεται άλλη μια φορά η εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης που χτυπάει την υγεία των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των οικογενειών όλων αυτών και το υποκριτικό ενδιαφέρον δήθεν για αναβάθμιση του σχολείου, ενώ το υπουργείο στοιβάζει μαθητές σε 27άρια και 28άρια τμήματα την ίδια ώρα που προχωρά στην κατηγοριοποίηση των σχολείων όλης της Ελλάδας παρά τη σύσσωμη αντίδραση όλων των εκπαιδευτικών, των γονιών και των μαθητών, όπως αποδείχτηκε και στις πρόσφατες κινητοποιήσεις. Τα ψεύδη του υπουργείου Παιδείας δεν πείθουν πλέον κανέναν» λέει ο πρόεδρος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Ζακύνθου Φώτης Προβής και συνεχίζει: «Ακόμη και σήμερα, μέσα Οκτωβρίου, το υπουργείο έχει αφήσει σχολεία να κάνουν τρίωρα και τετράωρα μην καλύπτοντας κενά τα οποία γνωρίζει από τον περασμένο Ιούνιο και κάνοντας παράλληλα προσπάθειες να κο- πούν θέσεις αναπληρωτών δίνοντας υπερωρίες σε συναδέλφους».
Ποιος υποβαθμίζει τα σχολεία
Αποτελεί ερώτημα κατά πόσο οι σπασμωδικές κινήσεις του υπουργείου Παιδείας για να καλύψει τα κενά εκπαιδευτικών οδηγούν στο «αναβαθμισμένο σχολείο» που επαγγέλλεται. Διότι το υπουργείο έχει… σχέδια. Με την απόπειρα του υπουργείου Παιδείας να αξιολογήσει τις σχολικές μονάδες οι εκπαιδευτικοί βλέπουν να έρχονται η κατηγοριοποίηση σχολείων σε «καλά» και «κακά» και η δημιουργία ανισοτήτων στα δημόσια σχολεία. Οι εκπαιδευτικοί ξεκαθαρίζουν ότι η πλειονότητά τους δεν είναι κατά της αξιολόγησης, με την προϋπόθεση όμως να προηγηθεί διάλογος.
«Οποιοδήποτε σύστημα αξιολόγησης έχει εφαρμοστεί στον κόσμο δεν μπορεί να προχωρήσει αν δεν έχει την αποδοχή του αξιολογούμενου ότι μπορεί να βελτιώσει το παραγόμενο έργο, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση είναι η βελτίωση της σχολικής μονάδας και των μαθητών» αναφέρει ο εκπαιδευτικός και γενικός γραμματέας του Ινστιτούτου Παιδαγωγικών Ερευνών και Μελετών της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας (ΔΟΕ) Γιάννης Κανελλόπουλος και επισημαίνει: «Είναι ψέμα ότι οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν σχέδιο ή πρόταση για την αξιολόγηση. Εχουν πρόταση: είναι η απόφαση της 88ης Γενικής Συνέλευσης με την οποία καταθέτουν ολοκληρωμένη πρόταση για την αξιολόγηση, η οποία ποτέ δεν λήφθηκε υπόψη ούτε για τα μάτια του κόσμου από το υπουργείο».
Μετά την πρόσφατη κινητοποίηση με αξιοσημείωτο ποσοστό συμμετοχής η ΔΟΕ προχώρησε στην αποστολή οδηγιών προς τους συλλόγους εκπαιδευτικών και στα σχολεία σχετικά με τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν για την αποτίμηση της περσινής χρονιάς και τον προγραμματισμό της σχολικής μονάδας. Σε ανάρτησή του στο Facebook o αντιπρόεδρος της ΔΟΕ Γιώργος Τρούλης αναφέρει μεταξύ άλλων: «Η ΔΟΕ υλοποιεί την απόφασή της και από χθες (σ.σ.: Τρίτη, 19 Οκτωβρίου) αργά το βράδυ έχει στείλει στους συλλόγους εκπαιδευτικών και στα σχολεία τις νέες οδηγίες και τα βήματα που ακολουθούμε για την αποτίμηση της περσινής χρονιάς και τον προγραμματισμό της σχολικής μονάδας. Ακολουθούμε όλα τα σχολεία και οι σύλλογοι διδασκόντων συντεταγμένα και μαζικά τις οδηγίες και δεν συμβάλλουμε στη διαφοροποίηση και κατηγοριοποίηση των σχολείων μας. Υπερασπιζόμαστε μαζικά τον δημόσιο χαρακτήρα του σχολείου και καταργούμε στην πράξη τους σχεδιασμούς της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης της ΝΔ».
