Αντιμέτωποι με την ανεπάρκεια –ή την αδιαφορία;– της κυβέρνησης Μητσοτάκη όχι μόνο να διαχειριστεί την πανδημία που καθημερινά στοιχίζει εκατοντάδες νεκρούς, αλλά και να κρατήσει ανοιχτά και λειτουργικά τα νοσοκομεία απέναντι σε μια κακοκαιρία που ήταν ήδη γνωστή ήρθαν οι πολίτες και το υγειονομικό προσωπικό. Δεν φτάνει που από τη Δευτέρα του χιονιά μετράμε πάνω από 100 θανάτους από Covid-19 –118 (στοιχεία worldometers.info) μάλιστα την Τετάρτη, αριθμός-ρεκόρ για τη χρονιά–, ήρθαν και οι δρόμοι-χιονοδρομικά κέντρα μεγάλων αστικών κέντρων να εμποδίσουν την πρόσβαση στα νοσοκομεία όχι μόνο σε ασθενείς με κορονοϊό που έχουν απόλυτη ανάγκη, αλλά και σε ασθενείς που επίσης έπρεπε να επισκεφτούν τα επείγοντα για διάφορες άλλες αιτίες. Το «επιτελικό κράτος» Μητσοτάκη πάγωνε στο χιόνι όπως και οι ελπίδες χιλιάδων ασθενών για άμεση ιατρική αντιμετώπιση του προβλήματός τους. Οι γιατροί ξεχειλίζουν από οργή τόσο για τα αποκλεισμένα από το χιόνι νοσοκομεία όσο και για την κατάσταση που βιώνουν τα δύο τελευταία χρόνια: «Χάσαμε ασθενείς που θα μπορούσαμε να είχαμε σώσει αν είχαμε εισακουστεί. Δεν θεωρούμε ότι είναι φυσικό “να πεθαίνεις από κορονοϊό επειδή είσαι μεγάλος σε ηλικία, παχύσαρκος ή έχεις άλλα νοσήματα”, όπως ξεδιάντροπα ισχυρίστηκε η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας».
Εκατόμβες νεκρών
Δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους όταν είδαν τα νοσοκομεία όπου εργάζονται εδώ και πολλά χρόνια να είναι απροσπέλαστα από το χιόνι, όταν διαπίστωσαν ότι δεν μπορούν να προσφέρουν καν φαγητό στους ασθενείς τους, όπως στο «Σωτηρία», και όταν αναγκάστηκαν να δουλέψουν διπλοβάρδιες επειδή οι συνάδελφοί τους δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν το νοσοκομείο.
«Ο γιατρός που εφημέρευε στο ακτινολογικό έκανε δύο μέρες συνεχόμενες εφημερίες, οι νοσηλευτές το ίδιο. Εννοούμε 48 ώρες. Δηλαδή πήγε τη Δευτέρα το πρωί και έφυγε Τετάρτη μεσημέρι» περιγράφει στο Documento τη χαώδη κατάσταση η εκπρόσωπος των εργαζομένων του νοσοκομείου ΚΑΤ Βούλα Πάκου. Η ομοσπονδία των γιατρών του ΕΣΥ (ΟΕΝΓΕ) αποκάλυψε έγγραφο του διευθυντή της παθολογικής κλινικής του νοσοκομείου Παμμακάριστος, με το οποίο ζητούσε από τους αρμόδιους να πάρουν μέτρα για την ασφαλή μεταβαση των εργζομένων στο νοσοκομειο χωρίς να πάρει απάντηση με αποτέλεσμα στις 25 και 26 του μηνός να εφημερεύει για 36 ώρες συνεχόμενα μια παθολόγος για πάνω από 70 ασθενείς σε πέντε διαφορετικά τμήματα. «Δεν είναι δυνατόν κάποιος να βγάζει 24 ώρες σε νοσοκομείο χωρίς να κοιμηθεί. Εχει την ευθύνη ασθενών, ζωές που πρέπει να διαχειριστεί» επισήμανε η πρόεδρος της ΕΙΝΑΠ Ματίνα Παγώνη.
Λίγα χιλιόμετρα παραπάνω η «Ελπίδα» έκανε απροσπέλαστο και το Σισμανόγλειο. «Τις άλλες χρονιές, με κακοκαιρίες πάντα, η οδός Σισμανογλείου ήταν ανοιχτή, πάντα η λεωφόρος Πεντέλης ήταν ανοιχτή. Πρώτη φορά συμβαίνει αυτό και εργάζομαι στο νοσοκομείο 36 χρόνια» σημειώνει η Κατερίνα Παπαϊωάννου, εκπρόσωπος εργαζομένων του νοσοκομείου.
