Πανδημία… λουκέτων σε νοσοκομεία που άντεξαν στην Covid

Πανδημία… λουκέτων σε νοσοκομεία που άντεξαν στην Covid

Ύστερα από ενάμιση χρόνο σκληρής προσπάθειας και αυτοθυσίας των υγειονομικών η «επιβράβευση» του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς τον χώρο της υγείας έρχεται –χωρίς τα υποκριτικά χειροκροτήματα– με τη διαπίστωση ότι «έχουμε περιφερειακά νοσοκομεία μερικές φορές περισσότερα από όσα θα πρέπει να έχουμε», χρησιμοποιώντας πάλι το επιχείρημα ότι δεν γίνεται τα νοσοκομεία να απέχουν μεταξύ τους λιγότερο από 30-40 χλμ.

Προφανώς η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική και η ένταση της πανδημίας την ανέδειξε με τον χειρότερο τρόπο, ασχέτως αν η κυβέρνηση κάνει ότι δεν τη βλέπει.

«Αν δεν υπήρχαν τα περιφερειακά νοσοκομεία, ο αριθμός των νεκρών θα εκτινασσόταν στα ύψη» εξηγούν στο Documento γιατροί και νοσηλευτές περιφερειακών νοσοκομείων. Αυτοί είναι που στο δεύτερο κύμα της πανδημίας κλήθηκαν να διαχειριστούν εκατοντάδες περιστατικά Covid-19 με τρομερές ελλείψεις σε υλικά, υποδομές και προσωπικό και χωρίς καμία προετοιμασία. Στάθηκαν δίπλα στους ασθενείς τους και προσπάθησαν με νύχια και με δόντια να βρουν ένα κρεβάτι ΜΕΘ για να τους διακομίσουν και να παλέψουν για να μείνουν στη ζωή.

Αυτοί οι γιατροί πλέον περιμένουν τον νέο υγειονομικό χάρτη της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο οποίος θα κρίνει αν η δομή στην οποία πάλεψαν για να σώσουν κόσμο τελικά θα υποβαθμιστεί, με όποιο κόστος θα επιφέρει στην υγεία των ασθενών. «Ο υγειονομικός χάρτης δημιουργείται με βάση τις πληθυσμιακές ανάγκες, όχι με βάση πόσα κτίρια και πόσες δομές διαθέτει. Αυτό δεν είναι υγειονομικός χάρτης, αυτό είναι χαρτογράφηση μονάδων» εξηγεί η πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών Θεσσαλονίκης Δάφνη Κατσίμπα, καταρρίπτοντας το αφήγημα της κυβέρνησης για πλεονάζουσες δομές υγείας σε ορισμένες περιφέρειες.

«Είδαμε τον άνθρωπό μας να μην μπορεί να πάρει ανάσα και δεν ξέραμε αν θα προλάβει να φτάσει σε νοσοκομείο. Και τώρα ακούμε την κυβέρνηση να λέει ότι δεν χρειαζόμαστε νοσοκομεία ανά 30 χιλιόμετρα» σημειώνει στο Documento η Παναγιώτα Παππά, συγγενής ασθενή, η οποία δικαιολογημένα απορεί και εξοργίζεται: «Είναι δυνατόν αυτά να λέγονται όταν ο ιός είναι ακόμη εδώ και έχουμε ξανά έξαρση κρουσμάτων; Αντί να κοιτάνε να φτιάξουν κι άλλα νοσοκομεία, να κλείσουμε αυτά που έχουμε; Στο δεύτερο κύμα οι γιατροί έκαναν διαλογή ασθενών με πόνο ψυχής και οι συγγενείς αγωνιούσαμε για το τηλεφώνημα από τη ΜΕΘ, για να ακούμε τώρα ότι μεγάλα νοσοκομεία θα έχουν μόνο τα αστικά κέντρα;».

«Οι υγειονομικές μονάδες καλύπτουν συγκεκριμένες υγειονομικές ανάγκες του πληθυσμού διαχρονικά. Αυτός που κάθεται σε ένα κεντρικό γραφείο και σχεδιάζει ανοίγοντας τον χάρτη της Ελλάδας, βλέποντας κουκίδες και μετρώντας αποστάσεις με το Google Maps είναι πολύ μακριά από τις πραγματικές ανάγκες των κατοίκων της περιοχής. Δεν λαμβάνει υπόψη τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες και θα αρκεστεί μόνο στο να προβάλει κάποιες συντεταγμένες για να δικαιολογήσει μια καθαρά γραφειοκρατική και αποστεωμένη αντιυγειονομική αντίληψη» μας λέει ο παθολόγος του Νοσοκομείου Γουμένισσας Δημήτρης Αγαπάκης εξηγώντας τα τρωτά σημεία του σχεδίου που ακροθιγώς ανακοινώθηκε. Εν ολίγοις, πρώτα και κύρια οι υγειονομικοί θέτουν επί τάπητος τα κριτήρια με τα οποία θα γίνει αυτή η «αναδιάρθρωση» του ΕΣΥ.

