Ουκρανία: Μεταξύ μαχών και διπλωματίας

Ουκρανία: Μεταξύ μαχών και διπλωματίας

Αυξάνεται η κινητικότητα και πολλαπλασιάζονται οι επαφές, αλλά ακόμη «κάθε πλευρά πιστεύει ότι μπορεί να νικήσει»

Οι μάχες στην Ουκρανία μπορεί να έχουν εν πολλοίς παγώσει σε αναμονή της ουκρανικής αντεπίθεσης, όμως στη μεγάλη εικόνα η κινητικότητα περισσεύει. Καταρχάς οι ηγέτες των κρατών των G7 συναντήθηκαν στη Χιροσίμα, όπου συζήτησαν μεταξύ άλλων την πρόταση του Ουκρανού πρόεδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι (φωτογραφία) για τη σύγκληση μιας συνόδου κορυφής για την ειρήνη χωρίς τη συμμετοχή της Ρωσίας. Η Μόσχα από τη μεριά της χαιρέτισε την πρωτοβουλία έξι αφρικανικών κρατών (Ζάμπια, Σενεγάλη, Δημοκρατία του Κονγκό, Ουγκάντα, Αίγυπτος και Νότια Αφρική) για την εξεύρεση πολιτικής λύσης στον ουκρανορωσικό πόλεμο. Οι παραπάνω πρωτοβουλίες ακολουθούν τις κινεζικές προσπάθειες για διπλωματική διέξοδο από τον πόλεμο, όμως, όπως δήλωσε και ο γγ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες σε συνέντευξή του, οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις «δεν είναι δυνατές τη δεδομένη στιγμή» διότι οι δύο πλευρές «είναι πεπεισμένες πως μπορούν να νικήσουν».

Τούτων δοθέντων είναι σαφές πως και οι δύο πλευρές επιδιώκουν να δοκιμάσουν την τύχη τους στο πεδίο των μαχών. Εξάλλου το Κίεβο έχει πολλάκις ομολογήσει το σχέδιό του για μια μεγάλης κλίμακας αντεπίθεση είτε στο ανατολικό μέτωπο του Ντονμπάς και της Ζαπορίζια είτε στο δυτικό μέτωπο της Χερσώνας. Σε κάθε περίπτωση οι επικείμενες μάχες ενδεχομένως να κρίνουν και το μέλλον του πολέμου συνολικά. Ωστόσο οι Ουκρανοί βγαίνοντας στην επίθεση παίρνουν μεγάλο ρίσκο, καθώς εάν αποτύχουν, τότε η δυτική βοήθεια αναμένεται να συρρικνωθεί. Ηδη οι Ευρωπαίοι, όπως έγραψαν οι βρετανικοί «Financial Times», φοβούνται πως η Ουάσινγκτον το 2024 θα μειώσει τη βοήθεια που δίνει στο Κίεβο και ανήλθε στα 48 δισ. δολάρια για το 2022, αφού θα είναι χρονιά προεδρικών εκλογών και η πόλωση ανάμεσα στους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικάνους θα φτάσει στα ύψη. Ειδικότερα, σύμφωνα με το εν λόγω δημοσίευμα, ο φόβος είναι εντονότερος για το ερχόμενο φθινόπωρο, διότι τότε λήγει το τρέχον πακέτο αμυντικής συνδρομής και το Κογκρέσο θα συνεδριάσει για την ανανέωσή του.