Αξιολόγηση ως συνεργασία
Εκπαιδευτικοί από όλες τις βαθμίδες εξηγούν στο Documento ότι η αξιολόγηση δεν εφαρμόζεται για να διορθώσει τα λάθη και να βρει τις ελλείψεις. «Η φιλοσοφία αυτής της αξιολόγησης είναι άλλη από αυτή που θέλει όντως να εντοπίσει τις πραγματικές ανάγκες των σχολείων για να ενισχυθούν από την πολιτεία. Αν πραγματικά ήθελε να εντοπίσει πού υπάρχουν προβλήματα για να βοηθήσει αυτά τα σχολεία, θα μπορούσαμε να είχαμε συνεργασία του συλλόγου διδασκόντων με τον σύμβουλο παιδαγωγικής ευθύνης, θα εντοπίζαμε το πρόβλημα, θα το στέλναμε στη δευτεροβάθμια και εκείνη στο υπουργείο. Τώρα δεν κάνει αυτό. Από τη μια το υπουργείο αποποιείται τις ευθύνες, με δεδομένο ότι δεν θέλει να αξιολογηθεί για οτιδήποτε έχει σχέση με τις δικές του αρμοδιότητες, αλλά ζητάει –με αυτά τα δεδομένα που έχει κάθε σχολείο– να αποτιμήσει πράγματα για τα οποία δεν είμαστε ούτε επιμορφωμένοι ούτε έχουμε τα μέσα να τα κάνουμε. Παρ’ όλα αυτά θέλει όχι μόνο να τα αξιολογήσουμε, αλλά να τα αναρτήσουμε κιόλας στις ιστοσελίδες του σχολείου και να αξιολογηθούμε και εξωτερικά» εξηγεί η διευθύντρια του 7ου Γυμνασίου Κορυδαλλού Αγγελική Ιγγλέση.
Οπως επισημαίνουν οι εκπαιδευτικοί, η ανάρτηση των αποτελεσμάτων στις ιστοσελίδες των σχολείων θα προκαλέσει αυτομάτως διαρροές μαθητών από τα «κακά» ―κατά τη συγκεκριμένη αξιολόγηση― σχολεία. «Αυτό το σύστημα που έχει φέρει το υπουργείο εισάγει δείκτες οι οποίοι αναρτώνται και σε υπηρεσιακούς παράγοντες και σε εξωτερικούς αξιολογητές που δεν έχουν καμία σχέση με τις ιδιαιτερότητες τις οποίες έχει κάθε σχολική μονάδα, αλλά ταυτόχρονα αναρτώνται και στην ιστοσελίδα του σχολείου, είναι ορατές στους πάντες, οπότε ταυτόχρονα κάνει κατηγοριοποίηση σχολείων και δημιουργεί εύλογα στον γονιό τη διάθεση επιλογής σχολείου σύμφωνα με τους δείκτες» εξηγεί ο Γ. Κανελλόπουλος.
«Μέχρι πέρυσι οι διευθυντές έκαναν μια έκθεση αξιολόγησης με στατιστικά κυρίως στοιχεία, όπως τον αριθμό των μαθητών, τις επιδόσεις τους, το ποσοστό της σχολικής διαρροής και στο τέλος ανέφεραν και κάποια προβλήματα που είχαν στο σχολείο. Αυτή στέλναμε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν ανακοινωνόταν στο σάιτ του σχολείου. Αυτός ήταν ένας τρόπος να εξηγήσεις την κατάσταση του σχολείου και τα προβλήματά του στην ανώτερη υπηρεσία» αναφέρει η Αγγ. Ιγγλέση.
Οι εκπαιδευτικοί στηλιτεύουν επίσης την αποποίηση των ευθυνών του προϊστάμενου υπουργείου. «Αξιολογείται τόσο το σχολείο όσο και ο καθένας μας ξεχωριστά για πράγματα για τα οποία δεν ευθυνόμαστε. Το σχολείο μας δεν έχει γυμναστήριο, δεν έχει ράμπες, δεν έχει ασανσέρ· πώς θα αξιολογηθούμε για κάτι που άλλοι δεν έχουν κάνει; Και θα μας κρίνουν αυτοί που θα έπρεπε να έχουν φροντίσει να συντηρήσουν όλα τα σχολεία ώστε να λειτουργούν σωστά» περιγράφει η Αφροδίτη Πεβερέτου, διευθύντρια 15ου ΓΕΛ Αθήνας.
Φτωχογειτονιές και… Εκάλη
Η βασικότερη αλλαγή που θα επιφέρει η εν λόγω αξιολόγηση, σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς, είναι η όξυνση των ανισοτήτων μεταξύ των σχολείων. «Ο συγκεκριμένος νόμος αυξάνει τις μορφωτικές και κοινωνικές ανισότητες, αφού σχολεία τόσο της επαρχίας όσο και των φτωχογειτονιών δεν θα μπορούν να συγκριθούν ή να συναγωνιστούν τα σχολεία καλών περιοχών που έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση είτε από ιδιώτες είτε από χορηγούς» σημειώνει ο Γ. Κανελλόπουλος και εξηγεί: «Εισάγει τους διαγωνισμούς κατά τα πρότυπα της PISA στη ΣΤ΄ δημοτικού, συνδέει την επίδοση των μαθητών με τη χρηματοδότηση του σχολείου και στο τέλος το κατηγοριοποιεί. Τα παιδιά θα δίνουν κάποιες ανώνυμες εξετάσεις και έτσι θα βλέπουν κατά πόσο η επίδοση των μαθητών στη ΣΤ΄ δημοτικού ανταποκρίνεται στους στόχους. Και γι’ αυτές τις επιδόσεις θα φταίει ο εκπαιδευτικός, θα φταίνε οι μαθητές, θα φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από το κράτος. Τι θα κάνει ένα σχολείο που έχει πιο πολλά προσφυγόπουλα ή Ρομά ή παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες ή μεγάλη σχολική διαρροή;» αναρωτιέται, για να καταλήξει: «Δημιουργεί σχολεία δύο ταχυτήτων, κατά τα πρότυπα του αγγλοσαξονικού μοντέλου».