Θωμάς Κοροβίνης: «Για τη Θεσσαλονίκη ας όψονται οι χειροκροτητές του Ανθιμοψωμιαδιστάν»

Ο_x000D_
συγγραφέας, ερευνητής, ποιητής, συνθέτης και τραγουδιστής Θωμάς Κοροβίνης είναι_x000D_
ολοφάνερα πολυσχιδής δημιουργός, ρέκτης της λαϊκής παράδοσης, ακάματος_x000D_
ανθρωποκεντρικός λογοτέχνης με φλογερή ιδιοσυγκρασία. 

Ξεσηκωμένο παιδί από τα νιάτα του, εδώ και τρεις δεκαετίες μετουσιώνει με τόλμη στα βιβλία του ό,τι σημαντικότερο ανθίστηκε από τα μπερεκέτια που του τράταρε η ζωή. Τόσο τη Θεσσαλονίκη όσο και την Κωνσταντινούπολη, δυο πολιτείες που τις έζησε μέρα και νύχτα, στα ανώγια και κυρίως στα κατώγια τους –τις θέρισε και τις ξεζούμισε, όπως λέει ο ίδιος–, τις παρακολουθεί τα τελευταία χρόνια να μεταμορφώνονται, περπατάει στους δρόμους τους, αναζητάει τις παλιές ταμπέλες, αθυμεί. Για αντίδοτο, πιάνει κουβέντα με το παρελθόν και ξεσηκώνεται.

Αυτήν τη φορά μάς παίρνει από το χέρι και μας σεργιανίζει στην ανθρωπογεωγραφία της Θεσσαλονίκης έναν αιώνα πριν. Το 36ο βιβλίο του, «Ο θρύλος του Ασλάν Καπλάν», που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Αγρα στις αρχές Μαΐου, είναι ένα λαϊκό, φλογερό και μοιραίο ρομάντζο που εξελίσσεται στη μεγάλη φωτιά του 1917, ένα δοξαστικό μυθιστόρημα για την –άλλοτε– πολυπολιτισμική πόλη που τον ανάγιωσε.

Στο νέο σας μυθιστόρημα ανατρέχετε στη Θεσσαλονίκη του παλιού καιρού.

Δεν με ικανοποιεί η καινούργια, γι’ αυτό. Στην εποχή των γιάπηδων, οι μποέμηδες χώνονται στη στρούγκα, που θα ’λεγε και ο φίλος μου Αργύρης Μπακιρτζής. Αυτή η πόλη των φαντασμάτων, όπως τη λέει ο Μαζάουερ, έχει χάσει πια τον χαρακτήρα της. Δεν συνηθίζεται εύκολα αυτό. Χάνεις τα στέκια σου, ορφανεύεις –πέρα απ’ το ότι η μοίρα σε χαστουκίζει παίρνοντας από κοντά σου τους ανθρώπους σου–, αλλάζει άρδην η μέχρι χθες αναγνωρίσιμη φυσιογνωμία του τοπίου, γίνεσαι ξένος.

Νιώθετε ξένος στη Θεσσαλονίκη;

Σβήνουν σταδιακά σχεδόν όλες οι μέχρι πρότινος ζωντανές αναφορές μου στη Θεσσαλονίκη, το ίδιο και στην Πόλη. Γυρίζω και ψάχνω να βρω τις παλιές ταμπέλες, παρακολουθώ την αλλαγή της ταυτότητάς τους. Στη Θεσσαλονίκη με ενοχλεί η μεταποίησή της σε κάτι απροσδιόριστο ακόμη, όπου κυριαρχεί η διάθεση να μην πούμε την αλήθεια, να μην παραδεχτούμε την ενοχή μας, να αποποιηθούμε την ευθύνη για όσα συμβαίνουν και να συνδιαλεγόμαστε με εξουσίες που γύρισαν την πόλη πίσω, σε έναν σύγχρονο μεσαίωνα. Αναφέρομαι στην προμπουταρική εποχή – ας όψονται από το ’90 και μετά οι πλείστοι των συμπολιτών μου, οι ψηφοφόροι και χειροκροτητές του Ανθιμοψωμιαδιστάν. Οχι ότι ο Μπουτάρης είναι άγιος, βρίθει προσωπικών γκαφών. Ωστόσο στην ευρύτητά του έχει όραμα και τον δεχόμαστε εκατό φορές παραπάνω από το πριν. Το πριν ήταν σκότος.