Η Δύση, οι κυρώσεις και η ρωσική οικονομία

Εχει περάσει σχεδόν ενάμισης χρόνος από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία αλλά και την επιβολή σκληρών κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, ωστόσο δεν ήρθε η… Αποκάλυψη, όπως φιλοδοξούσε η Δύση. Η ρωσική οικονομία άντεξε, αν δεν δυνάμωσε τον πρώτο καιρό, εντούτοις η πίεση των κυρώσεων χτύπησε φέτος τον ρωσικό προϋπολογισμό, όπως παραδέχτηκε δημοσίως ο Ρώσος υπουργός Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ. Πιο συγκεκριμένα, σε δημόσια τηλεδιάσκεψη με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν την περασμένη Τετάρτη έριξε το φταίξιμο για τις τρύπες στον προϋπολογισμό στην πολιτική των εκπτώσεων που έχει επιβληθεί στις εξαγωγές του ρωσικού πετρελαίου. Κατά τον ίδιο, τα έσοδα από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν πέσει πάνω από 50%. «Τα μη ενεργειακά έσοδα της Ρωσίας βρίσκονται σε τροχιά ανάπτυξης σύμφωνα με τον προγραμματισμό, με το ενδεχόμενο ενός μικρού πλεονάσματος μέχρι το τέλος του έτους, αλλά υπάρχει πρόβλημα με τα ενεργειακά έσοδα» δήλωσε ο Σιλουάνοφ ενώπιον του Πούτιν. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας του ανώτατου ορίου στην τιμή πώλησης του πετρελαίου και αερίου που επέβαλαν οι G7 και ως εκ τούτου η Μόσχα έχει αναγκαστεί να χρησιμοποιεί μη δυτικές ναυτιλιακές εταιρείες που δεν εμπίπτουν στις κυρώσεις. Ακόμη προσφέρονται σημαντικές εκπτώσεις σε χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα, οι οποίες είναι οι βασικοί εισαγωγείς της ρωσικής ενέργειας. Οσο οι τιμές της ενέργειας ήταν στη στρατόσφαιρα η Ρωσία δεν αντιμετώπιζε κάποιο θέμα, όμως με την αύξηση της παραγωγής και τη λήψη ορισμένων μέτρων από τη Δύση ισορρόπησαν οι τιμές και κατά συνέπεια μειώθηκαν τα έσοδα της Μόσχας. Παρά ταύτα, τον Απρίλιο η Ρωσία εξήγαγε περισσότερο πετρέλαιο από οποιονδήποτε άλλο μήνα μετά την πλήρη εισβολή της στην Ουκρανία πέρυσι. Ωστόσο τα ενεργειακά έσοδα της Μόσχας τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2023 έπεσαν στα 2,2 δισ. ρούβλια (27,3 δισ. δολάρια), επίπεδα που είχαν να καταγραφούν από την έναρξη της πανδημίας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας.

Εξαγωγές μέσω Κιργιστάν και γερμανικές προτάσεις

Η Γερμανία την ίδια στιγμή προτείνει την επιβολή κυρώσεων στις εταιρείες που επανεξάγουν προϊόντα τεχνολογίας στη Ρωσία αφού τα έχουν εισάγει από την ΕΕ. Η συζήτηση στους διαδρόμους των Βρυξελλών έχει ανάψει για τα καλά μετά τα αποκαλυπτικά στοιχεία που δημοσίευσε η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία της Γερμανίας, η οποία έκανε λόγο για διπλασιασμό των εξαγωγών από τα κράτη-μέλη της ΕΕ σε χώρες όπως το Καζακστάν, η Αρμενία και η Γεωργία. Οσον αφορά τις εξαγωγές προς το Τατζικιστάν ή το Κιργιστάν, οι αυξήσεις σημειώνουν άνοδο 150% και 994% αντίστοιχα! Για το Βερολίνο η λύση βρίσκεται στο κυνήγι των εταιρειών που κάνουν δυνατή την παράκαμψη των κυρώσεων. Είναι σαφές πως οι Γερμανοί δεν είναι διατεθειμένοι να συναινέσουν σε ένα ευρωπαϊκό εμπάργκο προς όλο τον πλανήτη, γι’ αυτό προτείνουν μια λύση άνευ ουσίας, μιας και οι Ρώσοι μπορούν να πλοηγηθούν στον λαβύρινθο της παγκοσμιοποίησης συστήνοντας νέες εταιρείες ή ενεργοποιώντας παλιές. Με άλλα λόγια, σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης η επιβολή ενός ολικού εμπάργκο είναι σχεδόν αδύνατη, ειδικά σε κράτη όπως η Ρωσία.

Documento Newsletter