Η ΠΟΕΔΗΝ μάλιστα κατήγγειλε ότι πρακτικά ήταν αποκλεισμένα 20 μεγάλα νοσοκομεία, ειδικά στον άξονα της λεωφόρου Μεσογείων.
Η κακοκαιρία ανέδειξε σε όλο της το μεγαλείο την αυταπάρνηση του λιγοστού υγειονομικού προσωπικού προκειμένου να κρατήσει όρθια τα πολιορκημένα από το χιόνι νοσοκομεία, το οποίο παράλληλα ήδη στενάζει από το βάρος της πανδημίας. Ο κορονοϊός επιμένει και οι «σκληροί δείκτες» διασωληνωμένων και απωλειών παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα. Η Ελλάδα τις τελευταίες μέρες χάνει καθημερινά εκατοντάδες ανθρώπους αλλά αυτό περνάει πίσω από τις κουίντες της δημοσιότητας. Οχι μόνο δεν σημαίνει συναγερμός, αλλά η κυβέρνηση, σαν να δίνει σύνθημα λήξης, αποφάσισε την περασμένη Πέμπτη να άρει τους όποιους περιορισμούς στη διασκέδαση. Ψίθυροι και όχι κραυγές έχουν ακουστεί για τους 2.346 (στοιχεία ΕΟΔΥ) που έχασαν τη μάχη με την Covid-19 από την πρώτη ημέρα του χρόνου μέχρι και την περασμένη Παρασκευή. O αριθμός σοκάρει και, όπως εξηγούν γιατροί της πρώτης γραμμής, έναν από τους βασικούς λόγους για την αύξηση αυτού του μακάβριου αριθμού αποτελούν και οι συνθήκες νοσηλείας όσων μολυσμένων από κορονοϊό νοσούν βαριά, ενώ παράλληλα συντελούν και η υποστελέχωση των νοσοκομείων και η ελλιπής εμβολιαστική κάλυψη.
«Οι σκληροί δείκτες είναι όντως σε εντυπωσιακά υψηλά επίπεδα. Χθες (σ.σ.: Τετάρτη) στο Βέλγιο που έχει τον ίδιο πληθυσμό με την Ελλάδα πέθαναν 28 άνθρωποι· η Ιταλία με εξαπλάσιο πληθυσμό από εμάς έχει μόνο διπλάσιο αριθμό διασωληνωμένων. Αυτό συμβαίνει γιατί η έκταση της πανδημίας έχει ξεπεράσει κάποια όρια. Οι επιδόσεις του συστήματος είναι γνωστές και η εμβολιαστική μας κάλυψη είναι ελλιπής. Ο συνδυασμός αυτών αποτυπώνεται σε αυτούς τους σκληρούς δείκτες» σχολίασε μιλώντας στην ΕΡΤ ο Ηρακλής Τσαγκάρης, καθηγητής Πνευμονολογίας και Εντατικής Θεραπείας, εντατικολόγος στο νοσοκομείο Αττικόν, προσθέτοντας ότι αναμένεται αποκλιμάκωση των σκληρών δεικτών μετά τις 15 Φεβρουαρίου.
Χωρίς σχέδιο
Από την πλευρά της η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα ανέφερε σε συνέντευξή της για τον υψηλό, όπως παραδέχτηκε, αριθμό των νεκρών ότι αποτελεί πολυπαραγοντικό ζήτημα: «Από τους χθεσινούς (σ.σ. Τετάρτη) θανάτους υπήρχαν 80 ανεμβολίαστοι και 27 που είχαν εμβολιαστεί πριν από πολλούς μήνες με τη δεύτερη δόση χωρίς να κάνουν την τρίτη». Σημείωσε ότι βασικό κομμάτι των θανάτων προέρχεται από ασθενείς που δεν χρήζουν διασωλήνωσης, η κατάσταση υγείας των οποίων είναι ήδη επιβαρυμένη και όχι απαραίτητα από αναπνευστική ανεπάρκεια. Σχολιάζοντας τις δηλώσεις Γκάγκα σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης ο αναπληρωτής καθηγητής Δημόσιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο Γουόλντεν στη Μινεάπολη των ΗΠΑ Βασίλειος Μαργαρίτης επισήμανε ότι «δεν προτείνεται κανένα σχέδιο διερεύνησης / αντιμετώπισης του οξύτατου προβλήματος, δεν διακρίνεται πρόθεση διαφανούς και ανοικτής διαχείρισης των δεδομένων», σημειώνοντας ουσιαστικά την έλλειψη οργάνωσης και διαχείρισης. Για να καταλήξει ότι: «Φαίνεται δυστυχώς ότι μοιρολατρικά θα συνεχίσουν οι θάνατοι σε εμβολιασμένους και μη, φυσική επιλογή (;) ενώ οι υπόλοιποι-τυχεροί θα ζούμε αμέριμνοι; Πρέπει να μην αφήσουμε αυτή τη λογική να επικρατήσει, όχι μόνο γιατί έχουμε έτσι ψευδαίσθηση του τέλους της πανδημίας αλλά το σύστημα υγείας θα παραμένει μη λειτουργικό και για τις υπόλοιπες παθήσεις. Είναι επείγον να αντιμετωπιστεί η μεγάλη θνητότητα του ιού στη χώρα».
