Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας: «Οι γυναίκες δεν επιστρέφουν στο σπίτι»

Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας: «Οι γυναίκες δεν επιστρέφουν στο σπίτι»

Η 8η Μαρτίου είναι καθιερωμένη ως Ημέρα της Γυναίκας. Η διεθνής ημέρα των δικαιωμάτων των γυναικών έχει τις ρίζες της στις διαμαρτυρίες των γυναικών στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, που ζητούσαν ίσα δικαιώματα, καλύτερες συνθήκες εργασίας, καθώς και δικαίωμα ψήφου.

Θεσμοθετήθηκε το 1977 από τον ΟΗΕ, ο οποίος κάλεσε όλες τις χώρες του κόσμου να γιορτάσουν την ημέρα για τα δικαιώματα των γυναικών.

Τη σημερινή εποχή, οι γυναίκες εξακολουθούν να διεκδικούν τα δικαιώματά τους στον τομέα της εργασίας, στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, ενώ στοχεύουν στην ισότιμη συμμετοχή τους στις εξελίξεις της σύγχρονης κοινωνίας. Όπως διαπιστώνει, μεταξύ άλλων, η καθηγήτρια και διοικήτρια του ΟΑΕΔ, Μαρία Καραμεσίνη, οι ανισότητες φύλου στην αγορά εργασίας εις βάρος των γυναικών έχουν μειωθεί, κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης κρίσης που ζει η χώρα μας εδώ και σχεδόν μια δεκαετία. Εκτιμά ότι η τρέχουσα οικονομική κρίση ενδέχεται να κυοφορεί μονιμότερες αλλαγές στην κατεύθυνση της έμπρακτης αμφισβήτησης του οικογενειακού προτύπου- του άνδρα κουβαλητή -που, εκτός από αλλαγή αντιλήψεων, απαιτεί σταθερά αυξανόμενες ευκαιρίες απασχόλησης για τις γυναίκες.

Ωστόσο, διευκρινίζει ότι η εξίσωση της κατάστασης των δύο φύλων προς τα κάτω, δηλαδή προς το χειρότερο, δεν αποτελεί θεμιτό μέσο επίτευξης των στόχων της όποιας πολιτικής ισότητας των φύλων στην απασχόληση.

Η διοικήτρια του ΟΑΕΔ προαναγγέλλει, επίσης, το σχεδιασμό ενός καινοτόμου προγράμματος υποστήριξης και ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας των νέων, όπου ο ΟΑΕΔ έχει προβλέψει ποσόστωση φύλου, με στόχο να συμβάλει στη μείωση των ανισοτήτων φύλου στην αυτοαπασχόληση εις βάρος των γυναικών.

Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η κ. Καραμεσίνη εκθέτει τις απόψεις της για τη θέση της σύγχρονης γυναίκας στην αγορά εργασίας και απαριθμεί τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο πέρασμα του χρόνου.

Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι «η οικονομική κρίση ανέτρεψε με οδυνηρό τρόπο τις ζωές ανδρών και γυναικών, είχε, όμως, διαφορετικές επιπτώσεις στα δύο φύλα και παρήγαγε διαφορετικές εκ μέρους τους αντιδράσεις στο πλαίσιο ατομικών και οικογενειακών στρατηγικών, λόγω της διαφορετικής θέσης ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας, την οικογένεια και την κοινωνική αναπαραγωγή.

Έχοντας πλήξει και διαβρώσει ακόμα και τον σκληρό πυρήνα της μισθωτής εργασίας, δηλαδή τα πιο προστατευμένα τμήματά της όπου επικρατούσαν, πριν την κρίση, οι άνδρες, η μαζική ανεργία και η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας που παρήγαγαν η οικονομική κρίση και οι πολιτικές λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης των τελευταίων ετών, έχουν μειώσει τις προϋπάρχουσες ανισότητες φύλου εις βάρος των γυναικών στην αγορά εργασίας. Όμως, η εξίσωση της κατάστασης των δύο φύλων προς τα κάτω, δηλαδή προς το χειρότερο, δεν αποτελεί θεμιτό μέσο επίτευξης των στόχων της όποιας πολιτικής ισότητας των φύλων στην απασχόληση.