Με δεδομένο ότι δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό, πώς αξιολογείτε τη φασιστική επίθεση εναντίον του;

Από τότε που η Θεσσαλονίκη εντάσσεται στο ελληνικό κράτος διάφορα μορφώματα της δίνουν χαρακτήρα συντηρητισμού. Οταν ο συντηρητισμός μετατρέπεται σε πατριδοκαπηλία, εθνικισμό, θρησκοληψία είναι επικίνδυνος. Δεν της πρέπει της πόλης αυτό. «Μπορεί της Θεσσαλονίκης μοναχά να της πρέπει το καράβι» που λέει ο ποιητής, αλλά δεν της πρέπει ο φασισμός. Εκτροπα όπως αυτά που έγιναν εναντίον του δημάρχου μοιάζουν με επιβιώματα της παρακρατικής Θεσσαλονίκης, της εποχής του Λαμπράκη, και μας πειράζουν. Κυρίως εμάς τους ευαίσθητους πολίτες της, γιατί εδώ υπάρχει το στίγμα, εδώ έγινε το φονικό.

Γεννηθήκατε σε ένα ακρογιάλι έξω από τη Θεσσαλονίκη. Περιγράψτε μου μια εικόνα από τη Νέα Μηχανιώνα της δεκαετίας του ’50.

Φάτσα στον Ολυμπο όλα μου τα παιδικά χρόνια με τους ψαράδες του χωριού μέσα στο καφεζυθοπωλείο του πατέρα μου. Αυτοί και η γιαγιά μου η Ελπινίκη είναι οι πρώτοι μου δάσκαλοι, τα πρόσωπα της νεανικής μου αλητείας. Μαζί τους ζυμώθηκα μέχρι τα δεκαεπτά που ήρθα στη Θεσσαλονίκη. Υστερα κράτησα τη ζωή απ’ το χέρι και την άφησα να με περπατήσει. Τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Κωνσταντινούπολη αργότερα· δεν έκατσα καθόλου καλά, πήρα όλες τις μυρωδιές, ειδικά από τα υπόγεια. Και πλούτυνα πολύ από αυτό. Σακατεύτηκα αλλά πλούτυνα.

«Ο Ντίνος σιγολιώνει στην μπερζέρα» γράψατε σε ένα πρόσφατο ποίημα σας. Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος υπήρξε ο πιο αγαπητός σας δάσκαλος;

Πατέρα τον έχω και εκείνος γιο του. Ζόρικος και μπελαλής αλλά σπουδαίος δάσκαλος, πέρα από το πόσο σπουδαίος δημιουργός είναι. Είναι ασθενής τώρα. Κατά σώμα είναι παρών, κατά πνεύμα είναι συχνά απών. Δεν του πρέπανε τέτοια στερνά, αλλά έχει αντοχές. Δασκάλους μου λογαριάζω πολλούς. Από τους εξωπανεπιστημιακούς είναι ο Ντίνος και η Διδώ Σωτηρίου, από τους ακαδημαϊκούς ο Γ.Π. Σαββίδης και ο Δ.Ν. Μαρωνίτης.

Για τριάντα χρόνια ήσασταν καθηγητής στο δημόσιο. Ποιο θεωρείτε το κυριότερο χρέος ενός δασκάλου;

Να είναι ρηξικέλευθος. Να είναι δάσκαλος – ποιητής. Να εμφυσήσει την ομορφιά στην ψυχή, να πυροδοτήσει τις θετικές πλευρές της ζωής, τη δημιουργικότητα και τη χαρά της συνύπαρξης με τον άλλον. Να δίνει στον μαθητή τον ανθό της γνώσης και της εμπειρίας του. Να τον παρακινεί να διαλέγει αυτά που του ταιριάζουν για να ’ναι πιο κοντά στην ευτυχία του. Προσωπικά δεν ήμουν ο κλασικός τύπος καθηγητή, κόμισα καινά δαιμόνια στο σχολείο. Τους διάβαζα ποιήματα, τους τραγουδούσα. Πέρασα καλά με τα παιδιά και εκείνα μαζί μου καλύτερα.

Περνάτε πολύ χρόνο στο Πήλιο τελευταία.

Μοιράζω τη ζωή μου ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και στο χωριό Πλατανίδια στο Πήλιο. Η φύση με αποπλανεί, μεγαλώνω καρποφόρα δέντρα ενώ ετοιμάζω τα επόμενα έργα μου. Με το ένα πόδι είμαι στη φύση, με το άλλο στη λογοτεχνία και με ένα τρίτο πάντα μέσα στη ζωή! Από το 2009 οργανώνω στο κτήμα μου, σε συνεργασία με το Μουσείο Ελιάς και Λαδιού στην Ανω Γατζέα, το πρώτο Σάββατο του Ιουλίου μια πανελλήνια συνάντηση λογοτεχνών και μουσικών με διαφορετικό θέμα κάθε χρόνο. Φέτος, το θέμα είναι η Ανατολή στο ελληνικό τραγούδι. Θα υπάρξουν κάποιες εισηγήσεις και βέβαια πολλή μουσική.