«Δεν έκαναν τίποτα»
«Οι βαριά νοσήσαντες μπαίνουν στην εντατική ή μένουν εκτός εντατικής και γι’ αυτό δεν έγινε τίποτε ώστε να βελτιωθεί. Οι εκτός εντατικής εξακολουθούν να έχουν τρομερή θνητότητα» αναφέρει χαρακτηριστικά η Χριστίνα Κυδώνα, εντατικολόγος στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. «Δεν έγινε κάτι για να βελτιωθεί αυτός ο δείκτης» παρατηρεί και εξηγεί ότι «στην Ελλάδα εφαρμόζεται το θεραπευτικό πρωτόκολλο πριν από την εντατική που εφαρμόζεται και στην Ευρώπη. Είχαμε τα φάρμακα όταν τα είχαν και οι άλλοι, ωστόσο η διαφορά με την Ελλάδα είναι ότι τα νοσοκομεία είναι υποστελεχωμένα και ότι οι ασθενείς έρχονται αργά. Παράλληλα στη βόρεια Ελλάδα εξακολουθούν να επιβιώνουν απόψεις στον υπερήλικα πληθυσμό και ένα σοβαρό ποσοστό τους είναι ανεμβολίαστο».
«Νοσηλεύονται μεγάλης ηλικίας άνθρωποι οι οποίοι έχουν πολλές συννοσηρότητες και θέλουν πολύ εντατική φροντίδα. Αυτήν τη δυνατότητα δεν την έχουν λόγω της υποστελέχωσης και λόγω των συνθηκών νοσηλείας μέσα στις κλινικές Covid» εξηγεί η Ελένη Ιωαννίδου, επιστημονική υπεύθυνη για τη διαχείριση της πανδημίας στο νοσοκομείο του Ρεθύμνου.
Και τα νοσοκομεία της Πάτρας δέχονται μεγάλη πίεση. Ο γραμματέας των νοσοκομειακών γιατρών Αχαΐας (ΕΙΝΑ) Στέλιος Τσόχατζης αποδίδει τον υψηλό αριθμό των νεκρών «στην υποθεραπεία των ασθενών μέσα στα νοσοκομεία. Αυτό φαίνεται και στις κλινικές Covid. Συγκεκριμένα στο “Αγιος Ανδρέας” είναι 80 ασθενείς με τέσσερις γιατρούς. Είναι οι ίδιοι γιατροί τα τελευταία δύο χρόνια με δύο νοσηλευτές ανά βάρδια. Αντιλαμβάνεστε ότι οι εν λόγω ασθενείς δεν μπορούν να έχουν την περίθαλψη που πρέπει. Στην ουσία υπεύθυνη είναι η υποθεραπεία λόγω της υποστελέχωσης των νοσοκομείων». Οσον αφορά τους ασθενείς που δεν πηγαίνουν έγκαιρα στα νοσοκομεία, με την κατάσταση της υγείας τους ήδη επιβαρυμένη, σημειώνει: «Οι ασθενείς έρχονται αργά όχι τόσο στα Covid αλλά και στην υπόλοιπη νοσηρότητα, γιατί κι εκεί καταγράφεται μεγάλο ποσοστό νοσηρότητας και θνησιμότητα μέσα στο νοσοκομεία. Προφανώς αυτό δεν απασχολεί ιδιαίτερα την κυβέρνηση».