Κρίση και ανισότητες φύλου στην αγορά εργασίας-εξίσωση προς τα κάτω

Πράγματι, η κρίση έπληξε περισσότερο την ανδρική από τη γυναικεία απασχόληση, αλλά ακόμα και σήμερα το γυναικείο ποσοστό ανεργίας είναι συντριπτικά μεγαλύτερο του ανδρικού, 27% έναντι 19%, ενώ η απόσταση μεταξύ του γυναικείου και ανδρικού ποσοστού απασχόλησης είναι η τρίτη μεγαλύτερη στην Ε.Ε. Η μεγαλύτερη αναλογικά μείωση της ανδρικής απασχόλησης κατά 26% έναντι μείωσης της γυναικείας κατά 21% μεταξύ 2008 και 2013, οφείλεται κυρίως στο ότι αυτή συγκεντρωνόταν περισσότερο στα επαγγέλματα και τους οικονομικούς κλάδους που επλήγησαν συγκριτικά περισσότερο από την κρίση, όπως οι κατασκευές και η μεταποίηση.

Ωστόσο, οι πολύ περιορισμένες προσλήψεις στον δημόσιο τομέα, που προβλέπεται να συνεχιστούν και τα επόμενα χρόνια, έχουν ακυρώσει κυρίως τις επαγγελματικές προοπτικές των νεαρών γυναικών με πτυχία ανώτατης εκπαίδευσης, που συνωστίζονται στις πύλες εισόδου του δημοσίου τομέα, ο οποίος παρέχει εργασιακή ασφάλεια και καλύτερες συνθήκες εργασίας από τον ιδιωτικό.

Παρά τις εκτεταμένες απολύσεις και τη δραματική συρρίκνωση των ευκαιριών απασχόλησης κατά τη διάρκεια της κρίσης, οι γυναίκες όχι μόνο δεν “επέστρεψαν στο σπίτι”, αλλά συνέρρευσαν μαζικά στην αγορά εργασίας, για να στηρίξουν το καταρρέον οικογενειακό εισόδημα από τις απώλειες ανδρικών θέσεων εργασίας και τους μειωμένους μισθούς και συντάξεις. Δεν αποθαρρύνθηκαν, αλλά αντέδρασαν δυναμικά και διεκδικητικά. Από το 2008 μέχρι σήμερα, η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας υπήρξε αδιάλειπτη.

Αντίθετα, οι άνδρες αποσύρθηκαν μαζικά από την αγορά εργασίας ως αποτέλεσμα της κρίσης στην απασχόληση, το ανδρικό ποσοστό συμμετοχής υποχώρησε και οι διαφορές φύλου μειώθηκαν.

Όπως δείχνει πρόσφατη έρευνα, η κρίση είχε, επίσης, ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του μισθολογικού χάσματος φύλου, δηλαδή της απόστασης του μέσου γυναικείου από τον μέσο ανδρικό μισθό, ενώ μείωσε τις διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών και ως προς τις δυσκολίες επανένταξης στην αγορά εργασίας. Πριν την κρίση, τέτοιες δυσκολίες αντιμετώπιζαν μόνο οι γυναίκες που αποσύρονταν από την αγορά εργασίας για την ανατροφή των παιδιών τους, που επιπλέον ήταν σχεδόν απαγορευτικό να ξαναβρούν δουλειά στον ιδιωτικό τομέα, αν είχαν περάσει τα 40. Το πρόβλημα επανόδου στην αγορά εργασίας έχει επεκταθεί πλέον και στους άντρες που χάνουν τη δουλειά τους σε ώριμη ηλικία και βουλιάζουν στη μακροχρόνια ανεργία.

Είναι φανερό από τις παραπάνω εξελίξεις ότι οι ανισότητες φύλου στην αγορά εργασίας εις βάρος των γυναικών έχουν μειωθεί κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης κρίσης που ζει η χώρα μας εδώ και σχεδόν μια δεκαετία.

Μεγάλη επιβάρυνση των γυναικών στην ιδιωτική σφαίρα

Η οικονομική κρίση είχε άνισες επιπτώσεις στα δύο φύλα όχι μόνο στην αγορά εργασίας, αλλά και στην ιδιωτική σφαίρα, όπου οι γυναίκες σταθερά επωμίζονται τα μεγαλύτερα βάρη της οικιακής εργασίας και της ανατροφής και φροντίδας παιδιών και ηλικιωμένων.