«Δεν ξέρω πώς οραματίζεται ότι θα λύσει τον γόρδιο δεσμό ο κ. Μητσοτάκης, άλλωστε κι ο Μέγας Αλέξανδρος τον έκοψε, δεν τον έλυσε» λέει στο Documento ο Στέφανος Κ., συγγενής ασθενή, αναφερόμενος στη δήλωση του Κυρ. Μητσοτάκη ότι «πρέπει να λύσουμε τον γόρδιο δεσμό της πρωτοβάθμιας περίθαλψης ώστε να μην πηγαίνει όλος ο κόσμος στα νοσοκομεία».

Ο ίδιος, καθώς έχει συγγενείς στη βόρεια Ελλάδα και γνωρίζει τις αγωνίες τους, συνεχίζει τον συλλογισμό του αναφέροντας ορισμένα στοιχεία που δεν λύνουν την εξίσωση, πόσο μάλλον τον υποτιθέμενο γόρδιο δεσμό: «Ποια πρωτοβάθμια περίθαλψη; Μπορούν τα κέντρα υγείας να σηκώσουν το βάρος του κορονοϊού; Ξέρει ο κ. Μητσοτάκης τι γινόταν πέρυσι στη βόρεια Ελλάδα; Όταν ο κόσμος έψαχνε κρεβάτι σε ΜΕΘ όχι στην πόλη του αλλά ούτε καν στον νομό του; Αλλά ο πρωθυπουργός άλλαζε νομό για να κάνει ποδηλατάδα…».

Σφοδρή επίθεση στην κυβέρνηση και στον Κυρ. Μητσοτάκη εξαπέλυσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Αλέξης Τσίπρας κατά τη συνάντηση που είχε με το προεδρείο της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος (ΟΕΝΓΕ). Ο Αλ. Τσίπρας χαρακτήρισε «εγκληματική εμμονή» την επιλογή για «συγχωνεύσεις περιφερειακών νοσοκομείων και κλείσιμο μεγάλων νοσηλευτικών μονάδων».

Πληρωμένη ήταν και η απάντηση του ΜέΡΑ25 στον λογαριασμό του στο Twitter: «“Αναδιαμόρφωση του υγειονομικού χάρτη της χώρας” εξήγγειλε ο @PrimeministerGR λέγοντας πως είναι περιττά τα νοσοκομεία που έχουν λίγες χιλιομετρικές αποστάσεις μεταξύ τους, λες και το πρόβλημα στη δημόσια υγεία της χώρας είναι η υπερπληθώρα των υποδομών και όχι η έλλειψή τους».

Μάλιστα, ενώ η κυβέρνηση συνεχίζει να επιμένει ότι το ΕΣΥ ενισχύθηκε, πριν από ακριβώς μία εβδομάδα το Documento παρουσίασε τις ερωτήσεις-αντιδράσεις 19 «γαλάζιων» βουλευτών προς τον υπουργό Υγείας Βασίλη Κικίλια για τις σοβαρές ελλείψεις είτε σε υγειονομικό προσωπικό είτε σε κρίσιμο εξοπλισμό κυρίως στην περιφέρεια.

Λίγες ημέρες αργότερα ο Ιατρικός Σύλλογος Αμαλιάδας προχώρησε σε σοβαρή καταγγελία για πραγματοποίηση χειρουργικών επεμβάσεων χωρίς παρουσία παθολόγου και καρδιολόγου σε εφημερία. Οι ελλείψεις σε προσωπικό είναι τραγικές και μάλιστα τη στιγμή που οι πολίτες περιμένουν ότι το ξέσπασμα της πανδημίας θα είχε χτυπήσει το καμπανάκι για επαρκή λειτουργία των υγειονομικών δομών και όχι για συγχώνευση ή κλείσιμό τους.

Ο λογαριασμός στους… ήρωες

«Με το που θα τελειώσει η πανδημία θα ζητήσω από μια ανεξάρτητη επιτροπή ειδικών να μας κάνει μια συνολική και ειλικρινή αποτίμηση τι πήγε καλά και τι δεν πήγε» είπε ο πρωθυπουργός σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή», χωρίς βέβαια να αναφέρει πουθενά ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία θα αξιολογηθούν τα περιφερειακά νοσοκομεία, τα οποία κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν

την πανδημία χωρίς κανένα «εργαλείο» και παρ’ όλα αυτά κατάφεραν σε πολλές περιπτώσεις το ακατόρθωτο. Χαρακτηριστικές είναι οι περιγραφές του προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ) Μιχάλη Γιαννάκου σχετικά με τον περίφημο νέο υγειονομικό χάρτη και την αξιολόγηση

των δομών. «Στη δεύτερη φάση, χωρίς καμία προετοιμασία αν και υπήρχε χρόνος, κλήθηκαν όλα τα νοσοκομεία να νοσηλεύουν περιστατικά κορονοϊού, χωρίς εξοπλισμό, χωρίς επαρκή οξυγόνο, χωρίς προσωπικό ιατρικό και νοσηλευτικό, που σε πολλές περιπτώσεις μετακινήθηκε, χωρίς να διαθέτουν κλίνες ΜΕΘ» σημείωσε και συνέχισε: «Ετσι τα ποσοστά θνητότητας επί των εισαγωγών περιστατικών κορονοϊού πλησίασαν σε νοσοκομεία το 40%, εν αντιθέσει με άλλα νοσοκομεία όπου το ποσοστό θνητότητας επί των εισαγωγών ήταν κάτω του 20%. Αυτό συνέβη γιατί τα νοσοκομεία δεν στελεχώθηκαν ούτε εξοπλίστηκαν, αν και υπήρχε περιθώριο επτά μηνών».

«Είναι εξαιρετικά ανησυχητική η χρονική συγκυρία που επιλέγει ο πρωθυπουργός να προαναγγείλει κλείσιμο νοσοκομείων. Πήγε μια φορά έξω από ένα νοσοκομείο να δει την αγωνία των ανθρώπων; Πήγε σε ένα από τα δεκάδες νεκροταφεία όπου θάβεται ο κόσμος σε διπλές σακούλες; Ή τον καθησυχάζει ότι οι νεκροί δεν έχουν όνομα και συνήθισε τους αριθμούς; Οι 12.000 νεκροί μέχρι στιγμής δεν είναι ένα νούμερο και πάει. Κρύβουν οικογενειακές τραγωδίες. Αυτοί οι άνθρωποι παρακαλούσαν να τους σώσουν οι γιατροί, εμείς χειροκροτούμε τους γιατρούς και τώρα λέει η κυβέρνηση ότι είναι “ξεπερασμένο” το αίτημα για προσλήψεις στα νοσοκομεία. Ντροπή μόνο» τονίζει στο Documento η Αναστασία Σπανού, συγγενής ασθενή.

Από την απαξίωση στην υποβάθμιση

Η τράπουλα μοιάζει σημαδεμένη, εξηγούν στο Documento γιατροί και νοσηλευτές από τα νοσοκομεία της περιφέρειας: το κόλπο είναι αρχικά η απαξίωση, ώστε μετά η υποβάθμιση ή το λουκέτο να έχει αιτία. «Είναι προφανές ότι με κενό το 50% των μόνιμων οργανικών θέσεων σε γιατρούς ο ένας γιατρός δουλεύει για δύο και αυτοί οι γιατροί βιώνουν μια εργασιακή εξουθένωση που πλέον έχει καταστεί επικίνδυνη για τους ίδιους αλλά και για τους ασθενείς τους» εξηγεί η πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών Δράμας Παρθένα Κιόρτεβε.

Από την άλλη πλευρά, η κατάργηση των περιφερειακών νοσοκομείων, ακόμη και των υποστελεχωμένων, είναι προφανές ότι θα είχε τραγικά αποτελέσματα. «Στη χώρα μας αν δεν υπήρχαν τα επαρχιακά νοσοκομεία, η θνητότητα της πανδημίας θα εκτινασσόταν σε δυσθεώρητα ύψη» αναφέρει ο Δημήτρης Ζιαζιάς, πρόεδρος της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αχαΐας (ΕΙΝΑ).

Γιατροί και νοσηλευτές από περιφερειακά νοσοκομεία της χώρας όπως και συγγενείς ασθενών περιγράφουν στο Documento τη διαδρομή από την υποστελέχωση στην απαξίωση και εντέλει την υποβάθμιση ή ακόμη και στο λουκέτο των υγειονομικών δομών.

Παρθένα Κιόρτεβε: «Άφησαν το νοσοκομείο να ερημώσει»

Είναι προφανές ότι σε έναν απομακρυσμένο νομό με έκταση 3.468 τ.χλμ. και πληθυσμό 98.287 κατοίκους, όπως ο νομός Δράμας, η ύπαρξη ενός δημόσιου περιφερειακού νοσοκομείου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της παροχής υπηρεσιών υγείας στους πολίτες του και το κέντρο αναφοράς για την παροχή δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας, αν και πολλάκις παρέχει και υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας.

Είναι ωστόσο προφανές ότι αυτό το μοναδικό αποκούμπι του δραμινού λαού έχει υποβαθμιστεί τα τελευταία χρόνια, σε βαθμό που τα τμήματά του λειτουργούν χάρη στην αυτοθυσία όλων των εργαζομένων του. Είναι επίσης προφανές ότι με κενό το 50% των μόνιμων οργανικών θέσεων σε γιατρούς ο ένας γιατρός δουλεύει για δύο και ότι αυτοί οι γιατροί βιώνουν μια εργασιακή εξουθένωση, που πλέον έχει καταστεί επικίνδυνη για τους ίδιους αλλά και για τους ασθενείς τους.

Και προφανώς, αφού αφήσαμε αυτό το νοσοκομείο να ερημώσει από γιατρούς και νοσηλευτές, αφού εξωθήσαμε σε παραίτηση δεκάδες γιατρούς, αφού δεν αναπληρώσαμε όταν έπρεπε τις δεκάδες θέσεις γιατρών που συνταξιοδοτήθηκαν, πλέον κανένας νέος συνάδελφος δεν θέλει να έρθει σε αυτό το αποψιλωμένο νοσοκομείο, αν και προκηρύσσουμε τις θέσεις, οι οποίες βγαίνουν άγονες επανειλημμένα.

Είναι προφανές ότι αυτό το νοσοκομείο δεν μπορεί να λειτουργήσει όπως θα έπρεπε… Και τι σκεφτόμαστε να κάνουμε ως κράτος; Αφού δεν μπορέσαμε να διασφαλίσουμε τη σωστή και εύρυθμη λειτουργία του, αφού στην πραγματικότητα δεν θέλαμε τόσα χρόνια να το στελεχώσουμε επαρκώς… Ως κράτος σκεφτόμαστε ότι αυτό το νοσοκομείο, που βρίσκεται σε απόσταση 30 χιλιομέτρων από το νομαρχιακό νοσοκομείο Καβάλας ΙΣΩΣ είναι περιττό να συνεχίσει να λειτουργεί και ΙΣΩΣ θα είναι καλύτερα να μετατραπεί σε κάποια άλλη δομή… Είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο θα αποτελέσει τεράστια υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των Δραμινών και θα δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα σε όλους τους συμπολίτες μας, που καθημερινά χρειάζονται τις υπηρεσίες μας. Προφανέστατα κανένας νοήμων και σώφρων άνθρωπος δεν θα ήθελε να ζήσουμε κάτι τέτοιο.

*Η Παρθένα Κιόρτεβε είναι Πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών Δράμας

Γιάννης Σκόρδος: «Ο κόσμος καταλαβαίνει την αξία ενός δημόσιου συστήματος υγείας, ιδιαίτερα τώρα»

Με το που ξέσπασε η πανδημία υπήρξαν πολλές εξαγγελίες. Τίποτε από αυτά δεν έγινε. Εμείς είχαμε την ελπίδα ότι θα γινόταν αναβάθμιση συνολικά του δημόσιου συστήματος υγείας. Στο τέλος έγιναν ελάχιστα. Πολλά νοσοκομεία και της επαρχίας και του κέντρου ήταν υποστελεχωμένα πριν από την πανδημία. Αυτό δεν φάνηκε τόσο στο πρώτο κύμα. Το δεύτερο κύμα όμως μας βρήκε απροετοίμαστους.

Δεν υπήρχαν οι υποδομές και μέσα από τις υπάρχουσες υποδομές ήταν που διαμορφώθηκαν κλινικές που θα υποδέχονταν τα περιστατικά. Δεν έγιναν ούτε προσλήψεις μόνιμου προσωπικού που είναι απαραίτητες.

Τα νοσοκομεία υπερφορτώθηκαν χωρίς τις κατάλληλες υποδομές και τώρα λένε ότι είναι πολλά· αυτό δείχνει το μέγεθος της υποκρισίας τους. Τη μια μέρα σου λένε μπράβο και σε χειροκροτούν επικοινωνιακά και την επόμενη αναγγέλλουν ότι δεν μπορούμε να έχουμε δύο νοσοκομεία σε κοντινή απόσταση και να είναι και προβληματικά. Στο τέλος όχι μόνο δεν αναβαθμίζουν το ΕΣΥ, αλλά το υποσκάπτουν.

Όλα αυτά γίνονται για να υποβαθμίσουν το ΕΣΥ προς όφελος της ιδιωτικής υγείας. Ο κόσμος καταλαβαίνει την αξία ενός δημόσιου συστήματος υγείας, ιδιαίτερα τώρα. Είδε τι μπορεί να προσφέρει ένα δημόσιο σύστημα ακόμη και με τα πολλά προβλήματα και τις στρεβλώσεις που έχει το ΕΣΥ. Δεν θα είναι τόσο εύκολο να περάσουν στον κόσμο συγχωνεύσεις νοσοκομείων και κλεισίματα.

Πανδημίες θα υπάρξουν κι άλλες απ’ ό,τι φαίνεται και φυσικά δεν έχουμε ξεμπερδέψει ούτε με αυτή. Τώρα είμαστε στην αρχή του τέταρτου κύματος και χωρίς δυνατό δημόσιο σύστημα υγείας δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις τέτοιου είδους φαινόμενα.

*Ο Γιάννης Σκόρδος είναι Νοσηλευτής στο Κρατικό Νίκαιας

Δημήτρης Ζιαζιάς: «Επαρχιακά νοσοκομεία ή ιδιωτικά θεραπευτήρια “έχουμε περισσότερα από όσα θα πρέπει να έχουμε”»;

Εάν η Ελλάδα ήταν όντως Σοβιετία με ισχνό ιδιωτικό τομέα υγείας. Εάν στην πανδημία ο ιδιωτικός τομέας επιδείκνυε «αίσθημα εταιρικής κοινωνικής ευθύνης» νοσηλεύοντας μεγάλο ποσοστό των ασθενών με Covid. Εάν η πανδημία δεν είχε υπάρξει καν, ώστε να αναδείξει την αξία και ανωτερότητα του δημόσιου συστήματος. Εάν η μνημονιακή μέγγενη δεν είχε συνθλίψει σε προσωπικό, χρηματοδότηση και υποδομές το ΕΣΥ.

Εάν βρισκόμασταν σε άλλες εποχές και χτιζόταν «ένα νοσοκομείο σε κάθε χωριό». Τότε ναι, ίσως είχε κάποια νομιμοποίηση το αναμάσημα της λιωμένης καραμέλας περί «πλεοναζόντων νοσοκομείων». Τώρα δεν υπάρχει καμιά νομιμοποίηση. Ή μάλλον δεν πρέπει να υπάρχει.

Δεδομένο πρώτο. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ διαθέτουμε 4,2 νοσοκομειακές κλίνες ανά 1.000 κατοίκους, όντας στη 14η θέση της ΕΕ. Από το σύνολο των 48.542 κλινών μόλις το 65% είναι δημόσιες (κατανεμημένες σε 124 δημόσια νοσοκομεία) και το 35% ιδιωτικές (κατανεμημένες σε 141 ιδιωτικά θεραπευτήρια).

Δεδομένο δεύτερο. Στη χώρα μας αν δεν υπήρχαν τα επαρχιακά νοσοκομεία, η θνητότητα της πανδημίας θα εκτινασσόταν σε δυσθεώρητα ύψη. Τι θα είχε συμβεί στην περιοχή μας αν δεν υπήρχαν, για παράδειγμα, τα νοσοκομεία Μεσολογγίου, Πύργου κ.λπ.; Αντίστροφα, πόσο καλύτερα θα ήταν τα πράγματα αν δεν είχαν κλείσει νοσοκομεία όπως το Λοιμωδών, το Νοσημάτων Θώρακος στην Πάτρα κ.λπ.;

Δεδομένο τρίτο. Ο άναρχος υγειονομικός σχεδιασμός που δεν βασίζεται σε χάρτη πραγματικών αναγκών αλλά σε εξυπηρέτηση τοπικιστικών συμφερόντων ήταν δική τους πολιτική επιλογή. Το ότι πληθώρα επαρχιακών νοσοκομείων έφτασαν να υπολειτουργούν, να κλείνουν λόγω εγκατάλειψης και να απαξιώνονται στα μάτια των τοπικών κοινωνιών είναι επίσης δικό τους επίτευγμα.

Δεδομένο τέταρτο. Δεν στέκει το επιχείρημα να κλείσουμε το ένα απ’ τα δύο για να δουλεύει «ένα και καλό». Για παράδειγμα, το αθόρυβο κλείσιμο του νοσοκομείου Αμαλιάδας δεν οδήγησε στην αναβάθμιση του νοσοκομείου Πύργου, που αυτήν τη στιγμή δεν έχει παθολογική κλινική.

Αντί να καθίζονται στο σκαμνί της λαϊκής κρίσης όλες οι κυβερνήσεις, οι πολιτικές και το ασφυκτικό πλαίσιο μνημονίων-επιτροπείας που εκκινήσαμε με ένα ΕΣΥ αθωράκιστο προ πανδημίας, με κόστος χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, μπαίνει η ταφόπλακα της οριστικής του διάλυσης προτού καν τελειώσει η πανδημία.

*Ο Δημήτρης Ζιαζιάς είναι Πρόεδρος της Ένωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αχαΐας (ΕΙΝΑ)

Ελένη Ιωαννίδου: «Ο κόσμος θα συνηθίσει την υποβάθμιση και θα νομίζει ότι δεν έχασε και τίποτε»

Τα περιφερειακά, μικρά, νομαρχιακά νοσοκομεία τα τελευταία χρόνια στενάζουν λόγω υποστελέχωσης. Κλήθηκαν μέσα στην πανδημία να φτιάξουν κλινικές Covid και να τις στελεχώσουν με το υπάρχον, ειδικευμένο για άλλο σκοπό προσωπικό. Πνευμονολόγοι και παθολόγοι είναι τόσο λίγοι που μετά βίας μπορούν να στηρίξουν τα τμήματά τους.

