Η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ καταδίκασε την «απόλυτα ειδεχθή» επίθεση. Το Βερολίνο ανακοίνωσε ότι ολοκλήρωσε τις πτήσεις στο πλαίσιο της επιχείρησης εκκένωσης, όπως και η Ολλανδία, ο Καναδάς, το Βέλγιο. Άλλες χώρες, ανάμεσά τους η Βρετανία και η Γαλλία, έκαναν σαφές πως συνεχίζουν τις επιχειρήσεις απομάκρυνσης ανθρώπων.
Μετά τις εκρήξεις το Παρίσι ανακοίνωσε τον επαναπατρισμό στο Παρίσι, για λόγους ασφαλείας, του πρεσβευτή Νταβίντ Μαρτινόν, που παρέμενε στο αεροδρόμιο ως χθες.
Σύμφωνα με στρατιωτικές πηγές η μια από τις εκρήξεις έγινε κοντά στην πύλη Άμπι, μια από τις τρεις προσβάσεις στο νοσοκομείο.
«Ήταν μια πελώρια έκρηξη μέσα στο πλήθος που περίμενε μπροστά σε πύλη του αεροδρομίου», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο αυτόπτης μάρτυρας, ο Μιλάντ.
Άλλος αυτόπτης μάρτυρας είδε «έναν άνδρα να τρέχει κρατώντας στην αγκαλιά του ένα τραυματισμένο παιδί».
Ο ρυθμός των πτήσεων, που επιταχυνόταν τις προηγούμενες ημέρες, είχε αρχίσει να επιβραδύνεται την Τετάρτη.
Σύμφωνα με καταμέτρηση του Λευκού Οίκου το πρωί χθες Πέμπτη, 13.400 άνθρωποι απομακρύνθηκαν τις προηγούμενες 24 ώρες, οι 5.100 με αμερικανικά μεταγωγικά και 8.300 με 74 συμμαχικά αεροσκάφη, παρά το χάος στο αεροδρόμιο από τη μαζική ροή υποψηφίων προσφύγων.
Προχθές Τετάρτη ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, ο Άντονι Μπλίνκεν, διαβεβαίωσε πως οι Ταλιμπάν δεσμεύθηκαν να αφήσουν τους Αμερικανούς και Αφγανούς που «κινδυνεύουν» να φύγουν ακόμη και μετά την 31η Αυγούστου. Η Γερμανία ανέφερε πως έλαβε διαβεβαιώσεις ότι οι εμπορικές πτήσεις θα μπορέσουν να ξαναρχίσουν.
Ολλανδία: «Οδυνηρή στιγμή»
Το επικείμενο τέλος της επιχείρησης εκκένωσης εγείρει την ανησυχία ότι πολλοί Αφγανοί που εργάστηκαν τα τελευταία χρόνια για τις ξένες δυνάμεις ή για την υποστηριζόμενη από τη Δύση κυβέρνηση –η οποία κατέρρευσε– και αισθάνονται πως απειλούνται από τους Ταλιμπάν, δεν θα μπορέσουν να φύγουν έγκαιρα.
«Πρόκειται για οδυνηρή στιγμή» διότι «κόσμος που είχε δικαίωμα να μεταφερθεί στην Ολλανδία θα εγκαταλειφθεί», συνόψισαν η ολλανδή υπουργός Εξωτερικών Σίγκριντ Κάαχ και η ολλανδή υπουργός Άμυνας Ανκ Μπάιλεβελντ.
Το ΙΚΧ έχει αναλάβει την ευθύνη για ορισμένες από τις πιο πολυαίμακτες επιθέσεις των τελευταίων ετών στο Αφγανιστάν, με εκατοντάδες νεκρούς. Βάζει στο στόχαστρο πάνω απ’ όλα μουσουλμάνους που θεωρεί συλλήβδην αιρετικούς, ιδίως τους σιίτες. Ανέλαβε έτσι την ευθύνη για την επίθεση εναντίον σιιτικού γάμου στην Καμπούλ τον Αύγουστο του 2019, που είχε στοιχίσει τη ζωή σε 91 ανθρώπους.
Παρότι πρόκειται για δυο σουνιτικές ριζοσπαστικές ένοπλες οργανώσεις, το ΙΚ και οι Ταλιμπάν έχουν ανταγωνιστική σχέση που χαρακτηρίζεται από το αμοιβαίο μίσος.
Την Πέμπτη αναλυτές είχαν επισημάνει πως η δραστηριότητα του ΙΚΧ είχε σταματήσει σχεδόν τελείως για 12 ημέρες, πιθανή ένδειξη πως σχεδίαζε μεγάλη επίθεση.
Οι προειδοποιήσεις όμως δεν απέτρεψαν, πριν από τις εκρήξεις, τους χιλιάδες Αφγανούς να παραμείνουν στην περιοχή του αεροδρομίου.
Πολλοί Αφγανοί φοβούνται πως οι Ταλιμπάν θα επιβάλλουν το ίδιο είδος φονταμενταλιστικού, βάρβαρου καθεστώτος όπως αυτό που καταδυνάστευε τη χώρα από το 1996 ως το 2001.
Ειδικά οι γυναίκες και τα μέλη εθνικών μειονοτήτων ανησυχούν για την τύχη τους.
Αφού κατέλαβαν ξανά την εξουσία, οι Ταλιμπάν αποπειρώνται να παρουσιάσουν πιο μετριοπαθές πρόσωπο, χωρίς να πείθουν πολλούς.