Ουκρανία: Η μεγάλη μάχη του πολέμου

Η υποχώρηση των Ρώσων από το Κίεβο και από τα βορειοανατολικά υποδήλωνε ότι πλέον η Μόσχα θα επενδύσει σε μια αποφασιστική μάχη αντί σε ένα ατέλειωτο μέτωπο εκατοντάδων χιλιομέτρων. Στο Ντονμπάς παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση στρατιωτικού υλικού και μεταφέρονται σημαντικές στρατιωτικές μονάδες στην Ουκρανία. Εκεί το έδαφος είναι επίπεδο και προϊδεάζει για τη φύση της σύγκρουσης. Aναμένεται οι Ρώσοι να επιχειρήσουν να μετατρέψουν τη μάχη σε «κεραυνοβόλα» και να προελάσουν ταχέως από βορρά και νότο ώστε να περικυκλώσουν και να καταστρέψουν τις επίλεκτες μονάδες των Ουκρανών, που απαρτίζονται από 60.000-100.000 ενόπλους.

Η 9η Μαΐου και το Αλαμο

Οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών κάνουν λόγο για επικείμενη επίθεση, μια και ο Πούτιν θέλει να έχει νικήσει τουλάχιστον στο Ντονμπάς έως τις 9 Μαΐου, ημέρα εορτασμού της νίκης στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, οπότε συνηθίζεται να γίνεται και η καθιερωμένη παρέλαση υπό το βλέμμα του εκάστοτε ηγέτη της Ρωσίας.

Ωστόσο η πολιορκία της Μαριούπολης δεν υπήρξε μια βόλτα στο πάρκο. Αντιθέτως, οι οχυρώσεις και οι μαχητές της πόλης κράτησαν απασχολημένο τον ρωσικό στρατό και του επέφεραν σημαντικές απώλειες. Μάλιστα η μάχη για τη συγκεκριμένη πόλη έχει πάρει τέτοια διάσταση και έχει τόση σημασία που ο πρώην επικεφαλής της CIA στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους σε συνέντευξή του στο CNN τη συνέκρινε με την πολιορκία του Αλαμο.

Αξίζει να σημειωθεί πως ανάμεσα στους υπερασπιστές της Μαριούπολης βρίσκονται και μέλη του νεοναζιστικού παραστρατιωτικού Τάγματος Αζόφ, το οποίο πλέον έχει ηρωοποιηθεί στα μάτια των Ουκρανών, φέρνοντας τον Ζελένσκι μπροστά στα δικά του αδιέξοδα.

Κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων εβδομάδων των συγκρούσεων οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές είχαν σχεδόν φτάσει σε αμοιβαία κατανόηση και το ενδεχόμενο μιας συμφωνίας δεν φαινόταν μακρινό.

Η υποχώρηση όμως του ρωσικού στρατού από τα βόρεια, η διακοπή της προώθησης στα νοτιοδυτικά, η επιβράδυνση στο Ντονμπάς και στη Μαριούπολη έχουν ενδυναμώσει το ηθικό των Ουκρανών, μαζί με τη διαπραγματευτική τους ισχύ, παρόλο που η συνέχιση του πολέμου θα σηματοδοτήσει την ύφεση του ουκρανικού ΑΕΠ σχεδόν κατά 50%. Επιπλέον, οι στρατιωτικές δυνατότητες του ουκρανικού στρατού δεν είναι οι ίδιες που ήταν την 24η Φεβρουαρίου, πρώτη μέρα της εισβολής. Επιπροσθέτως, η ναυαρχίδα «Moskva» (Μόσχα) του ρωσικού στόλου βυθίστηκε με μυστηριώδη τρόπο στις 13 Απριλίου ανοιχτά της Οδησσού. Οι Ουκρανοί υποστηρίζουν ότι το χτύπησαν με δύο αντιπλοϊκούς πυραύλους, οι Αμερικανοί κρατούν αποστάσεις και οι Ρώσοι το διαψεύδουν, αν και το χτύπημα δεν αλλάζει τη στρατηγική εικόνα.

Οι σχεδιασμοί των δύο πλευρών

Oι δύο πλευρές φαίνεται να υπολογίζουν τα πάντα πριν από την αποφασιστικής σημασίας μάχη που θα δοθεί στο Ντονμπάς. Εκεί ενδεχομένως να κριθεί και το αποτέλεσμα του πολέμου. Αποτέλεσμα που θα σηματοδοτήσει την πολιτική λύση στη μορφή που συζητιόταν τις προηγούμενες ημέρες στις διαπραγματεύσεις.

Η Μόσχα απαιτεί την αναγνώριση των αποσχισθεισών Λαϊκών Δημοκρατιών του Ντονιέτσκ και του Λουγκάνσκ, την αναγνώριση της ρωσικής κυριαρχίας στην Κριμαία και την ουδετερότητα ως προς το ΝΑΤΟ, αφήνοντας το περιθώριο εισόδου στην ΕΕ ορθάνοιχτο. Οσο για την αποναζιστικοποίηση και την αποστρατιωτικοποίηση, το Κρεμλίνο φαίνεται έτοιμο να υπαναχωρήσει αφού θα έχει επιτύχει τους κύριους σκοπούς του.

Ενα άλλο σενάριο που πολλοί αναλυτές προβλέπουν είναι ότι, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της επερχόμενης μάχης στο Ντονμπάς, ο Βλαντίμιρ Πούτιν ενδεχομένως να προωθηθεί περαιτέρω στην περίπτωση που οι Ουκρανοί αρνηθούν να διαπραγματευτούν μια πολιτική λύση, επιμένοντας να προκρίνουν μόνο τη στρατιωτική αντιπαράθεση.

Εάν οι Ουκρανοί προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση, τότε ή φιλοδοξούν ή έχουν λάβει εγγυήσεις από τη Δύση. Εγγυήσεις που θα περιλαμβάνουν την αποστολή βαρέων όπλων και μόνο στόχο θα έχουν τον επανεξοπλισμό του ουκρανικού στρατού, μια και αναμένεται οι απώλειες να είναι μεγάλες και για τις δύο πλευρές. Η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών σημείωνε με στόμφο πως είναι αναγκαία η αποστολή βαρέων όπλων προς τον ουκρανικό στρατό, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και το χάσμα που υπάρχει με τον καγκελάριο της γερμανικής κυβέρνησης Ολαφ Σολτς, ο οποίος επιχειρεί να χειριστεί την όλη κατάσταση με έναν τρόπο που δεν θα κλιμακώνει αιωνίως έναν πόλεμο στα σύνορα της Ευρώπης.

Από τη μεριά τους Ρώσοι αναλυτές δεν φαίνονται σίγουροι για τα όρια και τους στόχους του πολέμου στην Ουκρανία. Ο ενθουσιασμός των πρώτων ημερών και η ελπίδα ότι το Κίεβο θα πέσει εν μια νυκτί έχουν παρέλθει. Το ερώτημα πάντοτε ήταν και παραμένει πού θα σταματήσει ο ρωσικός στρατός. Θα σφραγίσει τον πόλεμο με μια νίκη στο Ντονμπάς; Θα συνεχίσει προς το Κίεβο ρισκάροντας νέο στραπάτσο; Ή μήπως θα στραφεί στα νοτιοδυτικά όπου βρίσκονται το Νικολάγεφ και η Οδησσός, δηλαδή τα δύο τελευταία λιμάνια της Ουκρανίας, αλλά και ο θύλακας της Υπερδνειστερίας, αποσχισθείσας επαρχίας της Μολδαβίας;

Σκληρές κατηγορίες από τον Μπάιντεν

Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αποκάλεσε ανοιχτά τον Πούτιν «δολοφόνο», κάνοντας λόγο για γενοκτονία των Ουκρανών από τις ρωσικές δυνάμεις. Στο τελευταίο αυτό ξέσπασμά του ο Μπάιντεν κλιμάκωσε τις κατηγορίες του απέναντι στο καθεστώς της Μόσχας, καθώς στις προηγούμενες αναφορές του έκανε λόγο μόνο για «εγκλήματα πολέμου». Αυτήν τη φορά ο διπλωματικός κόσμος των ΗΠΑ δεν αντέδρασε για να «μαζέψει» τον Μπάιντεν, όπως σε προηγούμενη ομιλία του, όταν ο Αμερικανός πρόεδρος είχε πει σαφώς ότι ο Πούτιν πρέπει να πάψει να κυβερνά. Ο Γάλλος πρόεδρος, από την πλευρά του, απέφυγε να χρησιμοποιήσει τον όρο «γενοκτονία» στη γαλλική τηλεόραση καθώς θέλει να αποφύγει την «κλιμάκωση της ρητορικής», αντανακλώντας κατ’ αυτό τον τρόπο την ευρωπαϊκή επιφυλακτικότητα απέναντι στις επικοινωνιακές κορόνες εναντίον της Μόσχας.

Το Κρεμλίνο θεώρησε τα σχόλια του Αμερικανού προέδρου απαράδεκτα, ενώ καταδίκασε την προσπάθεια των ΗΠΑ, να «διαστρεβλώσουν την κατάσταση» στην Ουκρανία. Τα σχόλια αυτά δεν μπορεί να προέρχονται από έναν πρόεδρο μιας χώρας όπως οι ΗΠΑ «που έχει διαπράξει γνωστά εγκλήματα πολέμου στο πρόσφατο παρελθόν» είπε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ σε συνέντευξη Τύπου την Τετάρτη.

Η γενοκτονία θεωρείται ως το σοβαρότερο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και ορίζεται από το διεθνές δίκαιο ως μαζική εξόντωση μιας συγκεκριμένης ομάδας ανθρώπων. Αν και δεν υπάρχει νομική συναίνεση σχετικά με το εάν η Ρωσία είναι ένοχη για το έγκλημα ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ματέους Μοραβιέτσκι περιέγραψε τις δολοφονίες στην πόλη Μπούτσα ως «πράξεις γενοκτονίας». Την προηγούμενη εβδομάδα ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Μπόρις Τζόνσον είπε ότι οι επιθέσεις «δεν είναι πολύ μακριά από το να τις αποκαλέσεις γενοκτονία».

Έρευνα για εγκλήματα πολέμου και γενοκτονία

Ο επικεφαλής εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ), ο Βρετανός νομικός Καρίμ Καν, είπε την προηγούμενη εβδομάδα ότι ανοίγει φάκελο για να ερευνήσει πιθανά εγκλήματα πολέμου που τελέστηκαν στην Ουκρανία, αποκαλώντας ολόκληρη τη χώρα «σκηνή εγκλήματος», σε επίσκεψή του στην πόλη Μπούτσα την περασμένη Τετάρτη. Η έρευνα μπορεί να επεκταθεί χρονικά και στο πρόσφατο παρελθόν, ώστε να συμπεριλάβει γεγονότα που συνέβησαν μετά τον Νοέμβριο του 2013 και την εξέγερση της πλατείας Μαϊντάν. Παράλληλα, ο εκπρόσωπος των ΗΠΑ στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη Μάικλ Κάρπεντερ είπε ότι μια αποστολή ειδικών καταρτίζει «έναν κατάλογο απάνθρωπων πράξεων» των Ρώσων στην Ουκρανία, που θα αποτελέσουν μέρος της έκθεσης για την τεκμηρίωση της διάπραξης εγκλημάτων πολέμου.

Μια πιθανή έρευνα και δίκη εναντίον του Πούτιν για εγκλήματα πολέμου ή για γενοκτονία μπορεί να ακούγεται δίκαιη στα αυτιά των δυτικών, όμως στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο να καταδικαστεί ο Ρώσος πρόεδρος. Καταρχάς, αν μας δίδαξε κάτι η υπόθεση του Μιλόσεβιτς, είναι ότι τέτοιες νομικές διαδικασίες παίρνουν πολλά χρόνια μέχρι να ολοκληρωθούν. Λείπει δηλαδή η άμεση ικανοποίηση του κοινού περί δικαίου αισθήματος που υπόσχονται με θέρμη όσοι μιλούν για τιμωρία.

Επιπλέον, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο που εδρεύει στη Χάγη της Ολλανδίας έχει δεχτεί σφοδρές επικρίσεις για την περιορισμένη επιτυχία που έχει στις διώξεις που κατά καιρούς έχει διεκπεραιώσει. Δέκα είναι όλες κι όλες οι καταδίκες σχετικά με εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ενώ δεν έχει καμία καταδίκη για γενοκτονία.

Σύμφωνα με υποθέσεις που αναφέρονται στον ιστότοπο του ΔΠΔ, το δικαστήριο έχει κατηγορήσει μόνο ένα άτομο για γενοκτονία, τον πρώην πρόεδρο του Σουδάν Ομάρ αλ Μπασίρ, το 2009 για τη σφαγή στο Νταρφούρ. Η κυβέρνηση του Μπασίρ, έπειτα από μια εξέγερση το 2003 από μη Αραβες αντάρτες, όπλισε, εκπαίδευσε και χρηματοδότησε ομάδες Αράβων νομάδων για να επιτεθούν και να σπείρουν το χάος στο διάβα τους σε χωριά σε όλο το Νταρφούρ, σκοτώνοντας, βιάζοντας και λεηλατώντας. Παρ’ όλα αυτά, ο Μπασίρ δεν πέρασε ποτέ από δίκη, αφού δεν αναγνώρισε ότι το ΔΠΔ έχει σχετική δικαιοδοσία…

Οι καταδίκες του παρελθόντος

Ακόμη κι αν ο Πούτιν κατηγορηθεί για γενοκτονία όπως ο Μπασίρ, είναι βέβαιο ότι θα απορρίψει και αυτός τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου, αφού η Ρωσία αποχώρησε από το ΔΠΔ το 2016. Ενώ το ΔΠΔ δεν έχει διώξει ποτέ κανέναν για γενοκτονία, υπήρξαν καταδικαστικές αποφάσεις σε ξεχωριστά ειδικά δικαστήρια. Η γενοκτονία εισάχθηκε για πρώτη φορά ως νομική έννοια στις δίκες της Νυρεμβέργης, όταν κατηγορήθηκαν 24 ναζί αξιωματούχοι μετά την παράδοση της Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Χρειάστηκε να περάσουν περισσότερα από 50 χρόνια μέχρι το 1999, όταν ο Ζαν-Πολ Ακαγεσού, ένας δήμαρχος της Ρουάντας, έγινε ο πρώτος από πολλούς ανθρώπους που καταδικάστηκαν για γενοκτονία από το διεθνές ειδικό δικαστήριο της χώρας για τη συμμετοχή τους στις μαζικές δολοφονίες στον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε στο μικρό αφρικανικό κράτος το 1994. Επίσης, ο Ράντοβαν Κάρατζιτς, ο Σερβοβόσνιος πρώην ηγέτης, και ο Σερβοβόσνιος διοικητής Ράτκο Μλάντιτς καταδικάστηκαν για γενοκτονία στο διεθνές ειδικό δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία, που υποστηρίζεται από τον ΟΗΕ, για τη σφαγή της Σρεμπρένιτσα το 1995. Αν μια μέρα δημιουργηθεί ένα τέτοιο ειδικό δικαστήριο για να ερευνήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, το πιο πιθανό είναι ότι ο Πούτιν θα το μποϊκοτάρει και αυτό.