Όταν ο Πάμπλο Νερούδα σε ηλικία 10 ετών έγραψε το πρώτο του ποίημα για την κατά 12 έτη μεγαλύτερη ξαδέρφη του Σεράνο δεν γνώριζε πως θα γινόταν ο μεγαλύτερος ποιητής του 20ου αιώνα.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Ρικάρδο Νεφταλί Ρέγιες Μπασοάλτο. Το φιλολογικό του ψευδώνυμο το πήρε μάλλον από τον Τσέχο συγγραφέα και ποιητή Γιαν Νερούντα. Στην εφηβεία είχε την τύχη να μαθητεύσει δίπλα στην κάτοχο του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας Γκαμπριέλα Μιστράλ, η οποία τον μύησε στην κλασική Ρωσικη Λογοτεχνία. Λίγο αργότερα αρχίζει να δημοσιεύει τα πρώτα του ποιήματα στο τοπικό περιοδικό La Manana. Το 1919 αποσπά το τρίτο βραβείο για το ποίημά του «Nocturno ideal».
Η αναγνώριση έρχεται με την ποιητική συλλογή Veinte poemas de amor y una cancion desesperada – Είκοσι ερωτικά ποιήματα και ένα απελπισμένο άσμα, (1924). Ένα έργο που τον καθιερώνει ανάμεσα στους Ραούλ Σίλβα Κάστρο και Πέδρο Πράδο.
Μπαίνει στο διπλωματικό σώμα ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο από το 1927 ως το 1935, ως πρόξενος στη Βιρμανία, στην Κεϋλάνη, στην Ιάβα, στη Σιγκαπούρη, στο Μπουένος Άιρες, στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη.
Η φιλία του με τον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, τον Λουί Αταγκόν και τον Φιντέλ Κάστρο τον οδηγούν στον κουμμουνισμό. Τα έργα του άρχισαν να γίνονται πιο πολιτικοποιημένα, με αποκορύφωμα το «Canto General», το οποίο έχει μελοποιηθεί από τον Μίκη Θεοδωράκη. Όταν ο Πρόεδρος Γκονσάλες Βιδέλα απαγόρευσε τον κομμουνισμό στη Χιλή, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του. Για τέσσερις μήνες κρυβόταν στο υπόγειο ενός σπιτιού στην πόλη Βαλπαραΐσο. Κατόπιν κατάφερε να διαφύγει στην Αργεντινή και από εκεί στην Ευρώπη, όπου έζησε εξόριστος από το 1948 ως το 1952. Ανάμεσα στα μέρη που έζησε κατά την περίοδο της εξορίας του ήταν και το νησί Κάπρι της νότιας Ιταλίας. Από εκεί πήρε το θέμα της η ταινία «Il Postino».
Κατά τη δεκαετία του ’60 το Κομμουνιστικό Κόμμα του απονέμει το μετάλλιο «Ρεκαμπάρεμ» , την υψηλότερη κομματική διάκριση. Μετά τις αποκαλύψεις για τα εγκλήματα του καθεστώτος του Στάλιν από τον Χρούστσεφ, γράφει το «Εxtravagario» διαχωρίζοντας τη θέση του. Το 1971, του απονέμεται το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τάσσεται υπέρ του Αλιέντε και στηρίζει την προεκλογική του εκστρατεία.
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Αλιέντε και των συνεργατών του, ο Νερούδα αφήνει την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο. Το καθεστώς του Αγκούστο Πινοσέτ απαγορεύει να γίνει η κηδεία του ποιητή δημόσιο γεγονός. Ωστόσο, δεκάδες χιλιάδες κόσμου συγκεντρώνονται για να συνοδεύσουν τον αγαπημένο τους ποιητή στην τελευταία του κατοικία. Αναπόφευκτα η κηδεία του Νερούδα γίνεται η πρώτη δημόσια διαμαρτυρία ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία της Χιλής. Τα έργα του παρέμειναν απαγορευμένα στη Χιλή μέχρι και το 1990.
Ο Νερούδα ήταν θερμός φιλέλληνας. Από το Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1951 έστειλε μήνυμα στον κυπριακό λαό: «Στον κυπριακό λαό στέλλω τους αδελφικούς μου χαιρετισμούς. Οι λαοί της Λατινικής Αμερικής υποφέρουν το ίδιο όπως και ο κυπριακός λαός. Στον αγώνα για τη διατήρηση της Ειρήνης έχουμε ένα κοινό σκοπό. Ενωμένοι οι λαοί θα κερδίσουν».
Ο Πάμπλο Νερούδα ήταν ο ποιητής των καταραμένων, ο ερωτευμένος Χιλιανός. Μπορούσε να συνδυάσει ερωτικό λόγο και πολιτικό μανιφέστο σε μια μόνο εικόνα. Ο σουρεαλιστής Λατινοαμερικάνος με την συμβολική γραφή. Σύμφωνα με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ο σημαντικότερος ποιητής του 20ού αιώνα!