Πάντως η μεγαλύτερη πληγή που εκτοξεύει στα ύψη τη θνητότητα είναι η έλλειψη κρεβατιών ΜΕΘ, με αποτέλεσμα να βρίσκονται διασωληνωμένοι ασθενείς εκτός μονάδας εντατικής θεραπείας. «Σίγουρα παίζει ρόλο και η υποστελέχωση. Επίσης όταν ο ασθενής μένει στον όροφο διασωληνωμένος χωρίς να υπάρχει κρεβάτι ΜΕΘ οι πιθανότητες να πεθάνει είναι πολύ μεγαλύτερες. Σύμφωνα με μελέτες, όταν έχεις διασωληνωμένους ασθενείς σε κοινή κλίνη μειώνεται το ποσοστό επιβίωσης κάθε λεπτό που περνάει» αναφέρει ο πνευμονολόγος του Ευαγγελισμού Σταμάτης Τσιπιλής, προσθέτοντας ότι ακόμη ένας βασικός λόγος είναι και τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού.
«Η βασική διαφορά με τη Σουηδία είναι το σύστημα υγείας»
Για μια εξήγηση στο φαινόμενο του υψηλού αριθμού των θυμάτων από την πανδημία σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς το σύνολο των νεκρών ανά εκατομμύριο πληθυσμού έχει ξεπεράσει πλέον το αντίστοιχο πολυπληθών χωρών όπως η Γερμανία, το Documento απευθύνθηκε στον Κώστα Βλάχο, σύμβουλο πνευμονολογίας στο νοσοκομείο Halland της Σουηδίας.
«Κατά τη γνώμη μου το πρόβλημα είναι πολυπαραγοντικό» σχολίασε και σημείωσε: «Η Σουηδία αντιμετώπισε πολύ βαρύ πρώτο κύμα, για το οποίο ήταν σε μεγάλο βαθμό ανοργάνωτη. Αυτό είχε αποτέλεσμα μεγάλο αριθμό θανάτων και τρομερή πίεση στο σύστημα υγείας. Η σύγκριση με τις γειτονικές χώρες ήταν αμείλικτη. Εγιναν λάθη. Από εκεί και μετά τα πράγματα πήγαν καλύτερα. Οι γνώσεις μας για τον ιό βελτιώθηκαν, υπήρξαν επιστημονικές οδηγίες για την αντιμετώπιση, τα μέσα προσωπικής προστασίας δεν ήταν πλέον σε έλλειψη. Κατόπιν έφτασαν τα εμβόλια. Η πολιτική του Folkhälsomyndigheten (ο σουηδικός ΕΟΔΥ) ήταν να εμβολιαστούν σε απόλυτη προτεραιότητα οι ηλικιωμένοι και κατόπιν οι γιατροί και νοσηλευτές των ΜΕΘ. Ο πρωθυπουργός εμβολιάστηκε με την αντίστοιχη ηλικιακή ομάδα των 60-65. Τα επόμενα κύματα βρήκαν τους ηλικιωμένους και τις ευπαθείς ομάδες εμβολιασμένους σε ποσοστά άνω του 90% και αρκετούς νεότερους να έχουν ήδη αναρρώσει από τον ιό και να έχουν κάποιου βαθμού ανοσία. Διαφορές με την Ελλάδα υπάρχουν. Οι αρνητές του ιού και των εμβολίων είναι λιγότεροι και δραστηριοποιούνται κυρίως σε YouTube και μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οδηγίες για τον ιό δίδονται από επίσημες ανακοινώσεις του αντίστοιχου ΕΟΔΥ και υπουργών. Το κοινωνικό συμβόλαιο είναι πολύ ισχυρό στη Σκανδιναβία, οι πολίτες ακολουθούν τις επίσημες οδηγίες».
Ο Κ. Βλάχος συμπληρώνει συγκρίνοντας τον βασικό μοχλό στη δημόσια υγεία: «Η μεγάλη διαφορά όμως είναι το σύστημα υγείας. Ενα σύστημα που ναι μεν έχει προβλήματα –η Σουηδία έχει τα λιγότερα νοσοκομειακά κρεβάτια ανά 100.000 πληθυσμού στην Ευρώπη–, αλλά είναι οργανωμένο. Υπάρχει αναπτυγμένη πρωτοβάθμια υγεία και προσπάθεια να μην υφίστανται διαφορές στην παρεχόμενη υγεία ανάμεσα στην πρωτεύουσα και στις μικρότερες πόλεις. Οταν χρειάστηκαν κρεβάτια ΜΕΘ έγινε προσπάθεια και διπλασιάστηκε η χωρητικότητα, συσκευές HighFlow υπήρχαν στα νοσοκομεία ήδη προ πανδημίας και αγοράστηκαν πολλές καινούργιες και ο προϋπολογισμός των νοσοκομείων αυξήθηκε. Παρόλο που οι αντοχές του συστήματος δοκιμάστηκαν, δεν φτάσαμε κοντά στην κατάρρευση, δεν κάναμε “πολεμική ιατρική” όπως πολύ φοβάμαι έγινε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες».