Με στόχο να αποτρέψουν την έγκριση της πώλησης νέων μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία, με μια διακομματική επιστολή, η οποία μάλιστα βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο στάδιο της συλλογής υπογραφών, οι Αμερικανοί νομοθέτες εκφράζουν στον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν την αντίθεσή τους τόσο στην απόκτηση νέων μαχητικών αεροσκαφών F-16 όσο και στην αναβάθμιση των υφιστάμενων. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία ανήκει στους βουλευτές Κρις Πάππας, Γκας Μπιλιράκης, και Κάρολιν Μαλόνι και χαίρει της στήριξης του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC), της Αμερικανικής Εβραϊκής Επιτροπής (AJC), καθώς και αρμενικών, ινδικών και κουρδικών οργανώσεων.
Όπως σημειώνεται στην επιστολή, «νωρίτερα αυτόν τον μήνα αναφέρθηκε ότι η Τουρκία ζήτησε να αγοράσει “40 μαχητικά αεροσκάφη F-16 της Lockheed Martin και να εκσυγχρονίσει σχεδόν 80 από τα υπάρχοντα πολεμικά αεροσκάφη της”. Στις 17 Οκτωβρίου, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν είπε στους δημοσιογράφους ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες “πρότειναν την πώληση μιας παρτίδας μαχητικών αεροσκαφών F-16”, αλλά η φερόμενη πώληση δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί. Έχουμε σημειώσει ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρνήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις σχετικά με την επιστολή ενδιαφέροντος, επικαλούμενο την πολιτική του να μην σχολιάζει επιστολές ενδιαφέροντος πριν από την ενημέρωση του Κογκρέσου. Πιστεύουμε ότι οι ευρείες αναφορές στον Τύπο για το αίτημα της Τουρκίας, καθώς και οι δηλώσεις του ίδιου του προέδρου Ερντογάν, μας παρέχουν επαρκή βάση για να δηλώσουμε την αντίθεσή μας σε αυτήν την πιθανή πώληση».
Συνεχίζοντας, οι Αμερικανοί βουλευτές προειδοποιούν τον υπουργό Εξωτερικών ότι μια πιθανή αναβάθμιση των τουρκικών F-16 εγκυμονεί κινδύνους λόγω του γεγονότος ότι η Άγκυρα συνεχίζει να κατέχει το ρωσικό σύστημα S-400. «Ένας από τους λόγους για τους οποίους το Κογκρέσο επέμεινε στην απόρριψη της Τουρκίας από το πρόγραμμα F-35 ήταν οι σημαντικοί κίνδυνοι που συνδέονται με τη συνένωση S-400 και F-35. Οι ειδικοί σημείωσαν ότι η αναβάθμιση σε Block 70 ενέχει παρόμοιους κινδύνους εάν η Άγκυρα συνεχίσει να κατέχει τους ρωσικούς S-400. Δεδομένου ότι τα αναβαθμισμένα F-16 εξακολουθούν να παίζουν σημαντικό ρόλο τόσο για εμάς όσο και για τους αξιόπιστους συμμάχους μας, αυτός είναι ένας κίνδυνος που τον βρίσκουμε μη αποδεκτό», τονίζουν χαρακτηριστικά οι Αμερικανοί βουλευτές .
Επιπλέον, στην επιστολή καταγράφεται η απόλυτη αδιαφορία που έχει επιδείξει η τουρκική πλευρά για την αμερικανική νομοθεσία. Όπως εκτιμούν οι Αμερικανοί βουλευτές , η ένταξη της Τουρκίας σε ένα τέτοιο αμυντικό πρόγραμμα θα εκπέμψει ένα λάθος μήνυμα από την πλευρά της Ουάσιγκτον και θα δημιουργήσει αμφιβολίες για το πόσο είναι πραγματικά αποφασισμένη να διασφαλίσει την υλοποίηση του Νόμου για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων (CAATSA).
«Λιγότερο από ένα χρόνο μετά την επιβολή των κυρώσεων CAATSA, η κυβέρνηση Ερντογάν κατέστησε σαφές ότι δεν έχει πρόθεση να συμμορφωθεί με το αμερικανικό δίκαιο ή να αντιμετωπίσει τις υποκείμενες συνθήκες που οδήγησαν στην αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα F-35 και στο πάγωμα των αγορών αμερικανικών όπλων από το Κογκρέσο. Πράγματι, μόλις τον περασμένο μήνα, ο πρόεδρος Ερντογάν δήλωσε την πρόθεσή του να αγοράσει επιπλέον S-400. Κατά την ακρόαση για την επικύρωση του διορισμού του, ο υποψήφιος του πρόεδρου Μπάιντεν για τη θέση του πρέσβη στην Τουρκία, ο πρώην γερουσιαστής Τζεφ Φλέικ, δήλωσε ότι η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπίσει πρόσθετες κυρώσεις CAATSA εάν αποκτήσει επιπλέον ρωσικά οπλικά συστήματα. Αυτό είναι κάτι με το οποίο συμφωνούμε. Δεδομένου ότι αυτή φαίνεται να είναι η θέση τόσο της κυβέρνησης όσο και του Κογκρέσου, ακόμη και αν ληφθεί υπόψη η επιστολή ενδιαφέροντος της Τουρκίας, υπό τις παρούσες συνθήκες στέλνει λάθος σήμα στην Τουρκία και της δίνει λόγο να αμφιβάλει για την αποφασιστικότητά μας, ενώ συνεχίζει να αναπτύσσει τις στρατιωτικές σχέσεις της με τη Ρωσία».
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι οι Αμερικανοί βουλευτές προειδοποιούν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να μην επιχειρήσει να επιστρατεύσει νομικά τεχνάσματα προκειμένου να ξεπεραστεί ο σκόπελος των κυρώσεων CAATSA. Όπως μάλιστα τονίζουν, δεν θα διστάσουν να αναλάβουν επιπρόσθετη νομοθετική δράση προκειμένου να αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη.
«Με δεδομένες τις κυρώσεις CAATSA που ήδη έχουν επιβληθεί, αναμένουμε ότι μια τέτοια πώληση θα μπορούσε να οριστικοποιηθεί μόνο με τεχνάσματα- για παράδειγμα, προσπαθώντας να πουληθούν τα αεροσκάφη σε μια οντότητα διαφορετική από την Τουρκική Αμυντική Βιομηχανία, η οποία βρίσκεται υπό καθεστώς κυρώσεων. Θεωρούμε τέτοιες απόπειρες μια λανθασμένη καταστρατήγηση της πρόθεσης του Κογκρέσου και θα εξετάσουμε πρόσθετη νομοθεσία για τον περιορισμό αυτής της δυνητικής αγοράς, εάν η κυβέρνηση επιμείνει στο να αγνοεί την πρόθεση του Κογκρέσου».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