Νευρολόγοι, γαστρεντερολόγοι, δερματολόγοι κλήθηκαν να εφημερεύουν σε μια κλινική με ασθενείς σε αναπνευστική ανεπάρκεια. Αναισθησιολόγοι έχουν μείνει ελάχιστοι. Στελεχώνουν τις ΜΕΘ και φυσικά δεν αρκούν για να στηρίξουν την τακτική λειτουργία του χειρουργικού τομέα. Εμβολιαστικά κέντρα οργανώθηκαν στα νοσοκομεία για να εμβολιάσουν το υγειονομικό προσωπικό και μετά εδραιώθηκαν ως η «εύκολη λύση» για εμβολιασμούς του πληθυσμού. Πού φτάνουμε λοιπόν;

Σε νοσοκομεία εφημεριακά και εμβολιαστικά κέντρα με αποδεκατισμένη τακτική λειτουργία. Με Covid κλινικές που μέλημά τους είναι «να φαίνεται» ένας γιατρός στο εφημεριακό πρόγραμμα ανεξαρτήτως ειδικότητας. Με υποβαθμισμένη εφημερία, εφόσον όλοι οι εξειδικευμένοι γιατροί εφημερεύουν ως ανειδίκευτοι στις Covid και στα εμβολιαστικά κέντρα. Νοσοκομεία που δεν προσφέρουν πλέον παρά έναν σταθμό στον δρόμο για τα μεγάλα τριτοβάθμια νοσοκομεία. Νοσοκομεία που δεν μπορούν να προσφέρουν τακτικά χειρουργεία και εξειδικευμένες υπηρεσίες. Τυχαίο; Δεν νομίζω.

Πίσω από αυτήν τη φαινομενικά συγκυριακή κατάσταση κρύβεται ένας προσεκτικός σχεδιασμός που έχει στόχο αυτήν τη σταδιακή υποβάθμιση.

Οι γιατροί έχουν ξεχάσει τι θα πει άδεια, εκπαίδευση, ποιότητα δουλειάς, στοιχειώδης προγραμματισμός της ζωής στους. Οι πολίτες της επαρχίας έχουν ξεχάσει πώς είναι να προγραμματίζουν και να κάνουν ένα απλό χειρουργείο χολοκυστεκτομής, πώς είναι να τους εκτιμά νευρολόγος ή γαστρεντερολόγος στην εφημερία, πώς είναι να μη χρειάζεται να διακομιστούν σε άλλο νομό γιατί δεν εφημερεύει ουρολόγος.

Οι πολίτες της επαρχίας έχουν ξεχάσει πώς είναι να τους πηγαίνει στο σπίτι τους το ασθενοφόρο όταν είναι κατακεκλιμένοι, να τους δίνουν ραντεβού για επανεξέταση από την κλινική που τους νοσήλευσε, να τους αναλαμβάνει ένας γιατρός και όχι να βλέπουν κάθε μέρα όποιον έχει έρθει με μπλοκάκι, με μετακίνηση, με προσωρινή απόσπαση προκειμένου να καλύψει τις τρύπες στα εφημεριακά προγράμματα. Τα μικρά νοσοκομεία νοσούν βαριά και αντί να «θεραπευτούν» θα οδηγηθούν σε «γρήγορο θάνατο» με τις ευλογίες του κόσμου, που συνηθισμένος πλέον σε αυτό το χάλι θα αισθανθεί ότι δεν έχασε και τίποτε…

* Η Ελένη Ιωαννίδου είναι Παθολόγος – λοιμωξιολόγος στο νοσοκομείο Ρεθύμνου

Σωκράτης Σωτηρόπουλος: «Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου»

Η νοσηλευτική δομή της Αμαλιάδας, η δεύτερη μεγαλύτερη στον νομό μας έπειτα από αυτήν του Πύργου, αποτελεί το νοσοκομείο αναφοράς της βόρειας Ηλείας. Μια περιοχή με 80.000 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι την καλοκαιρινή περίοδο τριπλασιάζονται. Το νοσοκομείο της πόλης με αναπτυγμένες 100 κλίνες και άλλοτε με παθολογική, χειρουργική, ορθοπεδική και γυναικολογική κλινική παρείχε πολύτιμες υγειονομικές υπηρεσίες στην περιοχή όλα αυτά τα χρόνια.

Την εποχή των μνημονίων άρχισε η σταδιακή υποβάθμιση. Με την πανδημία Covid ολοκληρώθηκε η διαδικασία αποδόμησης του νοσοκομείου. Οι υπεύθυνοι των νοσηλευτικών μονάδων αδιαφορούσαν στις συνεχείς εκκλήσεις μας για ενεργοποίηση ενός μηχανισμού άμυνας και ετοιμότητας στην Covid εποχή.

Όταν τα κρούσματα άρχισαν να πληθαίνουν στην Ηλεία αντί να θωρακίσουν το νοσοκομείο, μετέφεραν το μεγαλύτερο μέρος του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στο όμορο νοσοκομείο του Πύργου. Η Αμαλιάδα κατέρρευσε, με αναστολή λειτουργίας των κλινικών και μετατροπή του πάλαι ποτέ δυνατού νοσοκομείου σε εμβολιαστικό κέντρο.

