Αμέτρητοι είναι οι ηθοποιοί που τόλμησαν κάποια στιγμή το πέρασμα πίσω από την κάμερα. Με αφορμή το φιλμ «Ο μαέστρος» το νέο σκηνοθετικό επιχείρημα του ηθοποιού Μπράντλεϊ Κούπερ, θυμόμαστε τις πιο σημαντικές περιπτώσεις.
Από τους ηθοποιούς-σταρ που είχαν την περιέργεια να δουν πως είναι ο κόσμος ενός σκηνοθέτη και προχώρησαν στο επόμενο βήμα, η περίπτωση του Κλιντ Ίστγουντ είναι ίσως η πιο ξεχωριστή. Η καριέρα του Ίστγουντ ξεκίνησε από την τηλεόραση, όταν στα τέλη των 50ς έφτιαξε το όνομα του παίζοντας σε δημοφιλείς σειρές σαν το γουέστερν «Rawhide» (1959-1965) υποδυόμενος τον πιστολέρο Ρόουντι Γέιτς. Κι ενώ η φήμη του άρχισε να παίρνει την κατιούσα, η πρόταση που του έγινε για να ταξιδέψει στην Ιταλία ώστε να βρει την τύχη του αποδείχτηκε σωτήρια.
Με τα σπαγγέτι γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε «Για μια χούφτα δολάρια» («Per un pugno di Dollari», 1964), «Μονομαχία στο Ελ Πάσο» («Per qualche Dollari in più», 1965) και «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος» («Il buono, il brutto, il cattivo», 1966) απέκτησε διεθνή φήμη κι όταν το 1967 οι τρεις ταινίες προβλήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες με επιτυχία, το Χόλιγουντ ήταν πολύ ζεστό απέναντι του. Ο ρόλος του επιθεωρητή Κάλαχαν στην αστυνομική περιπέτεια του Ντον Σίγκελ «Dirty Harry» το 1971 τον μετέτρεψαν σε αστέρι πρώτου μεγέθους.
Το σκηνοθετικό του ντεμπούτο έγινε το 1971 με το «Play misty for me», ένα εξαιρετικό ψυχολογικό θρίλερ στο οποίο υποδύθηκε τον ραδιοφωνικό παραγωγό που γίνεται στόχος μιας φανατικής ακροάτριας του. Η δεύτερη σκηνοθεσία του, το γουέστερν «Περιπλανώμενος Πιστολέρο» (High Plains Drifter, 1972) ήταν η απόδειξη ότι έχει τα κότσια για να γίνει σκηνοθέτης και οι επόμενες δουλειές του «Εκδικητής εκτός νόμου» («The Outlaw Josey Wales»-1976) και «Ο Δολοφόνος των Άλπεων» («The Eiger Sanction»- 1975) επιβεβαίωσαν την αξία του. Ακολούθησαν κι άλλες ταινίες σε διαφορετικά είδη («Μπερντ», «Σκοτεινό Ποτάμι», «Gran Torino», «American sniper», «Οι γέφυρες του Μάντισον», «Letters from Iwo Jima») τα οποία του χάρισαν την απόλυτη καταξίωση, κερδίζοντας μάλιστα 4 όσκαρ από 11 υποψηφιότητες για τα «Οι Ασυγχώρητοι» και «Million Dollar Baby» (ταινίας και σκηνοθεσίας και στα δύο).
Ακόμη ένας σκηνοθέτης- ηθοποιός που έγραψε τη δική του ιστορία στο Χόλιγουντ ήταν ο Γουόρεν Μπίτι που μετά την εμπορική και καλλιτεχνική (9 οσκαρικές υποψηφιότητες μεταξύ των οποίων και για την καλύτερη σκηνοθεσία) επιτυχία της αισθηματικής κωμωδίας «Ας περιμένει ο παράδεισος» που σκηνοθέτησε το 1978 βρέθηκε τετράκις υποψήφιος για όσκαρ ως παραγωγός, ηθοποιός, σκηνοθέτης και ερμηνευτής, με τους «Κόκκινους» τρία χρόνια αργότερα.
Το 1990 ο «Ντικ Τρέισι» του έσπασε ταμεία και το 1998, η τέταρτη ταινία που έγραψε και σκηνοθέτησε, η πολιτική κωμωδία «Bulworth» τον έβαλε ξανά στις οσκαρικές λίστες για το καλύτερο πρωτότυπο σενάριο αυτή τη φορά. Συνολικά ο Μπίτι προτάθηκε 14 φορές για βραβεία της Ακαδημίας και νικητής αναδείχτηκε μόνο μία φορά: το 1981 για την σκηνοθεσία του στους «Κόκκινους».
Ακόμη μερικοί ηθοποιοί που πέρασαν με επιτυχία πίσω από την κάμερα είναι ο Κέβιν Κόσντερ (όσκαρ καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας με το «Χορεύοντας με τους λύκους»), ο Μελ Γκίμπσον (όσκαρ για το «Braveheart» το 1995 αλλά και τεράστια εμπορική επιτυχία το 2004 με το ανεξάρτητο και με ομιλούσα γλώσσα τα Αραμαϊκά «Τα πάθη του Χριστού»), ο Τζορτζ Κλούνι (υποψήφιος για το όσκαρ σκηνοθεσίας του «Good night and good luck» και σεναρίου του «Αι Ειδοί του Μαρτίου»), ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ (η μεγάλη έκπληξη των όσκαρ του 1980 ήταν ο θρίαμβος των «Συνηθισμένων ανθρώπων» του αλλά το κορυφαίο του σκηνοθετικό επίτευγμα είναι το «Quiz Show» το 1994), ο Μπεν Άφλεκ (απολαυστική η δουλειά του ως σκηνοθέτης στο οσκαρικό «Επιχείρηση: Argo»), ο Ρόμπερτ ντε Νίρο («Ο καθοδηγητής»), η Αντζελίνα Τζολί («Δίπλα στη θάλασσα»), ο Μπεν Στίλερ («Η κρυφή ζωή του Γουόλτερ Μίτι»), ο Αλ Πατσίνο («Αναζητώντας τον Ρίτσαρντ»), η Μαντόνα («W.E.»), o Κένεθ Μπράνα που με τα τελευταία του έργα («Belfast», «Μυστήριο στη Βενετία» κλπ) φαίνεται να κλείνει οριστικά προς το ρόλο του σκηνοθέτη, ο Τζόνι Ντεπ («Ο γενναίος»), ο Κέισι Άφλεκ («Φως στο σκοτάδι») κ.α.
Τέλος, ειδική περίπτωση είναι ο Σιλβέστερ Σταλόνε που πίσω από τα μάτσο χαρακτηριστικά ενός φαινομενικά μονοδιάστατου ηθοποιού, μοιάζει να κρύβεται το πρόσωπο ενός ανήσυχου δημιουργού (δικό του το πρωτότυπο σενάριο του «Ρόκι») που δεν δίστασε να δοκιμάσει – με επιτυχία όπως αποδείχτηκε στη μάχη των ταμείων- και το ρόλο του σκηνοθέτη στα σίκουελ του «Ρόκι» και του «Ράμπο» καθώς και των πιο πρόσφατων «Αναλώσιμων».