Η υποβάθμιση υπηρεσιών του κοινωνικού κράτους που προκάλεσε η κρίση, όπως π.χ. το δημόσιο σύστημα υγείας και οι χρόνιες ελλείψεις στον τομέα της κοινωνικής φροντίδας ηλικιωμένων και αναπήρων, σε συνδυασμό με τη μείωση των εισοδημάτων και την αδυναμία αγοράς ιδιωτικών υπηρεσιών από τα εκπτωχευμένα νοικοκυριά της μεσαίας τάξης, ανάγκασαν πάρα πολλές γυναίκες να υποκαταστήσουν τις ελλείψεις με απλήρωτη εργασία. Η πρώτη στη χώρα μας έρευνα χρήσης χρόνου της ΕΛΣΤΑΤ, που πραγματοποιήθηκε το 2013-2014, έδειξε ότι στα νοικοκυριά εργαζόμενων ζευγαριών οι γυναίκες δαπανούσαν κατά μέσο όρο καθημερινά 48 λεπτά και εβδομαδιαία 5,6 ώρες περισσότερο χρόνο από τους άνδρες σε αμειβόμενη και μη αμειβόμενη εργασία συνολικά. Η αύξηση της μη αμειβόμενης εργασίας των γυναικών και του συνολικού φόρτου εργασίας των εργαζόμενων γυναικών είναι μία από τις διαστάσεις της επιβάρυνσής τους κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Η άλλη διάσταση είναι οι ευθύνες και το άγχος της επιβίωσης, της αποπληρωμής χρεών, κλπ, ιδίως στα νοικοκυριά όπου οι σύντροφοι-σύζυγοι δεν δουλεύουν, όπου υπάρχουν μικρά παιδιά ή οι άνδρες βιώνουν δύσκολα την ανεργία και την επισφάλεια, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τριβές, εντάσεις και βία στις σχέσεις των φύλων. Δεν είναι τυχαίο ότι τα διαζύγια αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης, τάση που υποδεικνύει τη διόγκωση των προβλημάτων στις έμφυλες διαπροσωπικές σχέσεις σε περιβάλλον οξύτατων κοινωνικών προβλημάτων.

Κρίση και αλλαγές στα έμφυλα οικογενειακά πρότυπα

Εκτός από διαφορετικές επιβαρύνσεις στα δύο φύλα, η οικονομική κρίση προκαλεί αλλαγές στα έμφυλα πρότυπα, τις συμπεριφορές και τις σχέσεις. Όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία, σήμερα ένα μεγάλο ποσοστό νοικοκυριών όπου οι άνδρες έχουν χάσει τη δουλειά τους, στηρίζουν την επιβίωσή τους στο μοναδικό εισόδημα των γυναικών, μια εξέλιξη που διαβρώνει τα στερεότυπα και τους παραδοσιακούς ρόλους των φύλων που συνδέονται με το οικογενειακό πρότυπο του άνδρα κουβαλητή, ένα πρότυπο που υποχωρούσε μεν, αλλά παρέμενε κυρίαρχο στις λαϊκές οικογένειες, πριν την κρίση. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η τρέχουσα οικονομική κρίση να κυοφορεί μονιμότερες αλλαγές στην κατεύθυνση της έμπρακτης αμφισβήτησης αυτού του προτύπου, που, εκτός από αλλαγή αντιλήψεων, απαιτεί σταθερά αυξανόμενες ευκαιρίες απασχόλησης για τις γυναίκες. Από αυτήν την άποψη, αποτελεί θετική ένδειξη ότι, μεταξύ 2013 και 2016, η γυναικεία απασχόληση αυξήθηκε κατά 8,4% έναντι 3,4% της ανδρικής, ενώ η ίδια τάση και συγκριτική εξέλιξη είναι πολύ πιθανό να συνεχιστεί σε συνθήκες οικονομικής ανάκαμψης τα επόμενα χρόνια.

Πολιτική απασχόλησης και η διάσταση του φύλου

Η πολιτική απασχόλησης μπορεί να συμβάλει στην εμπέδωση της παραπάνω τάσης, καθώς και στην περαιτέρω μείωση των ανισοτήτων φύλου στην αγορά εργασίας. Αν και οι ειδικές παρεμβάσεις αποκλειστικά για γυναίκες στο πεδίο της πολιτικής απασχόλησης απευθύνονται κυρίως σε μητέρες μικρών παιδιών, πολλά προγράμματα ενεργητικής πολιτικής απασχόλησης για ανέργους και των δύο φύλων έχουν λάβει υπόψη τους αμέσως ή εμμέσως τη διάσταση των ανισοτήτων φύλου εις βάρος των γυναικών ως προς την πρόσβαση στην απασχόληση, δίνοντας π.χ. απόλυτη προτεραιότητα σε μητέρες με ανήλικα παιδιά ή αυξημένη μοριοδότηση για επικεφαλής μονογονεϊκών νοικοκυριών, που είναι στην πλειονότητά τους γυναίκες. Να προαναγγείλω ότι έχουμε σχεδιάσει στον ΟΑΕΔ ένα καινοτόμο πρόγραμμα υποστήριξης και ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας των νέων, όπου έχουμε προβλέψει ποσόστωση φύλου, που επιδιώκουμε να συμβάλει στη μείωση των ανισοτήτων φύλου στην αυτοαπασχόληση εις βάρος των γυναικών».

Documento Newsletter