Όσοι λιγοστοί ειδικευμένοι ιατροί παρέμειναν κλήθηκαν να στελεχώσουν τις εμβολιαστικές γραμμές και στην επερχόμενη αξιολόγηση (κατά τα λεγόμενα του πρωθυπουργού) το νοσοκομείο που σκόπιμα υποβάθμισαν θα το χαρακτηρίσουν ανεπαρκές και θα ακολουθήσει το «λουκέτο». Ο οριστικός θάνατος. Μια διαδικασία που θα δώσει στον ιδιωτικό τομέα χώρο και τόπο να αναπτυχθεί και το υπέρτατο αγαθό της υγείας να περάσει στις «ακριβές αγκαλιές» των ιδιωτών κλινικαρχών. Το χειρότερο όμως από όλα είναι η συνεχής κοροϊδία με τις ψεύτικες υποσχέσεις.

Μπροστά στα αδιέξοδα που οι ίδιοι δημιούργησαν χάριν εντυπώσεων η 6η ΥΠΕ και οι κομματικές διοικήσεις συνεχίζουν να εξαγγέλλουν μέτρα στήριξης με μαζικές προσλήψεις, διθυραμβικές ανακοινώσεις επανεκκίνησης με, με… για να γεμίζουν οι στήλες των τοπικών εφημερίδων, ενώ παράλληλα για δεύτερη φορά μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα ο ίδιος ο πρωθυπουργός δηλώνει ξεκάθαρα ότι τα περιφερειακά νοσοκομεία και ειδικά αυτά που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση αναδιαμορφώνονται ριζικά με αλλαγή του ρόλου τους και επί της ουσίας προανήγγειλε κλείσιμο μονάδων.

Συμπερασματικά, από τα πιο επίσημα κυβερνητικά χείλη ξεκαθαρίζεται ότι το περιφερειακό νοσοκομείο της Αμαλιάδας κλείνει τον κύκλο του. Μόνη ελπίδα σωτήριας η ενεργοποίηση ενός βαθιά κοινωνικού μετώπου αντίστασης από συλλογικότητες και φορείς της περιοχής για την προάσπιση του νοσοκομείου και της δημόσιας υγείας.

*Ο Σωκράτης Σωτηρόπουλος είναι Πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων Νοσοκομείου Αμαλιάδας και γενικός σύμβουλος ΠΟΕΔΗΝ

Φωτεινή Καρυστινάκη: «Η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα»

Ως νοσηλευτές την τελευταία και πλέον δεκαετία έχουμε βιώσει δύο φορές την ίδια ιστορία με τους ίδιους πρωταγωνιστές. Την πρώτη φορά το 2013, στην «πανδημία της φτώχειας», ζήσαμε το «περήφανο κλείσιμο νοσοκομείων και τις απολύσεις γιατρών» από την κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ.

Ζήσαμε το αντάρτικο των υγειονομικών της χώρας που περιέθαλπαν κρυφά (ως το 2016) 2,5 εκατ. ανασφάλιστους συμπολίτες μας. Η αυλαία αυτής της τραγωδίας έπεσε με την αλλαγή της κυβέρνησης και τη μαζική αντίδραση υγειονομικών και πολιτών.

Σήμερα η ιστορία επαναλαμβάνεται ως κακόγουστη φάρσα. Υστερα από 18 μήνες πανδημίας, μετρώντας 13.000 νεκρούς συμπολίτες μας, η κυβέρνηση συνεχίζει εκτός μνημονίων και εντός πανδημίας αυτό που υποσχέθηκε, τη διάλυση του ΕΣΥ. Στο τέλος του τρίτου κύματος η νεοδεξιά κυβέρνηση προκαλεί λέγοντας ό,τι με πράξεις απέδειξε τον τελευταίο χρόνο: «το ΕΣΥ άντεξε την πίεση χάρη στο υψηλό επίπεδο και την αυταπάρνηση των υγειονομικών, αλλά εμείς θα υλοποιήσουμε το πρόγραμμά μας για την ιδιωτικοποίηση των νοσοκομείων».

Τι κι αν έγινε ορατή η ανάγκη θωράκισης των δημόσιων νοσοκομείων που όσες κλίνες κι αν διέθεταν δεν ήταν αρκετές για τα Covid-19 και τα non-Covid περιστατικά. Τι κι αν τα ιδιωτικά νοσοκομεία χρειάστηκαν τη συνδρομή των γιατρών του ΕΣΥ για να αντεπεξέλθουν στην πανδημία. Η κυβέρνηση έστρωνε το χαλί της αντισυνταγματικής ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ. Σε δυο χρόνια ακύρωσε 4.500 μόνιμες προσλήψεις, κωλυσιεργεί διαγωνισμούς ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού, αφήνει αδιάθετα 20 εκατ. για προσλήψεις σε ΤΟΜΥ μέσω Περιφέρειας Αττικής και υποβαθμίζει συστηματικά τα περιφερειακά νοσοκομεία.

