Ελλειψη στρατηγικής, αδιαφάνεια και κατακερματισμός στο… σχέδιο Δένδια που θα κοστίσει πολλά δισεκατομμύρια.
Φαίνεται ότι ο Νίκος Δένδιας έτρεξε λίγο παραπάνω απ’ όσο έπρεπε στην κούρσα των εξοπλιστικών ανακοινώσεων, μόνο και μόνο για να του τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια. Η πολυαναμενόμενη παρουσίαση του νέου εξοπλιστικού προγράμματος των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων δεν θα γίνει στις 4 Μαρτίου, όπως είχε αφήσει να εννοηθεί ο υπουργός Εθνικής Αμυνας, αλλά… κάποια στιγμή αργότερα.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, τον πρώτο λόγο στις ανακοινώσεις θα έχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της Βουλής, ενώ ο Ν. Δένδιας θα ακολουθήσει σε δεύτερο χρόνο, παρουσιάζοντας τις λεπτομέρειες του δωδεκαετούς Μακροπρόθεσμου Προγραμματισμού Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ). Τελικά, το ποιος ανακοινώνει τι – και πότε– είναι μια διαδικασία που φαίνεται να επιδέχεται… διορθώσεις της τελευταίας στιγμής.
Οι εξοπλιστικές εξαγγελίες τόσο του Ν. Δένδια όσο και του πρωθυπουργού καταδεικνύουν την απουσία στρατηγικού σχεδιασμού στη διαμόρφωση της αμυντικής πολιτικής. Η ανακοίνωση ενός νέου εξοπλιστικού προγράμματος ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, χωρίς σαφή σύνδεση με συγκεκριμένες επιχειρησιακές ανάγκες και με την Πολιτική Εθνικής Αμυνας (ΠΕΑ), εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη διαχείριση των πόρων και την προτεραιοποίηση των στρατιωτικών αναγκών.
Το βάρος στις πλάτες των πολιτών
Η έλλειψη συνολικής στρατηγικής αποτυπώνεται στη διασπορά των εξοπλιστικών προγραμμάτων, με τον ίδιο τον υπουργό να παραδέχεται ότι υπάρχουν περίπου 800 επιμέρους προγράμματα χωρίς ξεκάθαρη κοστολόγηση και προτεραιοποίηση. Αυτό έχει αποτέλεσμα την προμήθεια οπλικών συστημάτων που δεν εντάσσονται ορθολογικά στη δομή και στις επιχειρησιακές δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ παράλληλα επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό.
Την ίδια στιγμή η αναζήτηση χρηματοδότησης μέσω δωρεών από μεγαλοεπιχειρηματίες για την ενίσχυση της άμυνας υποδηλώνει περιορισμένους κρατικούς πόρους και μια πολιτική που μεταθέτει το βάρος στους πολίτες, οι οποίοι ήδη βιώνουν τις συνέπειες μιας μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης.
Η απουσία συνεκτικού σχεδίου καθιστά τις αμυντικές δαπάνες όχι μόνο οικονομικά δυσβάστακτες αλλά και αναποτελεσματικές από στρατιωτική άποψη, θέτοντας σε κίνδυνο τη συνοχή και την αποτρεπτική ικανότητα της χώρας.
Χρόνιες καθυστερήσεις και αδιέξοδα
Η υλοποίηση εξοπλιστικών προγραμμάτων στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από χρόνιες καθυστερήσεις και αδιέξοδα. Συμβάσεις που θα έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί εδώ και δεκαετίες παραμένουν σε εκκρεμότητα, παρά τις προκαταβολές που έχουν καταβληθεί, επηρεάζοντας την επιχειρησιακή ετοιμότητα.
Ενδεικτικά παραδείγματα είναι τα εξής:
Αναβάθμιση αεροσκαφών P-3B Orion: Ξεκίνησε το 2016 για την ενίσχυση των θαλάσσιων περιπολιών, αλλά οι καθυστερήσεις έχουν φέρει πίσω την επιχειρησιακή τους ένταξη.