Είστε δραστήριος δημιουργός και με μεγάλη λογοτεχνική σοδειά.

Δουλεύω πολύ. Με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση και αγόγγυστα. Τώρα παιδεύω ένα δοκίμιο με θέμα το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι στη Θεσσαλονίκη του 20ού αιώνα. Δύσκολο θέμα, δεν έχω πολλές μαρτυρίες, αλλά προσπαθώ να το ολοκληρώσω. Παράλληλα δουλεύω μέσα μου και ένα άλλο. Θέλω να μιλήσω για τους άντρες – συνέχεια για τις γυναίκες γράφουμε όλοι! Για τον φαινομενικά μη ευάλωτο και θωρακισμένο άντρα. Εναν παλαιστή, ας πούμε, που φοβάσαι να του μιλήσεις και από μέσα του στάζει μέλι. Αυτό τον τύπο που τα φαινόμενά του απατούν και τα μέσα του καίγονται.

Γράφετε παντού;

Έχω χαρτιά και μολύβια πάντα πάνω μου. Αυτό είναι μια διδαχή του Ντίνου. Μου έλεγε: «Χωρίς βρακί θα βγαίνεις, χωρίς χαρτί και μολύβι δεν θα βγαίνεις από το σπίτι». Γράφω σε αστικά λεωφορεία, σε τουαλέτες, σε ταβέρνες, σε μπαρ. Κάθε τόσο στον δρόμο βγάζω το χαρτί μου και σημειώνω κάτι που μου έρχεται ή κάτι που μου λέει ένας άνθρωπος. Μερικοί άνθρωποι λένε πολύ ωραία πράγματα. Δεν πετάμε τις λέξεις. Του Ντίνου είναι κι αυτό.

Ποιο είναι το σημαντικότερο δώρο της λογοτεχνίας;

Αυτόν που γράφει τον βοηθάει να ανακουφιστεί, να φτιαχτεί και αυτόν που θα κοινωνήσει μαζί του μέσω ενός βιβλίου να πάρει κάτι. Ο στόχος της τέχνης είναι ο εξανθρωπισμός του απάνθρωπου και η βελτίωση του ανθρώπινου.

Και ποια είναι τα πιο χρήσιμα υλικά στα χέρια του καλλιτέχνη;

Δημιουργική φαντασία και ασκημένη παρατηρητικότητα. Και ταλέντο. Και πολλή δουλειά και πείσμα. Θέλει γινάτι η τέχνη. Και κυρίως θέλει να ζεις. Στα τολμηρά και στα γεμάτα! Και το όποιο κόστος έχει –γιατί έχει– να ζεις με τόλμη και να λες τα πράγματα με το όνομά τους για μένα είναι τιμή και όχι τιμωρία.

Τι αξίζει περισσότερο στη ζωή, κ. Κοροβίνη;

Να αγαπάς. Όχι, να αγαπηθείς, να αγαπήσεις! Παρά τις πληγές, τις απώλειες. Να χάσεις τριάντα κιλά, να ρέψεις! Ο ρόλος που παίζει στη ζωή μας ο έρωτας είναι ρόλος αναγέννησης και καταστροφής μαζί. Δεν γίνεται αλλιώς. Περιμένουμε είκοσι χρόνια να νιώσουμε κάτι και δεν έρχεται. Τι δεν κάνουμε καλά; Εχω καιρό να ερωτευτώ. Ο Νίκος Καρούζος λέει: «Χωρίς τη γνώση της φωτιάς, ωραιότερα καιγόμαστε».

INFO

Το νέο μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη «Ο θρύλος του Ασλάν Καπλάν» (Εκδόσεις Αγρα) παρουσιάζεται την Τρίτη 5 Ιουνίου στο Πόλις Art Café (Πεσμαζόγλου 5, Αίθριο Στοάς Βιβλίου, Αθήνα)

Η παράσταση «Η Ευθαλία του Γαλατά» σε σκηνοθεσία Ρέινας Εσκενάζυ, βασισμένη στη νουβέλα του Θωμά Κοροβίνη «Φαχισέ Τσίκα», θα παρουσιαστεί στις 6-10 Ιουνίου στη Μονή Λαζαριστών στη Θεσσαλονίκη

Ο «Αρίστος», η θεατρική μεταφορά του μυθιστορήματός του «Ο γύρος του θανάτου» με θέμα τη ζωή του Αριστείδη Παγκρατίδη, παίζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου μέχρι τα μέσα Ιουνίου. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, έχει προταθεί να παρουσιαστεί στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο των Δημητρίων τον Οκτώβριο μέσα στο Γεντί Κουλέ