Ενδεχοµένως να συνηθίζεται σε κάποιες χώρες της υποσαχάριας Αφρικής. Ισως να αποτελεί συνήθεια µεταξύ φυλάρχων µέσα από την οποία ο ένας αναγνωρίζει την ανωτερότητα του άλλου. Στην πολιτική ιστορία όµως και στις προβλέψεις του διπλωµατικού πρωτοκόλλου είναι αδιανόητο πρωθυπουργός χώρας να… επισκέπτεται τον υπουργό από άλλη χώρα ο οποίος βρίσκεται στην επικράτειά του.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να υποβάλει τα σέβη του στον ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Μάικ Ποµπέο, φτάνοντας µάλιστα στο σηµείο να τον συναντήσει σε δικό του έδαφος, δηλαδή στην αµερικανική βάση στη Σούδα. Ετσι η ελληνική εξωτερική πολιτική, η οποία είναι στα χειρότερά της παραπαίοντας ανάµεσα στην προσωπική πολιτική Μητσοτάκη και την υποχωρητικότητα, έκλινε αποφασιστικά προς την υποτέλεια µέσα από τους συµβολισµούς που επέλεξε ο Ελληνας πρωθυπουργός. Ο Μητσοτάκης δεν δέχτηκε τον Αµερικανό υπουργό όπως προβλέπει το πρωτόκολλο, αλλά υπέβαλε τα σέβη του σε έναν ξένο υπουργό.
Το να συναντήσει για γεύµα ο Μητσοτάκης τον Ποµπέο στο σπίτι του στα Χανιά δεν απασχολεί κανέναν Ελληνα, πλην ίσως της Ντόρας Μπακογιάννη που παρακολούθησε από τηλεοράσεως να παραδίδεται το πατρικό της σπίτι στα χέρια άλλης οικοδέσποινας. Η παράβλεψη όµως των κανόνων και η σηµειολογία της υποταγής είναι προσβολή για τη χώρα.
Ο Ελληνας πρωθυπουργός βρίσκει χρησιµότητα σε ένα νέο δόγµα Πιουριφόι. Πριν από µερικές µέρες ο Αµερικανός πρέσβης Τζέφρι Πάιατ συνεχάρη την Ελλάδα ως «ανάχωµα στη Ρωσία» και η ελληνική κυβέρνηση όχι µόνο δεν επιχείρησε να τηρήσει τις ισορροπίες, αλλά ο Μητσοτάκης θέλησε να παραστήσει τον Κανελλόπουλο αναγνωρίζοντας στο πρόσωπο του Ποµπέο τον νέο Βαν Φλιτ έναντι του οποίου έπρεπε να είναι υποτακτικός.
Κανένας Ελληνας πρωθυπουργός δεν τόλµησε να παραβεί εθνικές γραµµές, κόκκινες γραµµές και πρωτόκολλα για να κάνει εξωτερική πολιτική «ό,τι βρέξει ας κατεβάσει», αντισταθµίζοντας την κακή εικόνα του µε την εικόνα των καλών διαπροσωπικών σχέσεων. Με τον Ποµπέο και τον κάθε Ποµπέο ο πρωθυπουργός µπορεί να συναντιέται και να κουβεντιάζουν τις ελπίδες τους για τις ενεργειακές µπίζ-νες και τα οπλικά συστήµατα στα οποία ο Αµερικανός υπουργός έχει ειδικότητα. ∆εν µπορεί όµως να παρουσιάζει τη χώρα ως περιοχή του φύλαρχου Μητσοτάκη.
Οταν εµφανίστηκε το «Ορούτς Ρέις» στην ελληνική υφαλοκρηπίδα φάνηκε πολύ γρήγορα ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε διαβεί τον Ρουβίκωνα. Το τουρκικό ερευνητικό κατάφερε να γκριζάρει την ελληνική ΑΟΖ, ο Μητσοτάκης επέλεξε τις µυστικές επαφές και συµφωνίες ερήµην των πολιτικών αρχηγών και χωρίς τήρηση των εθνικών θέσεων και κατέληξε στη συµφωνία µε την Αίγυπτο που κάνει ορατές τις προθέσεις του. Ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος ∆ένδιας δήλωσε ότι πήγε να υπογράψει χωρίς να ξέρει τι ακριβώς, ενώ σήµερα ο ίδιος ο πρωθυπουργός αντιµετωπίζει το θέµα σαν χωροταξική διένεξη πάνω από χορτολιβαδική έκταση στο χωριό του.
Στην κυβερνητική διπλωµατική γλώσσα έχει υπεισέλθει ο όρος «θαλάσσιες ζώνες» που υπονοεί µια διαπραγµάτευση πέραν των όσων προβλέπει η έως τώρα ελληνική θέση. Θαλάσσιες ζώνες είναι η αιγιαλίτιδα ζώνη, η συνορεύουσα ζώνη, η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ. Εως σήµερα η Ελλάδα θεωρεί ως θέµα υπό ρύθµιση την ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα, αλλά να που όλα γίνονται διαπραγµατεύσιµα, µαζί και η αιγιαλίτιδα.