Προμήθεια αρμάτων μάχης Leopard 2HEL: Η σύμβαση του 2003 προέβλεπε ολοκλήρωση έως το 2009, όμως οι καθυστερήσεις παρέτειναν την παράδοση για αρκετά χρόνια. Αγορά αμερικανικών drones Switchblade: Το 2024 η απόφαση για την προμήθειά τους ελήφθη χωρίς να έχει προηγηθεί στρατηγικός σχεδιασμός για την ένταξή τους στο δόγμα επιχειρήσεων.
Ανάπτυξη αντιπυραυλικού συστήματος Iron Dome: Η πρόθεση ανάπτυξης συστήματος κόστους πάνω από 3,6 δισ. ευρώ σε συνεργασία με το Ισραήλ εγείρει ερωτήματα για τη συνολική αμυντική στρατηγική.
Έλλειψη διακλαδικότητας και συντονισμού
Παρά τη θεωρητική δέσμευση στη διακλαδικότητα, η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων είναι εμφανής. Οι προμήθειες γίνονται αποσπασματικά, χωρίς ενιαία στρατηγική προτεραιοτήτων.
Επιπλέον, παρά τις διακηρύξεις για ανασυγκρότηση της αμυντικής βιομηχανίας, η πραγματικότητα αποκαλύπτει σημαντικές ελλείψεις. Συγκεκριμένα, η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ) παρουσιάζει εικόνα εγκατάλειψης, με υποδομές που στάζουν, ανεπαρκή θέρμανση και απαρχαιωμένο εξοπλισμό. Αυτές οι συνθήκες υπονομεύουν όχι μόνο την αποδοτικότητα της ΕΑΒ αλλά και την εθνική άμυνα συνολικά.
Η απουσία διακλαδικότητας και ενιαίας στρατηγικής στις προμήθειες οπλικών συστημάτων, με 852 αυτοτελή εξοπλιστικά προγράμματα κόστους 53 δισ. ευρώ, επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό χωρίς να ενισχύει ουσιαστικά την αμυντική ικανότητα της χώρας.
Επιχειρησιακά, η απουσία διακλαδικού συντονισμού προκαλεί δυσλειτουργίες σε κρίσιμες αποστολές, ενώ η έλλειψη κοινών δομών και διαδικασιών υπονομεύει την αποτελεσματικότητα των Ενόπλων Δυνάμεων.
Μαζικές παραιτήσεις στο στράτευμα
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και ο ανθρώπινος παράγοντας, κυρίως μέσω των παραιτήσεων αλλά και των μαζικών απολύσεων που προέβη ο Ν. Δένδιας στις πρόσφατες έκτακτες κρίσεις. Το 2024 παρατηρήθηκε κύμα παραιτήσεων στις Eνοπλες Δυνάμεις με σοβαρές επιπτώσεις στην επιχειρησιακή ετοιμότητα.
Σύμφωνα με την Πανελλαδική Ομοσπονδία Ενώσεων Στρατιωτικών (ΠΟΕΣ):
Από τις στρατιωτικές σχολές, 94 πρωτοετείς σπουδαστές των Σχολών Ευελπίδων, Ναυτικών Δοκίμων και Ικάρων αποχώρησαν.
Στις σχολές υπαξιωματικών οι παραιτήσεις πρωτοετών έφτασαν τις 107.
• Στο Πολεμικό Ναυτικό οι παραιτήσεις πλησίασαν τις 300, με το ένα τρίτο να αφορά νεότερα στελέχη.
Αυτά τα δεδομένα αποκαλύπτουν μια κρίση διαρκείας, που απαιτεί επανεξέταση της πολιτικής στελέχωσης και ενίσχυση των κινήτρων παραμονής στο στράτευμα.
Διαβάστε επίσης
Η ΝΔ αθώωσε τον Τριαντόπουλο πριν τη σύσταση της Προανακριτικής: «Δεν προκύπτει παράβαση καθήκοντος»
Τέμπη: Οι ενδείξεις της συγκάλυψης του εγκλήματος – Τα σημεία που εκτροχίασαν την έρευνα