Η πανδημία έδειξε σε όλο τον πλανήτη την ευθραυστότητα του υπέρτατου αγαθού της υγείας. Οι θεματοφύλακες του αγαθού αυτού δεν μπορεί να έχουν χρηματικό αντίτιμο. Ως νοσηλευτές, ως άνθρωποι που γνωρίζουμε τα πρόσωπα που είχαν οι 13.000 νεκροί συμπολίτες μας, οφείλουμε και καλούμε όλους να πράξουν το αυτονόητο. Να διαφυλάξουν τον δημόσιο χαρακτήρα του ΕΣΥ.

*Η Φωτεινή Καρυστινάκη είναι Νοσηλεύτρια στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός»

Ελένη Μ: «Δεν μπορούσαν να καλυφθούν απλές ανάγκες από το προσωπικό»

Ο πατέρας μου έπαθε σοβαρό ατύχημα και αναγκάστηκε να νοσηλευτεί πολλές μέρες σε μονάδα αυξημένης φροντίδας (ΜΑΦ). Εκεί κανονικά δεν επιτρέπεται να μένουν συγγενείς και φροντιστές των ασθενών. Ακόμη περισσότερο εν μέσω πανδημίας. Οι ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό ήταν τέτοιες που στην πραγματικότητα δεν είχαν άλλη επιλογή από το να αφήνουν τους συγγενείς να βοηθάνε με τους ασθενείς. Οι νοσηλεύτριες ήταν λίγες, έτρεχαν πάνω κάτω και τα νεύρα κάποιων από αυτές ήταν σπασμένα. Δεν θυμάμαι να τις είδα σε οποιαδήποτε φάση να κάθονται χαλαρές.

Εγώ έμεινα κάποιες μέρες και κάποιες νύχτες για να βοηθήσω τον πατέρα μου – έκανα βάρδιες εναλλασσόμενες με τη μητέρα μου. Στον ίδιο θάλαμο με τον πατέρα μου υπήρχε μια γυναίκα την οποία είχαν δέσει στο κρεβάτι. Δεν είχε συγγενείς που να μπορούν να είναι μαζί της και οι νοσηλεύτριες δεν είχαν χρόνο να ασχολούνται με τις ανάγκες της, να την ηρεμούν και να τη βάζουν ξανά στο κρεβάτι όσο συχνά χρειαζόταν. Οπότε την έδεσαν.

Εγώ παράλληλα με τον πατέρα μου βοηθούσα μια άλλη γυναίκα στον θάλαμο που θα εγχειριζόταν για καρκίνο. Είχε έρθει από την Κέρκυρα και δεν είχε συγγενείς στην Αθήνα που να μπορούν να μείνουν μαζί της το βράδυ. Οπως και στον πατέρα μου, δεν μπορούσαν να καλυφθούν απλές ανάγκες, όπως το να πάει δύο φορές μες στο βράδυ τουαλέτα ένας άνθρωπος αποπροσανατολισμένος, φοβισμένος, που χρειάζεται υποστήριξη για να σταθεί στα πόδια του.

Στην αρχή της πανδημίας η κυβέρνηση αναγκάστηκε να χειροκροτεί τους νοσηλευτές, τους γιατρούς και όλους τους εργαζόμενους των δημόσιων νοσοκομείων. Υστερα από χρόνια περικοπών και ιδιωτικοποιήσεων τμημάτων της δημόσιας υγείας, έπειτα από χρόνια άσκησης μιας πολιτικής κυριολεκτικά εγκληματικής. Γιατί οι περικοπές, οι τραγικές ελλείψεις σε προσωπικό, το κλείσιμο ολόκληρων νοσοκομείων και όλα όσα έγιναν τα χρόνια των μνημονίων έχουν συγκεκριμένο κόστος.

Σημαίνουν, για παράδειγμα, προβλήματα υγείας που δεν αντιμετωπίζονται εγκαίρως, προβλήματα υγείας που δεν αντιμετωπίζονται όπως θα έπρεπε, με πολύ συγκεκριμένες συνέπειες στη μετέπειτα ζωή των ανθρώπων, και για κάποιους βέβαια αυτές οι περικοπές, αυτή η κατάσταση σημαίνει θάνατο.

Ήταν φανερό ότι τα χειροκροτήματα και οι έπαινοι της κυβέρνησης ήταν υποκριτικά. Και τώρα που μιλάμε για νέες περικοπές και νέα συρρίκνωση του δημόσιου συστήματος υγείας είναι ακόμη πιο φανερό. Αυτές είναι πολιτικές εγκληματικές με την κυριολεκτική σημασία της έννοιας. Παίζουν κυριολεκτικά με την υγεία και τη ζωή μας.

*Ελένη Μ. Συγγενής ασθενή

Documento Newsletter