Κυβερνητικοί παράγοντες ψιθυρίζουν διάφορα για αποστρατιωτικοποιηµένες ζώνες 30 µιλίων γύρω από τα νησιά. Πρόκειται για πάγια τουρκική θέση, αφού η αποστρατιωτικοποίηση των τουρκικών παραλίων, στα οποία µπορεί να επιστρέψει στρατός σε λίγες ώρες, δεν είναι ισοδύναµη µε αυτήν των νησιών, όπου στρατιωτικές δυνάµεις δεν µπορούν να φτάσουν έγκαιρα αν αποχωρήσουν. Η αποχώρηση της ελληνικής στρατιάς από την Κύπρο έκανε εύκολη την απόβαση των Τούρκων το 1974.
∆εν πρόκειται για σύγχυση στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Την περίοδο διακυβέρνησης Μητσοτάκη οι σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου είναι πολύ άσχηµες. Οι Κύπριοι πολιτικοί όλου του πολιτικού φάσµατος κατηγορούν την Ελλάδα ότι έχει εγκαταλείψει την Κύπρο (δείτε το αφιέρωµα του Documento σήµερα). Η Ελλάδα διαπραγµατεύτηκε την αποχώρηση του «Ορούτς Ρέις» από την ελληνική ΑΟΖ, αλλά δεν ενδιαφέρθηκε για την αποχώρηση του «Γιαβούζ» και του «Μπαρµπαρός» από την κυπριακή.
Οχι µόνο δεν υπάρχει κάποιο αµυντικό δόγµα που να συνδέει τις χώρες, αλλά πλέον η Κύπρος κείται πολύ µακράν για τον Μητσοτάκη. Οταν µάλιστα η Κύπρος άσκησε βέτο στην απόφαση µέτρων της ΕΕ κατά της Λευκορωσίας µε το επιχείρηµα ότι δεν υλοποιούνται αντίστοιχα µέτρα κατά της Τουρκίας που παραβιάζει την κυπριακή ΑΟΖ, η Ελλάδα δεν στήριξε την αδελφή χώρα. Ο Ελληνας πρωθυπουργός δεν τόλµησε να πει τη λέξη «Κύπρος» στον ΟΗΕ.
Μια ακόµη προβληµατική θέση υπήρξε µε την εισβολή του Αζερµπαϊτζάν στο Ναγκόρνο Καραµπάχ. Η Ελλάδα δεν τήρησε την έως τώρα θέση στήριξης των Αρµενίων, αλλά υπήρξαν δηλώσεις ίσων αποστάσεων. Και αυτό παρότι ο Αζέρος πρόεδρος Ιλχάµ Αλίγεφ ταπείνωσε τον Ελληνα πρέσβη στο Μπακού (και την Ελλάδα φυσικά) δηλώνοντας ότι η χώρα του υποστηρίζει την αδελφή Τουρκία σε όλες τις διενέξεις που αφορούν την ανατολική Μεσόγειο.
Κάθε κίνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δείχνει ότι δεν τον ενδιαφέρει να αντιµετωπίσει τα σχέδια της Τουρκίας για µετατροπή της σε ισχυρή περιφερειακή δύναµη που θα αναιρέσει κάθε υπάρχουσα συµφωνία στη Μεσόγειο. Ο πρωθυπουργός µε κάθε ευκαιρία προσπαθεί να ευθυγραµµιστεί µε αυτό που εµφανίζουν οι Γερµανοί ή οι Αµερικανοί ως απαίτηση. Φυσικά, αγοράζει και τα σχετικά όπλα πουλώντας το αφήγηµα της ασφάλειας.
Οι συµµαχίες του δεν ακουµπάνε σε κάποιον γεωστρατηγικό σχεδιασµό. Μοιάζουν µε τη διάθεση κάποιων γκρούπι που προσπαθούν να εξασφαλίσουν φωτογραφίες από τον αγαπηµένο διάσηµο. Φυσικά δεν είναι κάτι τόσο αθώο. Ο Μητσοτάκης δεν θέλει µόνο φωτογραφίες µε τους παίκτες, θέλει να δηλώσει πίστη, για την οποία προσµένει εξαργύρωση. Τον τρόπο τον γνωρίζει ο ίδιος.
Στην Κύπρο κατηγορούν τον Μητσοτάκη ότι ξυπνάει µνήµες 1974. ∆εν είναι η µόνη ιστορική σύγκριση. Τη δεκαετία του ’50 η βασίλισσα Φρειδερίκη ζητούσε από τον αρχηγό της CIA Αλεν Ντάλες να χρησιµοποιηθεί η Ελλάδα για να γίνει πυραυλική επίθεση στη Σοβιετική Ενωση. Μέσα από την ιδιαίτερη και µάλιστα ερωτική διάθεση που είχε για τον Ντάλες έβλεπε τη µοίρα της χώρας. Κάπου εκεί βρισκόµαστε στην εξωτερική πολιτική: στη δεκαετία του ’50. Αν ψάξετε και για Φρειδερίκη, θα βρείτε σίγουρα.
Με τον Πομπέο και τον κάθε Πομπέο ο πρωθυπουργός μπορεί να συναντιέται και να κουβεντιάζουν τις ελπίδες τους για τις ενεργειακές μπίζνες και τα οπλικά συστήματα στα οποία ο Αμερικανός υπουργός έχει ειδικότητα. Δεν μπορεί όμως να παρουσιάζει τη χώρα ως περιοχή του φύλαρχου Μητσοτάκη